ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΕΣ ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΑΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
της
Είναι άδικο η λέξη χωροφύλακας να συνδέεται μόνο με χαλεπούς καιρούς, όπου κάθε βάρδια ένστολου είχε αποκλειστικό προορισμό την παρακολούθηση ασυμβίβαστων ανθρώπων, που αρνούνταν να δεχθούν αντιδημοκρατικές συμπεριφορές.
Γιατί υπήρξαν και χωροφύλακες που επάξια κατέλαβαν μια περίοπτη θέση στο πάνθεον των ηρώων.
Μπορεί για παράδειγμα ένας Γιάννης Δαφέρμος να συγκριθεί με αυτούς τους χωροφύλακες της ανάγκης και της συμφοράς;
Μαντεύουμε ότι αρκετοί θα αναρωτηθείτε… Ποιος να ήταν αυτός;
Κι όμως ήταν ένας πραγματικός ήρωας ο φόβος και ο τρόμος των ληστών που λυμαίνονταν κάποτε την ελληνική ύπαιθρο. Ας τον γνωρίσουμε…
Γεννήθηκε στην Αξό το 1898 ονομαζόταν δε και Αριστειδογιάννης.
Τέλειωσε το δημοτικό και φοίτησε στο Γυμνάσιο Ηρακλείου και Ρεθύμνου. Ήταν όμως φύση ανήσυχη που δεν μπορούσε να αφοσιωθεί μόνο στο διάβασμα. Διψούσε για δράση. Έτσι πήρε κάποια στιγμή τη μεγάλη απόφαση και παράτησε το σχολείο για να καταταγεί εθελοντής στην Ελληνική Χωροφυλακή.
Οι προϊστάμενοί του εκτίμησαν το θάρρος και την ευσυνειδησία του και ύστερα από τις πρώτες ανδραγαθίες του προήχθη στο βαθμό του Υπενωμοτάρχη και σε λίγο και Ενωμοτάρχη. Έδρασε σε διάφορους σταθμούς Χωροφυλακής Κρήτης και κυρίως στο Ρέθυμνο, όπου και εξόντωσε ένα περιβόητο ληστή της περιοχής.
Το θάρρος και η αυτοθυσία του προκάλεσαν το ενδιαφέρον και την προσοχή του Αρχηγείου Χωροφυλακής κι έτσι κλήθηκε ν’ αναλάβει εντονότερη δράση στη Θεσσαλία και τον Όλυμπο που εκείνη την εποχή ήταν μια απέραντη φωλιά ληστών φόβο και τρόμο της Κεντρικής Ελλάδας.
Στο πρόσωπο του Δαφέρμου όμως βρήκαν ένα σκληρό τιμωρό. Άρχισαν να τον τρέμουν οι πάντες που μέχρι τότε ζούσαν στην παρανομία. Ολόκληρη η Θεσσαλία βούιζε από τα ανδραγαθήματά του και οι πάντες τον ευλογούσαν, καθώς η παρουσία του είχε φέρει την ησυχία και την τάξη στην πολύπαθη αυτή περιοχή.
Ευτυχώς για τον ήρωα οι υπηρεσίες του αναγνωρίστηκαν από όλους και οι εύφημες μνείες συνοδεύονταν και από υλικές ανταμοιβές. Ξαφνικά το φτωχό εκείνο παλικάρι από την Αξό βρέθηκε με σεβαστή περιουσία που θα του επέτρεπε να ζει σαν άρχοντας.
Καθώς είχε κουραστεί κιόλας άρχισε να σκέπτεται σοβαρά την αποστρατεία.
Το 1929 πήρε τη μεγάλη απόφαση. Θα κατέβαινε στην Κρήτη και θα αφοσιωνόταν στην ανάδειξη και ανάπτυξη του χωριού του. Θα αξιοποιούσε με τον τρόπο αυτό την περιουσία που απέκτησε κυνηγώντας ληστές. Ήταν και νεότατος. Μόλις 32 χρόνων. Θα μπορούσε να κάνει και μια όμορφη οικογένεια.
Και τότε συνέβη το μοιραίο.
