Εμπειρία .

Στο Ρέθυμνο Νοέμβρης 1937, η Ελένη, μια κοπελιά από το χωριό, ήλθε στη χώρα να μάθει τη μοδιστρική τέχνη. Φιλοξενήθηκε σε μια οικογένεια με τέσσερα παιδιά, έξι ετών το μεγαλύτερο με μόνη υποχρέωσή της να προσέχει τα παιδιά.
Ένα ηλιόλουστο φθινοπωρινό πρωινό η Ελένη πήρε τα δύο παιδιά να παίξουν στον καταπράσινο, πανέμορφο Δημοτικό Κήπο. Στην επιστροφή είπε να ανταλλάξει δυο κουβέντες με μια συγχωριανή της , που φιλοξενούνταν κι αυτή προσφέροντας τις υπηρεσίες της στο απέναντι από τον Κήπο διώροφο σπίτι .
Άφησε για λίγο τα παιδιά να παίζουν ήρεμα με τα στρογγυλά, στιλπνά, λευκά πετραδάκια μέσα στο χαντάκι , στο πεζοδρόμιο του κήπου στη Λεωφόρο Κουντουριώτου…
Δεν ήταν κάτι που έκανε για πρώτη φορά. Δεν έβλεπε σε αυτό τίποτα κακό. Στη λεωφόρο εκείνη την ώρα είχε σχεδόν μηδενική κίνηση. Τα ελάχιστα τροχοφόρα, που κυκλοφορούσαν ήταν κυρίως άμαξες ή κάρα. Τα αυτοκίνητα ήταν μετρημένα. Τα παιδιά έπαιζαν ήρεμα, αλλά το απίθανο δεν αργεί να γίνει.
Ένα αγοραίο αυτοκίνητο της εποχής, με οδηγό τον συμπαθέστατο Στέφανο, πασίγνωστο στην πιάτσα της πλατείας των Τεσσάρων Μαρτύρων κατέβαινε αθόρυβα τη λεωφόρο. Σταμάτησε εκεί μπροστά στα παιδιά να κατεβάσει επιβάτη. Ο μικρός Αντώνης είδε την αδελφούλα του να τρέχει φοβισμένη προς την Ελένη και αποφασίζει να την ακολουθήσει. . Οι τροχοί του αυτοκινήτου έπαιρναν τις πρώτες στροφές όταν ο οδηγός αντιλαμβάνεται την κίνηση και ακινητοποιεί το όχημα. Το παιδάκι έντρομο, αποχαυνωμένο έμενε ακίνητο μεταξύ των δύο μπροστινών τροχών. Ο Στέφανος, όσο πιο γρήγορα μπορεί παίρνει τα δύο παιδιά και την Ελένη και κατευθύνεται στο μαγαζί του γνωστού του πατέρα των παιδιών, του Βασίλη, στην οδό Τομπάζη.
Ο παιδίατρος της οικογένειας διαπίστωσε πως το παιδί είχε μόνο εκδορές και μώλωπες και ο μόλις δύο ετών Αντώνης έπεσε σε βαθύ ύπνο. Την άλλη μέρα είχε πλήρη εικόνα των όσων είχαν συμβεί. Το επεισόδιο είχε γραφεί ανεξίτηλα στη μνήμη του. Θα τον ακολουθήσει σε όλη του τη ζωή. Από πολύ νωρίς απέκτησε εμπειρία του κινδύνου στο δρόμο… Ο Στέφανος δεν θα ξεχάσει ποτέ τη λαχτάρα που πήρε. Θα εκδηλώνει πάντα τη χαρά του όταν συναντά τον Αντώνη. Οι δύο τους, παρά τη διαφορά της ηλικίας τους ένοιωθαν φίλοι και όταν ο Αντώνης απέκτησε δίπλωμα οδήγησης ο Στέφανος του έδωσε να οδηγήσει για λίγο το καινούργιο του αυτοκίνητο.
Το χαντάκι, τα στρογγυλά βοτσαλάκια, η ηρεμία δεν υπάρχουν πια στον Ηλιόλουστο Κήπο, η λεωφόρος Κουντουριώτου, παρά τα μέτρα και τον περιφερειακό δεν καλύπτει τη διαρκώς αυξανόμενη κίνηση και ο Αντώνης στα 84 του αφηγείται τα απίθανα…

Αφήστε μια απάντηση