Αρχικός ΣΤΟΧΟΣ του οδοιπορικού ήταν να καταγραφούν τα καταστήματα της οδού Αρκαδίου, με τα ονοματεπώνυμα των επαγγελματιών που τα κατείχαν και το είδος της απασχόλησης τους, στη χρονική περίοδο από το έτος 1920 μέχρι το 2000. Όμως ένας περίπατος στην Αρκαδίου έδειξε πως δεν είναι καθόλου εύκολο να γίνει η αναγνώριση και ο εντοπισμός των. Οι νέες οικοδομές που κτίστηκαν και οι πολλές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια των 80 χρόνων Βάζουν στη μνήμη ανυπέρβλητο φραγμό. Γι’ αυτό ο συγκεκριμένος προσδιορισμός θα περιοριστεί στα ακίνητα, που η ταυτότητα των δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Τα υπόλοιπα ακίνητα, μαγαζιά και σπίτια, θα αναφερθούν τμηματικά, με χωρισμό της οδού Αρκαδίου σε κομμάτια, με τη βοήθεια των καθέτων προς αυτή δρόμων, που θα απαριθμηθούν παρακάτω.
Σημειώνεται εδώ ότι η οδός Αρκαδίου λεγόταν προηγουμένως οδός Τσάρου. Το όνομα αυτό της είχαν δώσει οι ρωσικές αρχές κατοχής, στο τέλος του 19ου αιώνα. Τιμώντας τον αυτοκράτορά των, βάπτισαν με τον τίτλο του τον κεντρικότερο τότε δρόμο του Ρεθύμνου. Αναφέρεται ακόμη ότι δε θα υπάρξουν παραπομπές και ότι πληροφορίες, γεγονότα και καταστάσεις, που μνημονεύονται στο παρόν, είναι προϊόν της μνήμης αυτού, που το γράφει και κατά ένα μέρος, της μνήμης του φίλου συμπολίτη Βασίλη Παπαβασιλείου, τον οποίον ευχαριστώ, για την πρόθυμη προσφορά των αναμνήσεων του. Οι κάθετοι προς την Αρκαδίου δρόμοι, είναι οι εξής, κατά σειρά από το Νότο προς το βορρά:
1) Βίκτωρος Ουγκώ, νότια του τεμένους της «Άμμου Πόρτας».
2) Γραμβούσας, μετά το κινηματοθέατρο «ΑΥΡΑ» και την οικοδομή Τερζιδάκη.
3) Κριτοβουλίδου, έναντι του παντοπωλείου Καλοειδά.
4) Βάρδα Καλλέργη, προς Β. της ταβέρνας Μυλωνιανού.
5) Χαιρέτη, προς Β. του παντοπωλείου Βουλουμπασάκη.
6) Παύλου Βλαστού, προς Ν. του φαρμακείου Ελένης Λρανδάκη-Αιάσκου.
7) Μάρκου Μουσούρου, προς Ν. του υφασματεμπορικού καταστήματος Εμ. Καλλέργη.
8) Μελιδόνι, προς Ν. του παλαιού Δημαρχείου Ρεθύμνου.
9) Τσουδερών, προς Ν. του κοσμηματοπωλείου Μιχ. Μουρτξανού.
10) Χατζηγρηγοράκη, προς Ν. του κοσμηματοπωλείου Ευαγγ. Μουρτξανού.
11) Σουλίου, προς Ν. των Γραφείων της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
12) Ιουλίας Πετυχάκη, προς Ν. της οικοδομής Κάρταλη.
Αρχίζοντας την περιπλάνηση από την πλατεία του Αγνώστου Στρατιώτη, συναντούμε προς την πλευρά της θάλασσας την οικοδομή Σηφογιαννάκη. Κοντά της, ένα ημιερειπωμένο σήμερα κτίσμα, στέγαζε την επιχείρηση σαπωνοποιίας του Θανάση Ορφανουδάκη. Στην ίδια πλευρά, πριν από το κινηματοθέατρο «Αύρα», ήταν τα σπίτια των οικογενειών Στέργιου και Παπαδάκη, η κατοικία του καθηγητή της φιλολογίας στο Γυμνάσιο Ρεθύμνου Σπύρου Σκορδίλη, που επιδίωκε την ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας των μαθητών, και μετά την «Αύρα» η οικοδομή Ι. Τερζιδάκη, η οποία συνορεύει προς Β. με την οδό Γραμβούσας. Βόρεια του δρόμου είναι η οικία Εμμανουήλ Βαλαρή, πατέρα του επιθεωρητή δημοσίων έργων Κρήτης μηχανικού Ευάγγελου Βαλαρή και τα κάτω από αυτήν καταστήματα, η οικοδομή Γεωργ. Πίσσα, το κατάστημα Εμμ. Παπαδάκη και η οικία Δώρας Λίτινα.