Τα ξημερώματα 8ης προς 9η Σεπτεμβρίου του 1929, ο γερουσιαστής του Κόμματος των Φιλελευθέρων Σωτήριος Χατζηγάκης μαζί με πέντε ακόμα άτομα είχε πέσει θύμα απαγωγής στο χωριό Περτούλι από τον λήσταρχο Μήτρο Τζατζά. Οι ληστές απαιτούσαν λύτρα 4 εκατομμυρίων δραχμών.
Η είδηση συντάραξε ολόκληρη την Ελλάδα και την κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου. Ο ίδιος ο Βενιζέλος εξάλλου είχε θέσει ως στόχο την οριστική πάταξη της ληστοκρατίας. Την υπόθεση χειριζόταν ο υπουργός Εσωτερικών Περικλής Αργυρόπουλος.
Ο Τζατζάς ήταν κάτι σαν «Ρομπέν των δασών της Θεσσαλίας».
Αναφέρει σχετικά η εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα» (10-9-1929).
«Το όνομα αυτό ακούεται και προφέρεται εις την Θεσσαλίαν, από τον χωρικόν της και κυρίως τον βλάχον των βουνών της, μ’ ένα κάπως παράδοξον συναίσθημα: Με κάποιον σεβασμόν, που τον εμπνέει μόνο ο τρόμος, με αρκετήν δόσιν συμπαθείας ένα όχι -όσον αφορά ιδίως του βλάχους- και με ολίγον θαυμασμόν μικτόν και με αγάπην, ημπορεί ακόμη κανείς να ειπή. (…) Ο Τζατζάς εις εμφάνισιν είνε πανύψηλος, επιβλητικός, λεβεντάνθρωπος, τα λίγο άσπρα μαλλιά του -καίτοι πραγματικώς είνε μόλις 41 ετών- του προσθέτουν μίαν συμπαθητικήν σοβαρότητα».
Δεν ήταν όμως μόνο η εμφάνισή του…
«Οι πράξεις τους τον παρουσιάζουν εις τα μάτια ολίγον και του Θεσσαλού χωρικού, αλλά προ παντός των Σαρακατσανέων και των Βλάχων της εδώ ορεινής υπαίθρου με μίαν αίγλην προστάτου των αδυνάτων, πράγματα που εν τω συνόλω των δεν τον καθιστούν καθόλου αντιπαθή. Όπως λέγουν ο Τζατζάς που αριθμεί τον μεγαλείτερον βίον των «Βασιλέων των βουνού» του ελληνικού πανθέου -15 χρόνια στο κλαρί- δεν έχει ποτέ διαπράξη ιδιοχείρως φόνον, είνε μειλίχιος, πολύ σώφρων και συντηρητικός, παντρεύει πολλές φορές κορίτσια και βοηθεί φτωχούς, κατ’ αυτόν δε τον τρόπον επέτυχε να συνδέση το όνομά του με θρύλους που τον έκαμαν να υποθάλπεται χωρίς δυσανασχέτησιν από τους χωριούς και τους βοσκούς».
Η απαγωγή του βουλευτή και των φιλοξενουμένων του είχε γίνει το θέμα της ημέρας για καιρό. Οι διαπραγματεύσεις με τους ληστές δεν έφερναν κανένα αποτέλεσμα.
Τελικά στις 17 Σεπτεμβρίου γίνεται γνωστό ότι οι ληστές απελευθέρωσαν αιφνίδια τους ομήρους τους χωρίς όμως να εισπράξουν λύτρα.
Ο Τζατζάς και οι άντρες του παρά τον στενό κλοιό των διωκτικών αρχών διέφυγαν.
Ο Δαφέρμος όμως δεν μπορούσε να ησυχάσει αν δεν έδινε το δικό του τέλος στην ιστορία που είχε συνταράξει το πανελλήνιο. Και η μοιραία στιγμή φθάνει. Στις 23 Μαρτίου 1930 ο Δαφέρμος με τους γενναίους του εντοπίζει το Τζατζά και τη συμμορία του. Ακολουθεί φονική μάχη που σημαίνει και το τέλος των ληστών.
