Εκδηλώσεις στις Βρύσες Αμαρίου

Στις 22 Αυγούστου, 61η επέτειο του ολοκαυτώματος του χωριού του Κέντρους, ο Δήμος Συβρίτου σε συνεργασία με τον Πολιτιστικό Σύλλογο Βρυσών Αμαρίου, πραγματοποίησε διάφορες εκδηλώσεις για να τιμήσει τους νεκρούς της ημέρας εκείνης.

Ο Δήμος Συβρίτου εξέδωσε ένα αναμνηστικό λεύκωμα το οποίο επιμελήθηκε η δημοσιογράφος Εύα Λαδιά, με ωραία κείμενα και έγχρωμες φωτογραφίες και το προλογίζει ο ρέκτης δήμαρχος κ. Μιχάλης Πετρακάκης με τα παρακάτω:

“Οι Βρύσες παίρνουν φέτος τη σκυτάλη για το οδοιπορικό μνήμης και τιμής στους νεκρούς των χωριών του Κέντρους.

Πέρασαν 61 χρόνια από την αποφράδα ημέρα που οκτώ χωριά, παραδόθηκαν στη φρίκη που ποδηγετούσε ο ναζισμός, και όπλιζε η παραφροσύνη.

Το σκηνικό του αφανισμού ήταν το ίδιο όπως και τα κίνητρα της μαζικής αυτής καταστροφής, σκληρό τίμημα για την απαγωγή του Κράιπε και την ενεργό συμμετοχή των κατοίκων στην αντίσταση κατά του κατακτητή, σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής.

Ο Δήμος Συβρίτου συνεχίζοντας το έργο του Σπύρου Μαρνιέρου και με την πολύτιμη συνεργασία του “Πολιτιστικού Οργανισμού Ρεθύμνου”, εμπλουτίζει το αρχείο ιστορικής μνήμης, για έκτη κατά σειρά χρονιά έχοντας μέχρι στιγμής εκτός από τις μαρτυρίες κατοίκων σειρά από ντοκιμαντέρ και εκδόσεις που διατηρούν άσβεστη την ιστορική μνήμη.

Το αρχείο αυτό θεωρείται από τους ειδικούς μοναδικό σε πληρότητα και μια πηγή γνώσης για τους νεότερους που πρέπει να διδάσκονται σωστά την τοπική ιστορία.

Αυτή η προσπάθεια έχει όμως κι ένα ακόμα σκοπό. Επιδιώκει να κληροδοτήσει αλώβητο από τη φθορά του χρόνου στις επερχόμενες γενιές ένα βωμό θυσίας για να τιμώνται οι νεκροί στους οποίους οφείλουμε το αγαθό της ελευθερίας και να προβάλλεται το μήνυμα της ειρήνης και συναδέλφωσης των λαών που αποτελεί αναμφισβήτητα μια οικουμενική αναγκαιότητα”.

Το βράδυ της προηγούμενης μέρας στην πλατεία του χωριού παρουσιάστηκαν σε γιγαντοοθόνη άνθρωποι που έζησαν την εποχή εκείνη και διεκτραγώδησαν γεγονότα, το θέατρο “Κνωσός” έπαιξε μ’ επιτυχία ένα έργο σχετικό με το ολοκαύτωμα και τραγούδησαν τραγούδια υπό τη διεύθυνση του Μπάμπη Πραματευτάκη. Συμμετείχε και η Δημοτική Ορχήστρα Ρεθύμνης.

Ανήμερα της επετείου τελέστηκε θεία λειτουργία και επιμνημόσυνη δέηση, ιερουργούντος του σεβασμιοτάτου μητροπολίτου Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίου στην εκκλησία Αγ. Γεωργίου Βρυσών.

Μετά παρουσία του σεβασμιοτάτου, των βουλευτών κ.κ. Γιάννη Κεφαλογιάννη (ΝΔ) και Μανόλη Οθωνα (ΠΑΣΟΚ), του νομάρχη Ρεθύμνης κ. Παπαδάκη, εκπροσώπου του περιφερειάρχη Κρήτης, εκπροσώπων Ενόπλων Δυνάμεων, του δημάρχου Συβρίτου, Κουρητών και Φοίνικα και προέδρων Πολιτιστικών Συλλόγων τελέστηκε τρισάγιο πρώτα στο ηρώο στο Καρδάκι και μετά στο ηρώο Βρυσών. Κατατέθηκαν στέφανα, έγινε προσκλητήριο νεκρών, τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή και έψαλαν τα παιδιά του χωριού τον Εθνικό Υμνο.

Εγιναν ακόμη και αγώνες δρόμου από το Γερακάρι και το Ανω Μέρος και στο τέρμα που ήταν το ηρώο άφησαν όλοι οι αθλητές ένα κλωνάρι ελιάς, σύμβολο της ειρήνης γιατί αυτή θέλουν όλοι σήμερα.