Στην απέναντι πλευρά, προς Β. της οδού Β. Ουγκώ, βρίσκονται το τέμενος της Άμμου Πόρτας, η οικία Κρουσταλλένιας Σταυρουλάκη, το σπίτι και το φαρμακείο του γιατρού Στυλ. Μανουσέλη, η οικοδομή Αλέκου Γιακουμάκη, η οικία και το κατάστημα γενικού εμπορίου του Ευάγγελου Τζωρτζάκη, το κατάστημα χρωμάτων – σιδηρικών του Ανδρέα Γαλερού, το σπίτι της Ζαχαρένιας Σαπουντζάκη (και έπειτα Κώστα Παρασχάκη), η κατοικία της Μαρίας Καπαρού και στο ισόγειο το ελαιοεμπορικό του Γιαννίκου Πλατύρραχου, που συνορεύει προς Β. με την οδό Κριτοβουλίδου.
Στο τμήμα της Αρκαδίου, που περιλαμβάνεται μεταξύ των οδών Κριτοβουλίδου και Βάρδα Καλλέργη, βρίσκονται στην αριστερή πλευρά, η οικοδομή της οδοντιάτρου Ζαμπετάκη-Δημητρακάκη (τώρα αδελφών Θεοδοσουλάκη), σε επιταγμένο ισόγειο της οποίας είχε εγκλειστεί ο γιατρός Μιχ. Μαρούλης από τη γερμανική γκεστάπο για τη συμμετοχή του στην εθνική αντίσταση, το καφενείο Μύγια (Μυγιάκη), και στην εσοχή τα δύο ημιερειπωμένα ενετικά κτίσματα, το υποδηματοπωλείο Μποτωνάκη, το εστιατόριο Σκεπετζή, η οικία του Εμμαν. Σωτήρχου, καθηγητή των γαλλικών στο Γυμνάσιο Ρεθύμνου, η οικία Παντ. Μυλωνάκη και η ταβέρνα του Κ. Κούνουπα. Και στη δεξιά πλευρά το εστιατόριο Μιχ. Βαρούχα, η οικία του γιατρού Γεωργ. Μουσούρου – ιδιοκτησία, μεταγενέστερα, Ηλία Δαμανάκη, η οικία Μαραγκουδάκη, διευθυντή της άλλοτε υπηρεσίας ανταλλαξίμων Ρεθύμνου, το αρτοποιείο του Ροδινού, η Βιοτεχνία του σχοινοπλόκου Θεοδοσίου και η ταβέρνα του Αντ. Μυλωνιανού.
ΚΑΙΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΔΙΑΚΟΠΕΙ για λίγο η ψυχρή απαρίθμηση των κτισμάτων και των κατόχων τους για να γίνει αναφορά στη σημασία, που είχε η οδός Αρκαδίου στη ζωή του Ρεθύμνου. Η Αρκαδίου και σήμερα είναι δρόμος με ζωηρή εμπορική κίνηση. Αλλά στην ιστορούμενη χρονική περίοδο ήταν ο μοναδικός εμπορικός δρόμος του Ρεθύμνου. Σ’ αυτήν βρίσκονται τα μεγάλα καταστήματα υφασμάτων και νεωτερισμών (Κ. Βουρλάκη, Νικολάου και Θεοδώρου Πετυχάκη, Ιωάν. Δερμιτζάκη, Νικ. Δασκαλάκη, αδελφών Λαγουβάρδου, Τίτου Ζακάκη, Γ. Ρεράκη), τα προξενικά γραφεία, τα ναυτικά – αεροπορικά πρακτορεία (Γ. Χαμαράκη, Ανδρ. Γρηγοριάδη, Γ. Στραπατσάκη), τα εστιατόρια Λαμπάκη, Δημητρακάκη και