ΕΛΕΝΗ ΧΗΡΑ ΓΕΩΡΓ. ΓΙΑΚΟΥΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗ

 

ΠΕΝΘΗ

 

Ο αδόκητος θάνατος της Ελένης Χήρας Γεωργίου Γιακουμογιαννάκη το γένος Νικολάου Χωνιανάκη, μιας εκ των πλέον εκλεκτών και σεβαστών δεσποινών της πόλεως Ρεθύμνης, επροκάλεσε βαθείαν την συγκίνησην και έφερεν εις όλους αμέριστον την λύπην. Και τόυτο όχι μόνο λόγω των πλουσίων αρετών και των διαψιλών χαρισμάτων με τα οποια εκοσμείτο η σεμνή δέσποινα, αλλα και λόγω των δεινών πληγμάτων της Μοίρας, η οποια ως προς αυτή εφάνη σκληρά και αδυσώπητος.

Εις τον κόσμον αυτόν είναι αληθές ότι ο άνθρωπος γίνεται παίγνιον των καταδρομών και των εναντιστήτων. Μερικοί όμως, κατά ένα ανεξήγητον τόπον, υφίσταται αλλεπάλληλα τα δεινά και δέχονται τα πλήγματα. Και συμβαίνει παραδόξως οι άνθρωποι  αυτοί να είναι εκ των πλέον καλών και των αγαθών, φαινόμενον που ο λαός μας διετύπωσε με το απόφθεγμα «ο καλός καλό δεν έχει».

Η Ελένη Γιακουμογιαννάκη υπήρξε μια εκ των ευνοουμένων της τύχης από της απόψεως αυτής.

Δεν επρόλαβε, κυριολεκτικώς να γνωρίσει τον εξαίρετον σύζυγον, τον οποίον ηυδόκησε να της χαρίσει τον διαπρεπή και λαοφιλή δικηγόρον Γεώργιον Γιακουμογιαννάκη πολιτευτήν του Αγροτικού κόμματος, μειδιάσασα αίφνης προς αυτήν. Και ευθύς αμέσως, εντός ολίγων μόλις μηνών από του γάμου των, αφαρπάζεται αποτόμως ο καλός άνθρωπος υπο των γερμανικών στιφών, μέσα από τας συζυγικάς αγκάλας. Χωρίς καμμίαν δικαιολογίαν απάγεται εις τα φοβερά και τρομερά στρατόπεδα συγκεντρώσεως της Γερμανίας, δια να γευθή πληθορικόν το όξος και ανεξάντλητον την χολήν η ατυχής νεαρά σύζυγος.

Ημέρας και νύκτας, έτη ολόκληρα εκοιμάτο και εξύπνα με την αγωνίαν της τύχης του καλού της ανδρός, ζώσα πότε εις τον ζόφον της απελπισίας και πότε μέσα εις το γλυκοχάραγμα της ελπίδος, δια να πιστεύση τέλος σιγά – σιγά, και κα δόσεις την φρικτήν αλήθεια περί του οικτρού τέλους του και να διαπιστώσει την διάψευσιν και της εσχάτης των ελπίδων της.

Μέσα εις τας δραματικάς αυτάς ημέρας και νύκτας, εις επικύρωσιν των διαδραμιζομένων, εις πίστωσιν ότι όλα αυτά δεν ήσαν ένα απλον εφιαλτικό όνειρον έφερεν εις τον κόσμον τον καρπόν του τραγικού γάμου της, κόρην σεμνήν και ενάρετον, η οποία της ανεζωπύρωσε προς στιγμήν την ελπίδα και το φως εις το χαλεπόν δι’ εκείνη αυτόν κόσμον.

Αλλα η μοίρα και παλιν εκαραδοκεί. Κακεντρεχής, φοβερά και απαισία επήρχετο δια να της πλήτη, ακόρεστος, κατά κύματα, καίρια, με τα φονικά της όπλα, μη στέργουσα να την αφήση να ιδή τουλάχιστον την αποπεράτωσιν των σπουδών και την αποκατάστασιν του μοναδικού αυτού τώρα πλέον στηρίγματος εις τον κόσμον αυτόν, της αγαπημένης της κορούλας.

Με τα αλλεπάλληλα ύπουλα και θανάσιμα πλήγματά της την οδήγησε τέλος η μοίρα εις τον τάφον, 48 μόλις ετών.

Η κοινωνία της Ρεθύμνης, βλέπουσα την τραγικήν αδικίαν εις βάρος της τόσον σεμνής, εναρέτου, αθώς, ευσεβούς και στοργικής συμπολίτιδος συνεκινήθη βαθύτατα και έσπευσεν αθρόα να της απονείμη τας τιμάς των οποίων ήτο αξία, ευχηθείσα εις αυτήν την απολύτρωσιν, αγαθά τα οποία της εστέρησεν ο επίγειος κόσμος.

Δημοσιεύτηκε στην ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙ  31 ΜΑΡΤΙΟΥ 1964

 

 

Αφήστε μια απάντηση