Για τα τραγικά γεγονότα της εποχής εκείνης και τη θυσία των πατριωτών μίλησε ο υπογράφων το σημείωμα αυτό και είπε τα παρακάτω:

“Ξένε διαβάτη που περνάς

από τον τόπο τούτο,

Μην μ-προσπερνάς

προσκύνησε

τα άγια χώματά του,

γιατί αυτά βαφτήκανε

με αίματα ηρώων.

Εις το 44 στσι 22 τ’ Αυγούστου

ξημέρωνε κι οι βάρβαροι

ζώσανε το χωριό μας.

Τους άνδρες των σκοτώσανε

τριάντα παλικάρια,

τσι γέρους μόνο αφήκανε

μαζί με τσι γυναίκες

που μαυροφορεθήκανε

και λέγαν μοιρολόγια.

Και τα παιδιά ξυπόλυτα

γυρίζανε τσι δρόμους

με το πικρό παράπονο

τσ’ ορφάνιας εις τ’ αχείλι.

Τρόχαλος όλο το χωριό

μαζί κι η εκκλησιά μας

τούτη η καμπάνα που θωρείς

το μόνο απομεινάρι”.

Γ.Κ.

“Συμπληρώθηκαν φέτος εξήνα ένα χρόνια από την αποφράδα εκείνη ημέρα Τρίτη, που η φρίκη της δεν έσβησε από τη μνήμη όλων όσοι τη ζήσαμε, αν και έχει περάσει από τότε πάνω από μισός αιώνας. Είναι η πιο τραγική επέτειος για τη νεότερη ιστορία όλων των ολοκαυτωμένων χωριών του παινεμένου Κέντρους μας, του εκατοντάπηγου.

Τα μωρά της εποχής εκείνης είναι τώρα μεγάλοι, οι μικροί έχουν αρκετά προχωρήσει στην ηλικία και από τους μεγάλους έχουν πεθάνει οι περισσότεροι. Από τις γυναίκες που έχασαν τους άνδρες, τους γονείς, τα αδέλφια και τα παιδιά οι πιο πολλές έφυγαν πικραμένες από τον κόσμο αυτό και ελάχιστες κρατιούνται ακόμη στη ζωή, μαυροφορεμένες, λυπημένες, χωρίς να στεγνώσουν ακόμη τα δάκρυά τους.

Μάρτυρες αψευδείς της απέραντης συμφοράς και του χαμού τα ερείπια, που σώριασε η εκδικητική μανία των κατακτητών και έμειναν πολλά χρόνια μετά την καταστροφή για να θυμίζουν σ’ όλο τον κόσμο το απαίσιο πέρασμά τους από τα χωριά μας.

Ο αείμνηστος δάσκαλος Εμμανουήλ Σ. Κουτάκης, τομεάρχης Περιφέρειας Κέντρους, στην αρχή της έκθεσης αυτοψίας που έκανε, γράφει:

“Τύχη σκληρά μ’ επεφύλασσε πρώτος ν’ αντικρίσω το αποτέλεσμα της γερμανικής θηριωδίας της 22 Αυγούστου 1944. Φοβούμαι ότι δεν μπορώ να βρω τ’ απαιτούμενα χρώματα και τις λέξεις να σκιαγραφήσω την τρομερή και αποτρόπαια εικόνα της βαρβάρου κι ακατονομάστου θηριωδίας της Ουννικής επιδρομής, ήτις μετέβαλε τη μαγευτική κοιλάδα του Κέντρους σε μια σωστή κόλαση του Δάντη. Σ’ ένα σωρό από καπνίζοντα ερείπια, βουβό, και που κάτω απ’ αυτά καμένα σώματα βρίσκονται τροφή των ορνέων και των άλλων αρπακτικών ζώων…”

Πράγματι είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς τις φρικιαστικές εκείνες στιγμές μετά την καταστροφή. Μέσα απ’ τα ερείπια έψαχναν όλοι να βρουν τον πατέρα, το παιδί, το σύντροφο. Με αγωνία προσπαθούσε ο καθένας να αναγνωρίσει το δικό του, καμένο όπως ήταν, από τα δαχτυλίδια, τα υποδήματα κι άλλα σημάδια, να τον αγκαλιάσει, να τον προσκυνήσει.