Στη μάχη αυτή σκοτώνεται ο Γιάννης Δαφέρμος.
Ο θάνατός του βύθισε στο πένθος τη Θεσσαλία. Κανένας δεν ήθελε να πιστέψει ότι αυτός ο Αετός του Ψηλορείτη, ο άνδρας που τον έτρεμαν οι πλέον αιμοχαρείς ληστές δεν υπήρχε πια. Η κηδεία του έγινε με τιμές ήρωα και τάφηκε στο Νεκροταφείο της Λάρισας.
Υπάρχει μάλιστα και μια μαρμάρινη στήλη στον τάφο του που παριστάνει έναν ολόσωμο ανάγλυφο άγγελο, με ανοιγμένα φτερά, που κρατάει στα χέρια του μια πλάκα με την επιγραφή:
«Ενθάδε κείται Ιωάννης Αριστ. Δαφέρμος -Ανθυπασπιστής Χωροφυλακής».
Πιο κάτω αναγράφεται και το ιστορικό του θανάτου του.
«Ο απαλλάξας του ληστρικού ζυγού την Θεσσαλία,-Ανθ. της Χωροφυλακής Ιωάννης Α. Δαφέρμος – Κρης την καταγωγή -ετών 32- έπεσεν ηρωικώς μαχόμενος κατά την εξόντωσιν της ληστοσυμμορίες Τζατζά την 23η Μαρτίου 1930».
Αυτό ήταν το ηρωικό τέλος του Γιάννη Δαφέρμου από την Αξό που τίμησε την ιστορική του οικογένεια και με τα δικά του ανδραγαθήματα.
Πηγές:
Κρήτη Αφιέρωμα: Γιάννης Δαφέρμος
Ιωάννη Κ. Κουνδουράκη (Εφημερίδα «Ρεθεμνιώτικα Νέα»), Ανθυπασπιστής Δαφέρμος Το παρατσούκλι του ήταν Ληστοφάγος
Προσωπογραφία της Λάρισας
Ιωάννης Α. Δαφέρμος (1898-1930)
* Ο «ληστοφάγος» αξιωματικός της Χωροφυλακής
Δημοσίευση: 15 Ιαν 2017 15:41
Ο τάφος του Ιωάννη Δαφέρμου στο Παλαιό Νεκροταφείο της Λάρισας. © Αρχείο Δημητρίου Μπάρμπα (Λάρισα). Φωτογράφος: Κ. Στεφανίδης, 22 Φεβρουαρίου 1931
Ήταν ίσως ο μοναδικός Κρητικός αξιωματικός στην ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής που ο τότε πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος (1864-1936) τον αποκαλούσε με το μικρό του όνομα.
Το όνομά του καθώς και το προσωνύμιο που του αποδόθηκε (ληστοφάγος) συνδέθηκε με την αποτελεσματική καταδίωξη των ληστοσυμμοριών της Κρήτης και ιδιαίτερα της Θεσσαλίας και οι εφημερίδες του μεσοπολέμου αφιέρωσαν ολόκληρες σελίδες για να περιγράψουν στους αναγνώστες τους τη ζωή και τα κατορθώματά του [1]. Άφησε την τελευταία του πνοή στη Θεσσαλία και η Λάρισα ήταν η πόλη που δέχθηκε για πάντα στα σπλάχνα της το άψυχο σώμα του.