Βαρούχα, τα καταστήματα εμπορίας δερμάτων (Μανούσου Κοκκινάκη, Παναγιωτάκη, Αστρινού και Γ. Πρινιωτάκη), καπνοπωλεία (Κ. Χατζάκη, Βασιλακάκη, που είχε την αντιπροσωπεία Παπαστράτου, Ηλ. Πρινιωτάκη, Βασιλειάδη, που πουλούσε και καναρίνια), το ραφείο Αγαθού Τζεδάκη και το εμπορορραφείο Νίκου Θεοδωράκη, οι ταβέρνες Αντ. Μυλωνιανού, Κ. Κούνουπα και Φραγκουλατζή, τα καταστήματα γενικού εμπορίου Στέλ. Τσιριμονάκη, Εμμαν. Λιοδάκη και Παντ. Μυλωνάκη, τα χρυσοχοεία και ωρολογοπαιλεία Ματθαιουδάκη, Φουσταλιεράκη, Κουγίτη, Στεψ. Μουρτζανού, Βρυσανάκη, Βασ. Περπυράκη και Αποστ. Περπυράκη (που υπάρχει και σήμερα), τα συμβολαιογραφεία Γ. Μαραγκάκη, Ματθαιουδάκη, Γεωργ. και Αντ. Λουκάκη, Γεωργ. Παπαδάκη, Βασ. Δρανδάκη -που είχε μακρόχρονη σταδιοδρομία επαγγελματική σαν «γραμματοδιδάσκαλος», δικαστικός υπάλληλος, ειρηνοδίκης, εισαγγελέας πρωτοδικών, έπαρχος Μυλοποτάμου, πληρεξούσιος στις επαναστατικές συνελεύσεις των Κρητών και συμβολαιογράφος- και Ιω. Περακάκη, τα καφενεία Κουτσουρούμπη (που το συνέχισε ο Γιάννης Ηλιακής), Ευάγγελου Ψυχαράκη, Κουτσουράκη -στο οποίο σύχναζαν οι «αντιβενιζελικοί»- και το καφενείο «ΙΔΗ» του Ιωαν. Μαθιουδάκη, τα καταστήματα ειδών κιγκαλερίας Ανδρ. Γαβαλά και Ιωάν. Γιαννούλη, Δημ. και Ιωά. Χαλκιαδάκη και Δ. Μακρυλάκη, τα εδωδιμοπωλεία Ιωά. Κούνουπα και Χαρίτ. Καλομενόπουλου και Κανάρη, που έφεραν για πρώτη φορά στο Ρέθυμνο μπανάνες και ινδικές καρύδες, τα κουρεία Βαρούχα, Ευάγγ. Μουρτζανού, Αλεξανδράκη και Νικ. Μαρκάκη, το κατάστημα κυνηγετικών ειδών και εκρηκτικών των Μάρκου Δρανδάκη και Ευαγγ. Δρανδάκη, το γαλακτοπωλείο Κανακάκη, το κοσμικό κέντρο «Χάι Λάιφ», που είγε σύντομη ζωή, τα ξενοδοχεία «Αρκάδι» του Πελοπίδα Χατζηδάκη και «Αχίλλειο», τα φαρμακεία Στυλ. Μανουσέλη, Ευάγγ. Νησιανάκη και Γεωργ. Σαουνάτσου, γιατρού φιλάνθρωπου και φίλου του Ελ. Βενιζέλου, το κατάστημα βαπτιστικών Εμμ. Γοβατζιδάκη, τα οδοντιατρεία Χρυσής Δρανδάκη-Καπετανάκη, Αθηνάς Δρανδάκη-Σιγανού, Γεωργίας Δρανδάκη-Βαρούγα (τώρα Γεωργίου Βαρούγα) και Ζαχαρένιας Δρουλίσκου-Μαρνέλλου.
Παρακάτω, τα ακίνητα, που προαναφέρθηκαν συγκεντρωτικά, τοποθετούνται, άλλα με ακρίβεια και άλλα «κατά προσέγγιση» στο σημείο της Αρκαδίου, όπου βρίσκονται.
ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΑΡΚΑΔΙΟΥ ΕΚΑΝΑΝ τον περίπατο τους οι Ρεθεμνιώτες και Ρεθεμνιώτισσες τα φθινοπωρινά και χειμωνιάτικα βράδια. Σ’ αυτή γίνονταν θρησκευτικές λιτανείες (περιφορά του Επιταφίου, των εικόνων της Αγίας Βαρβάρας και Αγ. Τεσσάρων Μαρτύρων), οι διάφορες διαδηλώσεις και πορείες και τις Απόκριες η προσφώνηση προς το «βασιλιά καρνάβαλο». Εδώ έκαναν την εμφάνιση τους διάφοροι τύποι του Ρεθύμνου: ένας, που φώναζε «μπουμ η λίρα», πιστεύοντας ίσως ότι παρέχει σοβαρή πληροφορία, άλλο που τάχα σιγόψελνε και, σταματώντας, αυτοθαυμαζόταν με την έκφραση «μωρέ ψάλτης!» και ο μικρότερος στην ηλικία, που πρόσταζε: «αύριο όλα τα μαγαζιά κλειστά». Μερικοί από τους μαγαζάτορες και τους κατοίκους της οδού Αρκαδίου είχαν χαρακτηριστικά παρεπώνυμα (παρατσούκλια), που δεν αναφέρονται εδώ, για να μη θεωρηθεί ότι υβρίζονται συμπολίτες που έφυγαν από τη ζωή. Μεταξύ των οδών Βάρδα Καλλέργη και Παύλου Βλαστού βρίσκονται: Αριστερά η οικία Παπαδάκη Δαρμάρου, που υπήρξε και κατοικία του φιλόλογου, λόγιου και βιολιστή Δημήτρη Δαφέρμου και της Σοφίας Δαφέρμου, η οικία Εμμ. Αλεβυζάκη, οβελιστήρια, κατάστημα αρωμάτων, τα χρυσοχοεία Μαθιουδάκη και Ντασιωνάκη, το παντοπωλείο Βουλουμπασάκη, ένα στιλβωτήριο, το παντοπωλείο Αναγνωστάκη και η κατοικία της οικογένειας Ιωάν. Μοάτσου. Και Δεξιά (προς την παραλία), η οικία της Ελπινίκης Σταματάκη, παιδαγωγού, το χρυσοχοείο Φουσταλιεράκη, καλλιτέχνη του «μπουλγαρί», το ελαιοεμπορικό των αδελφών Γαβρά, το κατάστημα γενικού εμπορίου Παντελή Μυλωνάκη, το σπίτι της οικογένειας Δράγαση, το επιπλοποιείο του αρμένιου Μπαγδίκ, που ήταν και ποδοσφαιριστής, παίζοντας σαν κεντρικός κυνηγός στην παλιά ρεθεμνιώτικη ομάδα «Εθνικός» και που έφυγε από την πόλη μας μαζί με τον Αρτίν, το Ζιράρ, τη Σιρανούς, τη Σερπουή, τον Αγκόπ και τα άλλα μέλη της αρμενικής παροικίας, κατά την ομαδική παλιννόστηση τους στην πατρίδα τους, το κατάστημα κιγκαλερίας Ανάστου και Γρηγ. Παπαδουράκη, το κατάστημα «Κόστα Μπόντα», η οικία Δημ. Σταυρουλάκη, το κατάστημα Εμμ. Κουφάκη, το ραφείο Αγαθού Τζεδάκη, το κουρείο Βαρούχα και το φαρμακείο Ευάγγελου Νησιανάκη, που διατέλεσε Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου και του Συλλόγου Καλών Τεχνών Ρεθύμνου.
Μεταξύ των οδών Παύλου Βλαστού και Μάρκου Μουσούρου, καταγράφονται: Αριστερά το φαρμακείο της Ελένης Δρανδάκη-Λιάσκου, πρώην δικηγορικό γραφείο του Ευάγγελου Δρανδάκη, που είχε εκλεγεί επανειλημμένα δημοτικός σύμβουλος και πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου (παλαιότερα ελαιοεμπορικό του Δημ. Πατσουράκη), η οικία Κώστα και Φόνης Ψαρόκαλου, το ζαχαροπλαστείο Γιάννη και Βαρβάρας Τζανιδάκη, το κατάστημα ηλεκτρικών ειδών Μυλωνάκη, το γραφείο ταξιδιών Νικολ. Αστρινάκη, το παντοπωλείο Ιωάννη Παττακού, η οικία και το δικηγορικό γραφείο των Νικολάου και Αριστείδη Κορωνάκη, το σπίτι και η βιοτεχνία αλλαντικών (λουκάνικων) Περάκη, το υπο-δηματοποιείο Φωτάκη, το κατάστημα ξηρών καρπών και ζαχαροπλαστικής Νικολακάκη και έπειτα Εμμανουήλ Κλαψινού, το συμβολαιογραφείο Ματθαιουδάκη, το κοσμηματοπωλείο Ματθαιουδάκη και η ποτοποιία Παυλιδάκη. Και δεξιά κατάστημα ιδιοκτησίας Αντ. Τερζιδάκη, το ξενοδοχείο «Αρκάδι» των Πελοπίδα και Στέλλας Χατζηδάκη, το παντοπωλείο Ανυφαντάκη, η οικία και το οδοντιατρείο της Χρυσής Δρανδάκη-Καπετανάκη, το γραφείο αντιπροσωπειών Καπετανάκη, το κατάστημα ραπτομηχανών Σίγγερ, τα βιβλιοχαρτοπωλεία Γεωργίου Γεωρβασάκη και (αργότερα στον ίδιο χώρο) Γεωργίου Πίσσα, η οικία και το γραφείο του Νικολάου Τρουλλινού, δικηγόρου και πολιτικού, το βιβλιοχαρτοπωλείο Αριστόδημου και Λεωνίδα Χατζηδάκη, τα ελαιοεμπορικά του Τίτου Τρουλλινού και των Νικολάου και Βασίλειου Παπαβασιλείου, το υποδηματοποιείο Χαράλ. Παπαϊωάννου και το ξενοδοχείο «Αχίλλειο». Μια ακόμη σύντομη διακοπή της αναγραφής ονοματεπωνύμων και επαγγελμάτων παρέχει την ευκαιρία να σημειωθεί ότι πολλοί από τους συμπολίτες, που αναφέρονται στο κείμενο ζουν και εργάζονται, ενώ άλλοι έχουν φύγει από τη ζωή.
