• Με τη ζωή τους πλήρωσαν οι ήρωες στο Γουρνόλακκο το χρέος να θάψουν τους νεκρούς
|
04/09/2017 της Εύας Λαδιά
Έχει πολλές ιδιαιτερότητες η τοπική ιστορία. Είναι γεγονότα που κόβουν την ανάσα και αναρωτιέσαι αν συνέβησαν στις μικρές κοινωνίες που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε ή σε γη ημιθέων. Κι άλλες φορές βλέπεις στα γεγονότα αυτά να αναβιώνουν και πανάρχαια ήθη και έθιμα που μας έκαναν να ξεχωρίζουμε σαν λαός.
Το χρονικό του Γουρνόλακκου είναι μια από τις πιο αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις.
Με την ευκαιρία της ύπαρξης ενός και μοναδικού μάρτυρα των γεγονότων του κ. Μιχάλη Πρινάρη, που τιμήθηκε πρόσφατα από την Πανελλήνια Πολιτιστική Ένωση Μυλοποταμιτών αποφασίσαμε να τον επισκεφθούμε με εκλεκτή συντροφιά.
Μιχάλης Σαρρής αντιδήμαρχος Μυλοποτάμου αλλά και με άλλες ιδιότητες κοινωνικής προσφοράς, Βασίλης Αποστολάκηςανώτερος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. ε.α., Δημήτρης Παρασύρης δάσκαλος και Σπύρος Φακιδάρης πρόεδρος της Ένωσης Μυλοποταμιτών.
Ο κ. Πρινάρης αδιαφορώντας για το βάρος του χρόνου μας υποδέχεται σαν άριστος οικοδεσπότης στην έξοδο του σπιτιού του, εκεί στους Αυδανίτες.
Το χαμόγελό του μας σκλαβώνει. Η θερμή του υποδοχή μας συγκινεί.
Πλάι του η κ. Αμαλία η θυγατέρα του δίνει κι αυτή με την ζεστή παρουσία της το στίγμα της Γυναίκας που τιμά το νησί της και τις παραδόσεις του. Κι αργότερα θα μας δώσει κι άλλα δείγματα με τη δεξιοτεχνία της στη μαγειρική σε μια αβραμιαία φιλοξενία που μας υποχρέωσε.
Κοντά στις πηγές της παράδοσης
Το αρχοντικό του κ. Πρινάρη έχει μια ατμόσφαιρα που σε κερδίζει. Δεν είναι μόνο η αίσθηση ότι όλα εκεί μέσα «λάμπουν» που λένε οι γιαγιάδες μας όταν αξιολογούν τη νοικοκυροσύνη. Είναι η καλαισθησία και η διάθεση των ενοίκων που σε κρατά σε μια γοητεία ανερμήνευτη.
Για να βάλουμε μια αρχή στο θέμα μας αφήνουμε τον καθ’ ύλην αρμόδιο τον κ. Βασίλη Αποστολάκη να συνοψίσει στο ματωμένο χρονικό. Κι εκείνος με το ιδιαίτερο χάρισμα που έχει να συμπυκνώνει σε μεστές νοήματος προτάσεις κάθε του ιστορική αναφορά μας λέει:
Μαύρη και στυγνή κατοχή
«Παρασκευή, 3 Σεπτεμβρίου 1943. Μαύρη και στυγνή κατοχή, έχει απλωθεί προ διετίας, στην πολύπαθη και βασανισμένη χώρα μας, από τη Ναζιστική Γερμανία, τη Φασιστική Ιταλία και την αλλοπρόσαλλη Βουλγαρία. Στην Κρήτη, πλην του Νομού Λασιθίου, όπου εγκαταστάθηκαν Ιταλοί κατακτητές, ο Λαός μας θα γνωρίσει τη Γερμανική θηριωδία, από τους Ναζί, τα κακέκτυπα εκείνα της ανθρώπινης υπόστασης.
Εκείνη την αποφράδα ημέρα του Σεπτεμβρίου συλλαμβάνονται από πολυάριθμο Γερμανικό απόσπασμα σε απαγορευμένη ζώνη στο Καλυβιανό «αόρι», Γιάννης Νικηφόρος, Χαράλαμπος Μιχαήλ Κοζορώνης και Ιωάννης Κωνσταντίνου Παραγιουδάκης.Νωρίτερα, έχουν συλληφθεί Αβδελλιανοί και Αγιομαμίτες, για την ίδια αιτία. Μαζί τους και τα μικρά παιδιά ο Μιχάλης Νικολάου Πρινάρης από τις Αυδανίτες που μας φιλοξενεί σήμερα και ο Γιάννης Ανδρέα Λαμπρινός από τα Αβδελά.