Γιος της Σοφίας και του Αριστείδη Δαφέρμου [2] γεννήθηκε το 1898 στην Αξό του Μυλοποτάμου στην Κρήτη. Μετά τη φοίτησή του στο Δημοτικό σχολείο της γενέτειράς του εγκαταστάθηκε με άλλους συμμαθητές του στο Ηράκλειο όπου φοίτησε στο Γυμνάσιο της πόλης. Για λόγους καθαρά βιοποριστικούς κατατάχθηκε σε ηλικία 18 ετών (5 Οκτωβρίου 1916) στο σώμα της Χωροφυλακής. Το 1917 μετατέθηκε στη Θεσσαλία και τοποθετήθηκε στην υποδιεύθυνση Χωροφυλακής της Αγυιάς. Ο ζήλος που επέδειξε κατά τη συστηματική καταδίωξη και εξόντωση των ληστοσυμμοριών υπήρξε ο λόγος που «προήγετο πάντοτε επ’ ανδραγαθία» [3]. Την 1η Αυγούστου 1918 προήχθη σε υπενωμοτάρχη, ενώ την 1η Απριλίου 1924 σε ενωμοτάρχη. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Θεόδωρου Πάγκαλου (1878-1952) αποτάχθηκε από το Σώμα ως υποστηρικτής του Νικολάου Πλαστήρα (1883-1953). Το διάστημα αυτό εργάστηκε ως επιστάτης στα κτήματα των αδελφών Καρανίκα στη Λάρισα. Μετά την πτώση του Πάγκαλου και την επάνοδο του Βενιζέλου ο ευπατρίδης βουλευτής και ευεργέτης της Αγυιάς Δημήτριος Ηρακλείδης (1880-1956) μεσολάβησε ώστε να επανέλθει στην Χωροφυλακή. Στις 28 Οκτωβρίου 1928 τοποθετήθηκε διοικητής του καταδιωκτικού αποσπάσματος της Θεσσαλικής κωμόπολης, ενώ στις 6 Φεβρουαρίου 1929 προήχθη σε ανθυπασπιστή.
Στις 23 Μαρτίου 1930 το καταδιωκτικό απόσπασμα του Δαφέρμου ενεπλάκη σε μάχη με τη συμμορία του επικηρυγμένου Δημητρίου (Μήτρου) Τζατζά (1888-1930) [4] στη θέση «Παλιοκαρυά» του Μικρού Κεσερλή (Ελάτεια) της Λάρισας. Κατά την ανταλλαγή των πυρών φονεύθηκαν ο Τζατζάς και οι δύο συνεργάτες του (Καραντώνης και Ζαμπούρας), ενώ τραυματίστηκαν θανάσιμα ο Ιωάννης Δαφέρμος και ο χωροφύλακας Σπύρος Τσιάμης, πατέρας τεσσάρων ανηλίκων τέκνων [5].
Την ίδια ημέρα τα σώματα των Δαφέρμου και Τσιάμη καθώς και οι κεφαλές των τριών ληστών με τα ακέφαλα σώματά τους μεταφέρθηκαν στη Λάρισα. «Η σημειωθείσα κοσμοσυρροή ήτο πρωτοφανής. Εις 10.000 τουλάχιστον ανήλθον οι συγκεντρωθέντες προ της Διοικήσεως Χωροφυλακής αίτινες πατείς με πατώσι προσεπάθουν να πλησιάσουν προς τας κεφαλάς των ληστών, αίτινες ήσαν ανηρτημέναι εις τα κάγκελλα του περιβόλου της Διοικήσεως. Ο πανζουρλισμός του πλήθους δεν περιγράφεται. Έμπλεων ενθουσιασμού εχειροκρότει και εζητωκραύγαζε την Χωροφυλακήν διά το κατόρθωμά της» [6].
Τα σώματα των δύο νεκρών αξιωματικών μεταφέρθηκαν στο Δημοτικό Νοσοκομείο της πόλης, ενώ το απόγευμα της ίδιας ημέρας πραγματοποιήθηκε δημοσία δαπάνη η κηδεία τους από τον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αχιλλίου, χοροστατούντος του μητροπολίτη Λαρίσης Αρσενίου Αφεντούλη. Παρευρέθηκαν οι δημοτικές, στρατιωτικές, αστυνομικές και δικαστικές αρχές της πόλης, όλοι σχεδόν οι δήμαρχοι και κοινοτάρχες της Θεσσαλίας, σύσσωμος ο Δικηγορικός και Εμπορικός Σύλλογος της Λάρισας, ο Σύλλογος Κρητών και δεκάδες σύλλογοι και σωματεία της πόλης. Κατατέθηκαν δεκάδες στεφάνια, ενώ τους επικήδειους λόγους εκφώνησαν: ο συνταγματάρχης και μετέπειτα Αρχηγός της Χωροφυλακής Βασίλειος Μπαρμπάτσης, ο δήμαρχος της Λάρισας Μιχαήλ Σάπκας (1873-1956), ο διοικητής του Β΄ Σώματος Στρατού στρατηγός Κωνσταντίνος Μανέτας (1879-1960) και ο νομάρχης της Λάρισας Σπυρίδων Πλατσαίος. Μετά το πέρας της εξόδιας ακολουθίας η νεκρική πομπή διέσχισε τους κατάμεστους από χιλιάδες πολίτες δρόμους της Λάρισας και κατευθύνθηκε προς το Παλαιό Νεκροταφείο [7] όπου ο Δήμος της Λάρισας είχε παραχωρήσει δωρεάν δύο τάφους. Την ίδια ημέρα προήχθη «τιμής ένεκεν» σε υπομοίραρχο.