Στο τμήμα της Αρκαδίου που περικλείεται μεταξύ των οδών Μάρκου Μουσούρου και Τσουδερών, βρίσκονται:Αριστερά η οικία με το «σαχνισί» και το κατάστημα υφασμάτων Ευάγγελου Σπανδάγου (τώρα νέα οικοδομή και υφασματεμπορικό Εμμ. Καλλέργη), το υφασματεμπορικό Γιάννη και Όλγας Λάριου, το κατάστημα γενικού εμπορίου Στελ. Τσιριμονάκη, το χρυσοχοείο Κουγίτη, το βιβλιοχαρτοπωλείο Ανδρέα Δρυδάκη, το συμβολαιογραφείο Γ. Παπαδάκη, το υποδηματοπωλείο Μιχελιουδάκη, το μεσιτικό γραφείο και αντιπροσωπειών Ανδρέα Συνατσάκη, που συνορεύει προς Β. με την οδό Δασκαλογιάννη, η οικία Αριστόδημου Χατζηδάκη, η οικία της οικογένειας Σαουνάτσου, με τελευταίο ένοικο τον Εμμανουήλ Σαουνάτσο, ο οποίος ήταν πρόξενος της Γαλλίας στο Ρέθυμνο -σήμερα η οικοδομή αυτή είναι ιδιοκτησία των αδελφών Λαγουβάρδου-, το εμποροραφείο Ανδρέα Παπαδάκη, το εμποροραφείο αδελφών Λαγουβάρδου στον ίδιο χώρο, η οικία Γεωργίου και Γεωργίας Χαμαράκη, τα συμβολαιογραφεία Γεωργίου και Αντωνίου Λουκάκη, το βιβλιοχαρτοπωλείο Ευαγγέλου Ζουρμπάκη, το κουρείο του Ευάγγελου Μουρτζανού, το δικηγορικό γραφείο του Ιωάννη Φουρφουλάκη, το κατάστημα εμπορίας δερμάτων Αστρινού, το κατάστημα με κυνηγετικά είδη και εκρηκτικά του Μάρκου Δρανδάκη, που είχε και την ειδικότητα να επισκευάζει κάθε είδους ρολόγια, το δικηγορικό γραφείο του Εμμανουήλ Τσιριμονάκη, πρόξενου της Ιταλίας, μεγαλύτερου σε ηλικία από τον επίσης δικηγόρο Εμμανουήλ Ματθαίου Τσιριμονάκη, το γραφείο μεταφορών «ΤΑΟ» του Εμμ. Νικολακακη, το φαρμακείο του αλτρουϊστή γιατρού Γεωργίου Σαουνάτσου, φίλου του Ελευθερίου Βενιζέλου -αργότερα στο κατάστημα αυτό στεγάστηκαν η αντιπροσωπεία σιγαρέτων Παπαστράτου και αντιπροσωπεία ραπτομηχανών PFAFF με τον Ανδρεαδάκη, η οικία Βασιλείου Δρανδάκη, με το ξυλόγλυπτο γείσο και τα ανάγλυφα «φουρούσια» (βενετσιάνικο κτίσμα οικοδομημένο πριν από το έτος 1630, με τούρκικη μετασκευή, που ολοκληρώθηκε το έτος 1844), όπου στεγαζόταν για πολλά χρόνια το αγγλικό τηλεγραφείο, το συμβολαιογραφείο του Βασιλείου Ν. Δρανδάκη- μεταγενέστερα στον ίδιο χώρο στεγάστηκαν το υποδηματοπωλείο Αγγελιδάκη και το παντοπωλείο Μιχ. Δερμιτζάκη και σήμερα το κοσμηματοπωλείο της Ευαγγελίας Ακουμιανάκη- το κατάστημα νεωτερισμών Ελευθ. Λίτινα, (που άλλοτε στέγασε διαδοχικά τα εδωδιμοπωλείο Κανάρη, το υφασματεμπορικό Ευαγγέλου Πετυχάκη και το ηλεκτρολογικό Αλκαίου Μυρσιλίδη), το κουρείο Νικολάου Μαρκάκη και οικία Τσουδερών (του πρωθυπουργού Εμμ. Τσουδερου, του δικηγόρου Ευθυβουλου Τσουδερου, του γιατρού Γεωργ. Τσουδερου και των άλλων αδελφών). Η οικία Τσουδερου και το κουρείο Μαρκάκη συνορεύουν ; προς Β. με την οδό Τσουδερών.