Εδώ θα πρέπει να αναφερθούμε για λίγο στο χρονικό της καταστροφής: Ξημερώματα της 22ας Αυγούστου τα χωριά του Κέντρους, Ανω Μέρος, Δρυγιές, Βρύσες, Σμιλές, Καρδάκι, Γουργούθοι, Γερακάρι και Κρύα Βρύση κυκλώθηκαν από τους Γερμανούς. Η αφορμή είναι γνωστή. Η απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Κράιπε, το πέρασμά του από τα χωριά μας και η παραμονή του στο Κέντρος 2-3 μερόνυχτα. Η αιτία όμως ήταν άλλη: Η γενναία αντίσταση των χωριών αυτών και η πατριωτική και φιλοσυμμαχική δράση των κατοίκων τους. Δεν τους φόβιζαν ούτε οι σκοτωμοί, ούτε οι φυλακίσεις, ούτε οι εξορίες. Αντίθετα χαλύβδωναν την ψυχή, ατσάλωναν τα νεύρα, στερέωναν την πίστη για την πολυπόθητη λευτεριά.

Κάτι, φαίνεται, είχε ψιθυριστεί για την επικείμενη καταστροφή, αλλά δεν το περίμενε κανείς, γιατί οι φτερούγες των ναζήδων είχαν σπάσει και φαινόταν στον ορίζοντα να γλυκοχαράζει η μέρα της λευτεριάς. Ετσι οι πιο πολλοί “πιάστηκαν” στον ύπνο. Λίγοι κατόρθωσαν να ξεφύγουν. Αλλοι γλίστρησαν απ’ τα πόδια των κατακτητών, άλλοι κρύφτηκαν στα σπίτια τους κι έφυγαν όταν νύχτωσε με μεγάλη προφύλαξη. Οι άνδρες πιάστηκαν και τα γυναικόπαιδα και οι γέροι των χωριών οδηγήθηκαν στο Ρέθυμνο, στο φρούριο Φορτέτζα, “στα σύρματα” όπως τα έλεγαν, και αφέθηκαν ελεύθεροι μετά από πολλές περιπέτειες και ταλαιπωρίες.

Κατά το μεσημέρι έπαιρναν τους άνδρες δυο δυο, τους οδηγούσαν σ’ ένα σπίτι, τους εκτελούσαν, τους έριχναν μετά βενζίνη και τους έκαιγαν, χωρίς να μπορούν να προβάλουν, άοπλοι όπως ήσαν, την παραμικρή αντίσταση. Το μόνο που έκαναν εκείνη τη στιγμή είναι πως τους κοίταζαν περιφρονητικά και τους έλεγαν με το βλέμμα τους αλλά και με λόγια, άνανδρους.

Βέβαια θυσιάστηκαν στο βωμό της λευτεριάς χωρίς αντίσταση, γιατί φοβήθηκαν αντίποινα στα γυναικόπαιδα. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι στο Γερακάρι (όπως διηγήθηκε ο Νικόλαος Τζωρτζάκης που ήταν κρυμμένος σε διπλανό σπίτι), ο Νίκος Αγγελάκης πρότεινε στους άλλους μελλοθάνατους επίθεση και ομαδική έξοδο. Προσφέρθηκε μάλιστα να πιάσει ο ίδιος το σκοπό και να φύγουν οι άλλοι. Ο κίνδυνος όμως της ζωής των γερόντων και των γυναικοπαίδων τους τους ανάγκασε να θυσιαστούν χωρίς αντίσταση και να προχωρήσουν με το κεφάλι ψηλά και με σταθερό βήμα προς την αθανασία.

Στο Καρδάκι πάλι ο ηρωικός νέος Μανόλης Κυδωνάκης, ύστερα από μαρτυρία ενός που επέζησε, στράφηκε στους κατακτητές και τους είπε με δυνατή κι υπερήφανη φωνή: Είστε βρωμολαός. Χύνετε αθώο αίμα. Οι συμπατριώτες μας Ελληνες θα εκδικηθούν. Κοίταξε εγκληματίες που θέλουν να κυριαρχήσουν στον κόσμο!

Ετσι τα παλληκάρια αυτά έδωσαν υπέροχα δείγματα πατριωτικού μεγαλείου και θυσιάστηκαν στο βωμό της λευτεριάς χωρίς να λιποψυχήσουν, αλλά αντίθετα αντίκρισαν γελαστοί το εκτελεστικό απόσπασμα. Είναι γλυκός ο θάνατος για την πατρίδα! Κι η φλόγα που τους έκαψαν τινάχτηκε δεκάδες μέτρα ψηλά σαν ύστατος χαιρετισμός στους ήρωες που έπεσαν αψηφώντας το θάνατο. Ο θλιβερός απολογισμός 165 άτομα!

Η εκδικητική μανία των κατακτητών δεν περιορίστηκε μόνο στις εκτελέσεις των αθώων. Αρχισε αμέσως η πυρπόληση των χωριών. Εκαιγαν τα σπίτια και τ’ ανατίναζαν στον αέρα μ’ εκρηκτικές ύλες. Φρίκη, ερμιά, θάνατος! Η εικόνα που παρουσίαζαν τα χωριά πραγματικά βιβλική.