Το 1931 ο φημισμένος γλύπτης της Λάρισας Στέφανος Σκούταρης (1880-1942) [8] φιλοτέχνησε το ταφικό μνημείο πάνω στο οποίο χαράχθηκε η παρακάτω επιγραφή: «Ενθάδε κείται ο απαλλάξας του ληστρικού ζυγού την Θεσσαλίαν Υπομοίραρχος Χωροφυλακής Ιωάννης Α. Δαφέρμος Κρής την καταγωγήν ετών 32 έπεσε ηρωικώς μαχόμενος κατά την εξόντωσιν της ληστοσυμμορίας Τζατζά τη 23 Μαρτίου 1930».
Ο Ιωάννης Δαφέρμος κατά τη διάρκεια της διαμονής του στην Αγυιά νυμφεύθηκε την Άννα Πανανού με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Αριστείδη, την Ειρήνη, τον Νικηφόρο και τον Θεόδωρο. Από αυτά μόνον ο Θεόδωρος (γεν. 1926) βρίσκεται ακόμα εν ζωή.
Στις 29 Ιουλίου 2011 με πρωτοβουλία του αντισμηνάρχου ε.α. Γεωργίου Μ. Δαφέρμου (ανεψιού του Ιωάννη Δαφέρμου), πραγματοποιήθηκαν στην Αξό Μυλοποτάμου τα αποκαλυπτήρια της προτομής του θείου του, παρουσία των Αρχών και πλήθους κόσμου. Ο Ιωάννης Α. Δαφέρμος προσπέρασε πια τα σύνορα της ιστοριογραφίας και άρχισε πλέον να βαδίζει στα δυσπρόσιτα μονοπάτια του μύθου.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Εκφράζονται θερμές ευχαριστίες στους κυρίους: Γεώργιο Μενελάου Δαφέρμο (αντισμήναρχο ε.α., κάτοικο Ηρακλείου Κρήτης) και Ιωάννη Θεοδώρου Δαφέρμο (συνταξιούχο Εθνικής Τράπεζας, κάτοικο Αγυιάς) για τις πληροφορίες που έθεσαν στη διάθεσή μου.
[2]. Οι γονείς του είχαν αποκτήσει ακόμα έξι παιδιά: έναν γιό (Μενέλαο) και πέντε θυγατέρες (Αγάπη, Μαρία, Ζαφειρία, Ελευθερία, Αθηνά).
[3]. Κήρυξ (Χανιά), φ. 4090 (27 Μαρτίου 1930).
[4]. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1929 ο Τζατζάς είχε απαγάγει τον γερουσιαστή Σωτήριο Χατζηγάκη στο Περτούλι των Τρικάλων. Ο Χατζηγάκης απελευθερώθηκε αφού καταβλήθηκαν από την οικογένειά του λύτρα 600.000 δρχ. Βλ. Βασίλης Τζανακάρης, Οι λήσταρχοι: Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν. Αθήνα: Καστανιώτης, 2002, σ. 324.