Δεξιά ήταν το καπνοπωλείο Κώστα Χατζάκη, το γαλακτοπωλείο Κανακάκη, που παρασκεύαζε μπουγάτσα, φρέσκο βούτυρο και λουκουμάδες, βγάζοντας τη «φου-φού» του στον δρόμο, το συμβολαιογραφείο Γ. Μαραγκάκη, το κατάστημα κιγκαλερίας των Ανδρέα Γαβαλά και Ιωάννη Γιαννούλη, το υποδηματοπωλείο Αλεξανδράκη, το καφενείο Ευάγγελου Ψυχαράκη, το καφενείο «Αβέρωφ» του Εμμαν. Στεφανάκη, το σπίτι των Αναστασίας και Λευτέρη Λιονή, το καφενείο Κουτσουρούμπη, όπου σύχναζε και ο βουλευτής και Υπουργός Νίκος Ασκούτσης. Το καφενείο Κουτσουρούμπη συνέχισαν ο Γιάννης Ηλιακής και τα παιδιά του. Ακολουθεί το χρυσοχοείο «ΩΡΑ» του Γ. Περπυράκη και στη γωνία Αρκαδίου και Μελιδονη ήταν το εστιατόριο Λαμπάκη, στην άλλη δε πλευρά της Μελιδονη, το παλιό Δημαρχείο Ρεθύμνου και, κάτω από αυτό, το χρυσοχοείο Απόστολου Περπυράκη. Έπονται το συνεταιρικό εδωδιμοπωλείο Ιωάννη Κούνουπα (μεταγενέστερα φαρμακοποιού) και Χαρίτ. Καλομενόπουλου, το σπίτι και το κατάστημα δερμάτων του Γεωργίου Πρινιωτάκη, η οικία Αθηνάς και Εμμ. Δημητρακάκη, το καπνοπωλείο Πετυχάκη, το κατάστημα υφαντών του Νικ. Γαβαλά, το υφασματοπωλείο Νικολ. Δασκαλάκη, το εστιατόριο «Πάνθεον» του Γ. Κυριαννιτάκη, το ζαχαροπλαστείο Ιωάννη Γρηγοριάδη (αργότερα Γεωργίου Ζαμπετάκη), το υφασματοπωλείο των Νικολάου και Θεοδώρου Πετυχάκη (στον ίδιο χώρο λειτούργησε αργότερα το αρτοποιείο του Εμμαν. Ρόδινου). Μετά το φούρνο ένα μικρό κατάστημα στέγασε το καπνοπωλείο του Βασιλειάδη και το «σουβλατζίδικο» του Ανδρέα Σπανουδάκη, που είναι και στιχουργός (κρητικές μαντινάδες).
Στο τμήμα της Αρκαδίου, μεταξύ των οδών Τσουδερών και Ιουλίας Πετυχάκη σημειώνονται: Αριστερά το μικρό καφενείο του Μιχαήλ Κυριακάκη, με τη «βρύση του Αλή Ατζί» (Αληγιαγιτζιδάκη) στον εξωτερικό τοίχο του επί της οδού Αρκαδίου, που ρυμοτομήθηκε κατά τη διαπλάτυνση της οδού Τσουδερών, το χρυσοχοείο Στέφανου (και σήμερα Μιχαήλ) Μουρτζανού, η οικία Αθηνάς και Παντελή Σιγανού (σήμερα Μαρίας και Γιάννη Φουρφουλάκη), το κατάστημα νεωτερισμών Δημ. Μαραγκουδάκη, το δερματοπωλείο Μανούσου Κοκκινάκη, το παντοπωλείο του Βαρδή, τον οποίο διαδέχτηκε ο Σοφουλάκης, η οικία του ταχυδρομικού Μαραγκουδάκη, που στέγασε προσωρινά το τηλεγραφείο, το σπίτι του Χριστόφορου Χαμαράκη, η κάβα Ν. Ανδρεαδάκη, το σπίτι του Γρηγόρη Σαριδάκη, το παντοπωλείο Εμμαν. Ζαμπετάκη, το σπίτι του Παύλου Παπαβασιλείου, το σπίτι και το υποδηματοπωλείο του Αποστ. Κουγιτάκη, το δερματοπωλείο Παναγιωτάκη, η οικία του γιατρού και προξένου της Ρωσίας Γεωργίου Χατζηγρηγοράκη, το