Οι πάνοπλοι Γερμανοί οδηγούν τους ομήρους στο Γουρνόλακκο στις πλαγιές του Ψηλορείτη και την άλλη ημέρα, Σάββατο, 4 Σεπτεμβρίου 1943 εκτελούν το σατανικό τους σχέδιο. Τα χιτλερικά κτήνη σκοτώνουν αυτούς που έχουν συλλάβει, εκτός τους μικρούς Μιχάλη Πρινάρη και Γιάννη Λαμπρινό, τους οποίους διώχνουν, με μία ομάδα Γερμανών, για τα Ζωνιανά. Έντεκα συντοπίτες μας πέφτουν από τα δολοφονικά χέρια των Ναζί, τα όπλα των οποίων ξερνούν το θάνατο. Ένας γλιτώνει, ο Ελευθέριος Ιωάννου Σαρρής, από τον Άγιο Μάμα, ο οποίος, αργότερα, θα πεθάνει από το τραύμα του.
Ο Γιάννης Νικηφόρος, αν και τραυματίζεται πολύ βαριά, θα σωθεί από θαύμα. Η σφαίρα θα εισέλθει από τον αυχένα και θα εξέλθει από τη στοματική χώρα. Θα πέσει αιμόφυρτος στο έδαφος και θα εκληφθεί, από τα ναζιστικά ανθρωποειδή, ως Νεκρός. Γι’ αυτό και οι υπάνθρωποι ναζιστές, δεν προχωρούν σε χαριστική βολή, κατά την απαίσια και απάνθρωπη τακτική τους.
Στα Ζωνιανά, που έχουν πάει ο Μιχάλης Πρινάρης και ο Γιάννης Λαμπρινός συναντούν, τυχαία, τον πατέρα του Γιάννη, το Μανώλη Νικηφόρο, διηγούνται το θλιβερό γεγονός και τον οδηγούν το απόγευμα στο Γουρνόλακκο. Ο τραγικός πατέρας, μεταφέρει τον τραυματία Γιο του στα Λιβάδια και από ‘κει στα Ανώγεια, για να του παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες. Ο Γιάννης Νικηφόρος, θα επιζήσει. Είναι θέλημα Θεού.
Τη νύχτα, Καλυβιανοί θα παραλάβουν, από τον τόπο του μαρτυρίου, τους δύο νεκρούς συγχωριανούς, Χαράλαμπο Κοζορώνη και Ιωάννη Παραγιουδάκη.
Την επόμενη ημέρα, Κυριακή, 5 Σεπτεμβρίου 1943, οι Γερμανοί θα αποτελειώσουν το στυγερό και απαίσιο έγκλημά τους, σκοτώνοντας στον ίδιο τόπο, τον Ιερέα Λιβαδίων, τον Δάσκαλο Αβδελλών και κατοίκους Αβδελλών, Αγίου Μάμαντος και ένα από τις Αβδανίτες, που έχουν πάει εκεί, για να θάψουν τους νεκρούς. Τελικά, (32) θα είναι οι μάρτυρες του Γουρνόλακκου».
Όταν η ευστροφία σώζει
Μετά την μεστή αυτή αφήγηση ζητάμε τον οικοδεσπότη μας κ. Μιχάλη Πρινάρη να θυμηθεί τα γεγονότα.
Αναφέρεται κι αυτός στις λεπτομέρειες της σύλληψης με μια διάθεση να απαλύνει την ατμόσφαιρα που έχει ήδη φορτιστεί συναισθηματικά.
«Βρισκόμασταν στην απαγορευμένη περιοχή βόσκοντας τα πρόβατά μας. Ένα μεγάλο απόσπασμα Γερμανών μας εντόπισε και μαζέψανε 12 άτομα μας οδήγησαν στο Αγιομαμίτικο αόρι στο μιτάτο του Σαρρή από τον Άγιο Μάμα. Ενώ τίποτα μας αποδείκνυε ενοχή, κάποιος Γερμανός εντόπισε σε μια γωνιά του κτίσματος την κάνη ενός όπλου. Κι αυτό σήμανε την αρχή του τέλους για μας.