Κραυγές μίσους κι εκδίκησης ακούγονταν. Εχασαν οι γονείς τις ελπίδες τους, οι γυναίκες στερήθηκαν την αγάπη και τα παιδιά το ζεστό φιλί και τα γλυκά τα χάδια. Οι γυναίκες βουτήχτηκαν για πάντα στα μαύρα, δεν ξανάνιωσαν πραγματική χαρά, δεν ξανάνθισε στα χείλη τους αληθινό χαμόγελο. Εθαψαν μαζί με τους άντρες τους τα ωραία όνειρα που έπλαθαν για τη ζωή στο νεανικό τους ξεκίνημα και σήκωσαν όλο το βάρος της ανατροφής των ορφανών στους ώμους τους, αντιμετωπίζοντας αρρώστιες, δυστυχία, πείνα!

Ομως τ’ αναστενάγματα των γερόντων, οι κατάρες των μαυροφορεμένων γυναικών, τα παράπονα των ορφανών δεν πήγαν χαμένα. Σε λίγο καιρό ο θηριώδης κατακτητής “έχασε το παιχνίδι” και η κυανόλευκη κυμάτιζε ξανά στην όμορφη πατρίδα μας.

Δεν συγκεντρωθήκαμε όμως εδώ σήμερα για να κλάψουμε τους αθάνατους ήρωές μας. Τους ήρωες δεν τους κλαίνε! Ηρθαμε στο βωμό αυτό της θυσίας τους να καταθέσομε στεφάνια και να τον ράνομε με λουλούδια του αγιασμένου τούτου τόπου. Ηρθαμε να εκφράσουμε το θαυμασμό μας σ’ αυτούς που με την υπέρτατη θυσία τους μπήκαν στο πάνθεο των Ελλήνων ηρώων που αψήφησαν το θάνατο και έγιναν αθάνατοι.

Στεκόμαστε με προσοχή μπροστά στον τάφο τους και τις καρδιές μας πλημμυρίζει περηφάνια και ευγνωμοσύνη.

Εδώ θυσιάστηκαν αδάμαστες ψυχές υπερασπίζοντας τις πανάρχαιες αρετές της ράτσας: λευτεριά, δημοκρατία, φιλοπατρία.

Για να συλλάβομε το κορυφαίο νόημα της προσφοράς και της θυσίας αυτής των πατριωτών που τιμούμε σήμερα φτάνει να σκεφτούμε τι θα γινόταν στον κόσμο, αν δεν συντριβόταν ο αγκυλωτός σταυρός.

Δεν θα πρέπει ακόμη να ξεχάσομε ποτέ την προσφορά της τραγικής και σεβαστής μορφής της γυναίκας που βίωσε τη θηριωδία των Ναζί από τη θέση της μάνας, της αδελφής, της κόρης. Ζουν μερικές μετά από 61 χρόνια μ’ αυτές τις φοβερές αναμνήσεις που μένουν ακόμη ολοζώντανες και φρικιαστικές και καίνε τις ψυχές σαν αναμμένα κάρβουνα.

Σήμερα πρέπει να αγωνιζόμαστε όλοι για τη συναδέλφωση των λαών και την επικράτηση της ειρήνης στον κόσμο, όμως οι στιγμές αυτές της ιερής συγκίνησης και του ηρωικού μεγαλείου ανάβουν στις καρδιές μας τη μεγάλη υποχρέωση ν’ ακολουθήσομε κι εμείς το δρόμο της θυσίας, αν κάποτε χρειασθεί.

Εμείς οι Κρητικοί δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τα λόγια του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου: … “Την Κρήτη πρέπει να τη σκοτώσεις για να την πάρεις. Ζωντανή δεν παραδίδεται και σκοτωμένη αντιστέκεται, για να ξεκινήσει καινούργιους δρόμους”.

Το μεσημέρι παρετέθη γεύμα στη μεγάλη αίθουσα του σχολείου στους επισήμους και σ’ όλους τους παρευρισκόμενους.

Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια σ’ όλους που βοήθησαν για την επιτυχία αυτών των εκδηλώσεων μνήμης και τιμής και ιδιαίτερα στο δήμαρχο Συβρίτου κ. Μιχάλη Πετρακάκη για τις άοκνες προσπάθειες και τον αγώνα που κατέβαλε, ώστε να γίνουν όλα σωστά και να μην παρατηρηθούν παραλείψεις.

Δεν πρέπει ποτέ ν’ αφήσομε τα νέφη της λήθης να σκεπάσουν την επέτειο αυτή, αλλά να τη θυμούμαστε πάντοτε και να παραδειγματιζόμαστε από τη θυσία των νεκρών μας”.
ΓΙΩΡΓΗΣ ΚΟΥΚΛΙΝΟΣ
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ “ΠΑΤΡΙΣ” ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2005

Αφήστε μια απάντηση