γραφείο αντιπροσωπειών του Ξενοφώντα Χατζηγρηγοράκη, που συνορεύει προς β. με την ομώνυμη οδό, η οικία Παναγιωτάκη, το χρυσοχοείο Βρυσανάκη (σήμερα χρυσοχοείο Ευαγγέλου Μουρτζανού), η οικία του γιατρού Αριστ. Παπαδάκη και της αδελφής του Αμαλίας Σαββάκη (με το μεγάλο κιόσκι), στην εσοχή η βιοτεχνία «καρεκλών» του Αριστείδη Καλούδη (παλαιότερα ελαιοεμπορικό των Μαρίνου και Γώγου Μοάτσου), η οικία Δρουλίσκου, το κατάστημα υποδημάτων Καλογεράκη, το κατάστημα γενικού εμπορίου Ιωάννη και Παναγ. Κουτσουράκη, το κατάστημα ξηρών καρπών και ζαχαρωδών της Γεωργίας Μαραγκουδάκη, η οικία των Νικολάου και Ιωάννας Παπαδάκη (σήμερα ιδιοκτησία της οικογένειας Πλαϊτάκη), με το σκαλιστό θύρωμα και την ασυνήθιστη εσωτερική διαρρύθμιση, το χρυσοχοείο Βασιλείου Περπυράκη, η ταβέρνα Φραγκουλατζή, που μεταφέρθηκε από το απέναντι μαγαζί, το κατάστημα πήλινων ειδών του Βαρούχα, η οικία Γ. Τσιριντάνη και, μετά την οδό Σουλίου, το γραφείο της υπηρεσίας βυζαντινών μνημείων, το μαγαζί του Ιορδάνη και η ενετική λέσχη («Λότζια»).
Δεξιά το υφασματεμπορικό Ιωάννη Δερμιτζάκη, το κατάστημα βαπτιστικών Εμμανουήλ Γοβατζιδάκη, το υφασματεμπορικό του Νίκου Σπανδάγου, το εστιατόριο Δημητρακάκη, το καφεζαχαροπλαστείο Γεραρχάκη, το κατάστημα γενικού εμπορίου των αδελφών Ιωάν. και Ευάγγ. Μοάτσου, το υαλοπωλείο Πέτρου Πετρακάκη, το καφενείο «Ίδη», του Ι. Μαθιουδάκη (πρώην Τράπεζα του Αντ. Τρίφυλλη, πρόξενου της Αγγλίας), το SOLDATEN ΗΕΙΜ επί γερμανικής κατοχής, το κατάστημα γενικού εμπορίου του Εμμαν. Λιοδάκη, το καφενείο Κουτσουράκη, η οικία του Ιωάνν. Πετυχάκη, το υποδηματοπωλείο Ευαγγ. Δροσάκη, το σπίτι των Κωνσταντίνου Πετυχάκη, πρόξενου της Ιταλίας και Ιουλίας Πετυχάκη, Προέδρου του Λυκείου των Ελληνίδων Ρεθύμνου, το ναυτικό πρακτορείο Γεωργίου Χαμαράκη, το κατάστημα εμπορίας αυτοκινήτων και ελαστικών του Νικολάου Σαουνάτσου, το σαπωνοποιείο Σταύρου Ορφανουδάκη, η οικία και το κατάστημα χρωμάτων του Δ. Μακρυλάκη, το επιπλοποιείο αδελφών Καρνιωτάκη, το κατάστημα νεωτερισμών Τίτου Ζακάκη, το γραφείο της ηλεκτρικής εταιρείας Ρεθύμνου, Σκευάκη-Ζακάκη, η ταβέρνα Φραγκουλατζή, σε κατάστημα ιδιοκτησίας Εμμ. Τσουρλάκη, το υποδηματοποιείο θεοδ. Μαυραλέξη, το γραφείο αντιπροσωπειών Ευαγγ. Πετρουλάκη, το ΒοRsalino με τα έτοιμα ενδύματα, το κατάστημα κεντημάτων και υφαντών της Αναστασίας Λαγουδάκη, η μακρόστενη είσοδος, που οδηγούσε στην παλιά αίθουσα του Λυκείου των Ελληνίδων και το γωνιαίο χρυσοχοείο Χρυσής Γαλερού, που συνορεύει προς Β. με την οδό Ιουλίας Πετυχάκη.