Με τον εντοπισμό και άλλου οπλισμού ο Λευτέρης ο Σαρρής που ήταν στο μιτάτο που βρέθηκαν τα όπλα με παίρνει ιδιαιτέρως και μου ζητά να κατέβω και να ειδοποιήσω τον πατέρα του. Εξήγησα πως ήταν αδύνατον να φύγω, αφού ήμουν κι εγώ κρατούμενος. Σε λίγο μας οδήγησαν προς τον Ψηλορείτη. Σε κείνον είχαν φορτώσει οπλισμό και ασύρματο. Διψούσε. Αντί να του δώσουν νερό που τους παρακαλούσε του έδιναν τυρί με το ζόρι. Καταλαβαίνετε το μαρτύριό του. Σε όποιον τώρα βόλευε του έδινε και μια με το κοντάκι του όπλου του. Ήταν βλέπετε και ζωηρός και έδινε την εντύπωση αντάρτη.
Φθάνοντας στον Ψηλορείτη αναζήτησαν νερό. Ο Λευτέρης τους είπε ότι κατέχει μια στέρνα αλλά εκείνοι σαν να ήταν στο μυαλό του που από την πρώτη στιγμή της σύλληψης έψαχνε τρόπο να τους ξεφύγει. Φόρτωσαν σε μας τους μικρότερους τα παγούρια για να γεμίσουμε νερό…».
Ο κ. Πρινάρης με γλαφυρό τρόπο σε μια 25λεπτη λεπτομερή αφήγηση μας περιγράφει με σαφήνεια τα γεγονότα. Όπως φαίνεται στη συνέχεια η ευστροφία του τον έσωσε από την εκτέλεση. Γιατί όταν ρωτήθηκε για την ηλικία του ενώ ήταν 15 χρόνων δήλωσε δύο χρόνια μικρότερος. Έτσι τον άφησαν να φύγει. Την ώρα που τον έβγαλαν από τη γραμμή προσπάθησε ο Σαρρής να δραπετεύσει. Και τα κατάφερε. Αυτός βέβαια από τη νύχτα ήθελε να αποδράσει. Οι γέροντες όμως τον συγκρατούσαν φοβούμενοι για την τύχη όλων αν προκληθούν οι Γερμανοί…
Όσο μιλά ο κ. Πρινάρης κρεμόμαστε από τα χείλη του. Είναι τόσο παραστατικός στην αφήγησή του.
«Εγώ κατεβαίνοντας, μας λέει στη συνέχεια συνάντησα το διερμηνέα τους, που απόρησε γιατί με άφησαν. Σαν να του είχε κακοφανεί. Βρήκα την ευκαιρία να τον ρωτήσω αν ήξερε την τύχη μας, αν θα μας έπιαναν ξανά. Κι εκείνος υπέθεσε πως θα μας έκαναν στρατιώτες στην Γερμανία. Εγώ τότε φοβήθηκα. Και λέω του κοπελιού που ερχόταν μαζί μου, αφού είμαστε ελεύθεροι, γιατί να ακολουθούμε αυτούς. Συνεννοήθηκα μαζί του για να ξεφύγουμε. Βλέπω όμως από τη μεριά που θα έφευγα να κατεβαίνει κι άλλο απόσπασμα. Με τα ίδια ζάλα γύρισα πίσω… Κι όπως φάνηκε καλώς έπραξα, γιατί οι άλλοι με το να είμαστε με τον διερμηνέα και τους στρατιώτες που τον συνόδευαν δεν έδωσαν σημασία.
Φθάσαμε έτσι στα Ζωνιανά.
Από το φαΐ των παιδιών της
Μια στιγμή που καταφέραμε να ξεχωρίσουμε από τους άλλους χτυπάμε μια πόρτα και μας ανοίγει μια μαυροφορεμένη γυναίκα. Ο άνδρας της είχε σκοτωθεί στη Γερμανία. Εκείνη την ώρα είχε βάλει στα παιδιά της να φάνε. Είχε μερικές πατάτες τηγανιστές. Με το που μας είδε παίρνει τα πιάτα από τα παιδιά και τα δίνει σε μας… Εμείς αν και ταλαιπωρημένοι αφήσαμε τις πατάτες και τσιμπήσαμε λίγο σταφύλι που βρήκαμε εκεί στο τραπέζι. Εξηγήσαμε στη γυναίκα τη θέση μας και της είπαμε να φύγουμε μη μας ψάχνουν, κάνουν έρευνα και τη μπλέξουμε. Εκείνη μας είπε να περιμένουμε. Βγήκε και ξαναγύρισε για να μας πει ότι ο δρόμος ήταν ελεύθερος…
Στο μεταξύ είχε μαζευτεί πολύς κόσμος να μάθει για τους δικούς του…».