Ο ηλεκτροφωτισμός του Ρεθύμνου ήταν σημαντικός σταθμός στην πολιτισμική πορεία του και στην εξυπηρέτηση της καθημερινότητας. Παλαιότερα οι κάτοικοι της πόλης χρησιμοποιούσαν λάμπες πετρελαίου και λύχνους, που με την «άφτρα» τους έκαιαν ελαιόλαδο. Τα κέντρα είχαν τα «λουξ». Στους δρόμους της πόλης υπήρχαν, κατά διαστήματα, τετράπλευρα «φανάρια» με σιδερένιο σκελετό και γυάλινες πλευρές, στηριγμένα στους τοίχους σε ύψος περίπου δύο μέτρων από τη στάθμη του δρόμου. Μέσα στα φανάρια άναβαν λάμπες πετρελαίου. Στην Αρκαδίου υπήρχαν φανάρια στις γωνιές με όλους τους κάθετους δρόμους (Ιουλίας Πετυχάκη, Σουλίου, Χατζηγρηγοράκη, Τσουδερών κ.λπ). Κάθε βράδυ, όταν άρχιζε να σουρουπώνει, ακούονταν τα βήματα του «φαναρτζή», δημοτικού υπαλλήλου, επιφορτισμένου να ανάβει τις λάμπες των φαναριών. Κρατούσε μια μικρή σκάλα και το δοχείο . του πετρελαίου, ίσως και λαδιού (ελαιόλαδου). Σταματούσε κάτω από κάθε φανάρι, στήριζε τη σκάλα στον τοίχο και ανεβαίνοντας στη σκάλα άναβε το φυτίλι της λάμπας. Αυτές τις ήσυχες βραδινές ώρες, όσοι βρίσκονταν στα σπίτια τους, ιδίως τα παιδιά, πρόσμεναν να ακούσουν τον ήχο των βημάτων του φαναρτζή.
Εντυπωσιακός ήταν ο τρόπος που φωτιζόταν η Αρκαδίου τις γιορτινές μέρες (εθνική εορτή, πρωτοχρονιά, Μεγάλη Παρασκευή κ.λπ.). Οι «μαγαζάτορες», δηλαδή, προμηθεύονταν πτυσσόμενα χάρτινα φαναράκια με πολύχρωμα σχέδια, που είχαν μέσα τους ένα κερί στηριγμένο σε κατάλληλη υποδοχή. Άναβαν τα κεριά και κρεμούσαν τα φαναράκια ψηλά, στις σιδερένιες βέργες που υποβάσταζαν τα στέγαστρα των καταστημάτων. Ήταν αληθινή μαγεία το θαμπό πολύχρωμο φως που τρεμόπαιζε και γοήτευε το βλέμμα του διαβάτη. Η συνήθεια να χρησιμοποιούνται τα εορταστικά φαναράκια ίσως καθιερώθηκε τον καιρό που ήλθε στο Ρέθυμνο ο πρίγκιπας Γεώργιος ως Ύπατος Αρμοστής της Κρήτης.
Άλλη ωραία πινελιά στον πίνακα της κοινωνικής-θρησκευτικής ζωής του Ρεθύμνου ήταν τα «ψηλά καπέλα» (όχι «κλακ») των προξένων. Την πρωτοχρονιά, την ημέρα της εθνικής εορτής και σε άλλες εξαιρετικές περιστάσεις, οι πρόξενοι των ξένων κρατών φορούσαν τις βελάδες και τα ψηλά καπέλα τους, επιβιβάζονταν από τα προξενεία τους, που ήταν στην οδό Αρκαδίου, σε ναυλωμένη άμαξα και έφθαναν στην είσοδο του Μητροπολιτικού Ναού, προκαλώντας ένα αίσθημα θαυμασμού σε όσους τους έβλεπαν.
Αξιέπαινη συνήθεια των επαγγελματιών και των κατοίκων της οδού Αρκαδίου ήταν η ανάρτηση της ελληνικής σημαίας. Καθένας είχε το κοντάρι και τη σημαία του και τις επίσημες μέρες την ύψωνε στο κατάστημα ή τον εξώστη του σπιτιού του, στηρίζοντας την σε ασφαλή υποδοχή. Προκαλούσε συγκίνηση ο αέναος κυματισμός του εθνικού μας συμβόλου από τη μια ως την άλλη άκρη της Αρκαδίου. Συγκίνηση, που θα μείνει ανεξίτηλη σε όσους τη βίωσαν.
Επαναλαμβάνεται σαν κατακλείδα . ότι η οδός Αρκαδίου σίγουρα έχει διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στη ζωή και την ιστορία του Ρεθύμνου.
1 σχόλιο »
Κανάλι RSS για τα σχόλια του άρθρου.
Σχολιάστε
The Rubric Theme. Φτιάξε δωρεάν site ή blog στο WordPress.com.
Σχόλιο από Basilis Zevelakis — 1 Νοεμβρίου 2009 @ 1:29 μμ |