Όσο ακούμε σκεπτόμαστε πόσο δίκιο έχει ο σοφός λαός μας όταν λέει «Αν έχεις τύχη διάβαινε …».
Τη μια μέρα σώθηκε ο Μιχάλης από το απόσπασμα και την επομένη σκοτώθηκε ο πατέρας του στην επιχείρηση να ταφούν οι νεκροί. Μια θανή τόσο ηρωική, αφού δεν επρόκειτο για τυχαία σύλληψη αλλά μια τιμωρία, επειδή αυτός και οι άλλοι που ακολουθούσαν πήραν την απόφαση να θάψουν τους νεκρούς με κάθε τίμημα.
Ανθρώπινα μέλη έσερναν τα σκυλιά
Ο δάσκαλος κ. Δημήτρης Παρασύρης παίρνει στη συνέχεια τον λόγο.
«Μετά την εκτέλεση της δεύτερης ομάδας, μας λέει πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να βγει άδεια ταφής από το Γαράζο. Είχε αρχίσει η διαδικασία της αποσύνθεσης. Κι έβλεπες σκύλους να κουβαλούν κομμάτια ολόκληρα. Όπου τα έβλεπαν βοσκοί, τα έπαιρναν και τα έθαβαν επιτόπου. Ανθρώπινα μέλη ήταν διάσπαρτα σε όλο το αόρι. Μέχρι που βγήκε η άδεια και πήγαν οι βοσκοί με τον παπα-Γιάννη, μαζέψανε ό,τι βρήκαν, τα τακτοποίησαν πρόχειρα και όταν έγινε το μνημείο τα μετέφεραν εκεί…
Η τραγωδία στο Γουρνόλακκο άρχισε να τιμάται από τον επόμενο κιόλας χρόνο. Εν όψει της φυγής τους οι Γερμανοί που έφυγαν τελικά τον Οκτώβρη του 44 δεν έπαιρναν πια τα μέτρα τους κι ήταν όλα πιο χαλαρά.
Ένα έμμετρο αριστούργημα
Το ματωμένο χρονικό εξυμνεί ο χαρισματικός στίχος του Δημήτρη Ιωάννου Παρασύρη ή Αναστοδημήτρη από τα Ζωνιανά. Ένα έμμετρο αριστούργημα που μας διέσωσε ο δάσκαλος και τόσο σπουδαίος άνθρωπος επίσης Δημήτρης Παρασύρης και είχαμε την τιμή να το πρωτοδημοσιεύσουμε πριν από μερικά χρόνια. Η γυναίκα του ποιητή η περίφημη Αναστοδημήτραινα ήταν η ηρωίδα που είχε ειδοποιήσει για τις συλλήψεις ώστε να προλάβει άλλες τραγωδίες.
Στη συνέχεια ακούμε από τον κ. Σπύρο Φακιδάρη άοκνο υπέρμαχο των Κρητικών παραδόσεων που έχει αναδείξει επί προεδρίας του όλο τον πολιτιστικό θησαυρό της επαρχίας του και τον τιμούμε ιδιαίτερα γι’ αυτό, την προσπάθεια την ένωσης για την ολοκλήρωση του μνημείου.
Ένα γεγονός με ιδιαίτερη σημασία
Για την ιδιαιτερότητα αυτού του γεγονότος ο αντιδήμαρχος κ. Σαρρής, απόγονος ηρώων κι αυτός τονίζει πως διαφέρει από άλλα παρόμοια ιστορικά ζητήματα σε δυο βασικές λεπτομέρειες. Η αυτοθυσία της δεύτερης ομάδας που έσπευσε με κάθε τίμημα να θάψει τους νεκρούς αναβιώνει τους άγραφους ηθικούς νόμους της φυλής μας. Αποδεικνύει όμως και τη θηριωδία των ναζί που υποτίθεται ότι εκτιμούσαν τον ελληνικό πολιτισμό. Ενώ είδαν ιερέα με άμφια και κόσμο γύρω του να κάνει επιμνημόσυνη δέηση προχώρησαν σε εκτέλεση. Αυτό δείχνει και το μέγεθος της θηριωδίας των ναζί και απαντά σε «σοφούς» που μας εγκαλούν επειδή αντισταθήκαμε στον εισβολέα.