[5]. Τα γεγονότα που συνέβησαν στις 23 Μαρτίου 1930 αλλά και όσα προηγήθηκαν περιγράφηκαν αναλυτικά στην εφημερίδα «Ελευθερία» της Λάρισας: φ. 2645 (24 Μαρτίου 1930), φ. 2652 (31 Μαρτίου 1930), φ. 2653 (1 Απριλίου 1930) και φ. 2654 (2 Απριλίου 1930).
[6]. Ελευθερία (Λάρισα), φ. 2645 (24 Μαρτίου 1930).
[7]. Αναγέννησις (Τρίκαλα), φ. 120 (25 Μαρτίου 1930).
[8]. Αλέξανδρος Χ. Γρηγορίου, «Η οικογένεια Σκούταρη της Λάρισας: Οξυδερκείς επιχειρηματίες και φημισμένοι μαρμαρογλύπτες», Ελευθερία (Λάρισα), φ. 32840 (20 Σεπτεμβρίου 2015).
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου
Ανθυπασπιστής Δαφέρμος. Το παρατσούκλι του ήταν «Ληστοφάγος» γιατί κατάφερε να διαλύσει μερικές από τις πιο σκληρές συμμορίες, να σκοτώσει και να συλλάβει αρκετούς διαβόητους ληστές.
Με ανάμικτα συναισθήματα χαράς και λύπης ο υπουργός επικοινωνεί αμέσως και ξυπνά τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Του αναγγέλλει τα νέα και δέχεται συγχαρητήρια, επαίνους μα και εντολές. Επανερχόμενος τις διαβιβάζει αρμοδίως.
Οι κηδείες των νεκρών Ανθ/στη Δαφέρμου και του χωρ/κα Τσάμη θα γίνουν δημοσία δαπάνη, θα κατατεθεί στεφάνι εκ μέρους του και διατάσσονται να παραστούν σύσσωμες οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές.
Η μάχη για την εξόντωση του λήσταρχου Τζατζά, ήταν η ταφόπλακα της ληστοκρατίας στην Ελλάδα. Εκατό χρόνια πέρασαν από την ανεξαρτησία του Ελληνικού κράτους και οι λήσταρχοι εξακολουθούσαν να λυμαίνονται και να τρομοκρατούν την ύπαιθρο. Ήταν οι «Βασιλείς των Ορέων» όπως αρέσκονταν να αυτοαποκαλούνται και να υπογράφουν στις απειλητικές επιστολές τους. Οι απαγωγές για λύτρα, οι δολοφονίες, οι ληστείες ήταν συχνά φαινόμενα. Ο λήσταρχος Γιαγκούλας για παράδειγμα μέχρι την εξόντωση του (20-9-1925) φέρεται να διέπραξε πενήντα τέσσερις φόνους. Πολλές φορές όμως τα εγκλήματα αυτά ήταν τόσο σκληρά, που η φρίκη και η αγριότητα τους συγκλόνισαν ολόκληρο το Έθνος. Η σφαγή των ξένων επισήμων στο Δήλεσι, μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων, που η συμμορία των Αρβανιτάκηδων είχε απαγάγει για λύτρα ενώ πήγαιναν να επισκεφτούν τον τύμβο του Μαραθώνα, συγκλόνισε ολόκληρη την Ευρώπη. Ούτε λίγο ούτε πολύ ο ξένος τύπος μας παρουσίαζε ως ένα έθνος βαρβάρων που έπρεπε όπως έγραφαν να μας είχαν αφήσει ακόμη υπόδουλους. Ενώ η ληστεία της Πέτρας που διέπραξαν οι Ρετζαίοι άφησε πίσω της οκτώ νεκρούς χωροφύλακες και υπαλλήλους και λεία δέκα πέντε εκατομμύρια για τους ληστές, ποσό αστρονομικό για την εποχή.
Το ελληνικό κράτος αδυνατούσε όλα αυτά τα χρόνια να πατάξει αποτελεσματικά τα φαινόμενα αυτά. Όμως μέσα από τις αδυναμίες αυτές δόθηκε η ευκαιρία να φανεί η προσωπική ανδρεία και το θάρρος μερικών από τους άνδρες των καταδιωκτικών αποσπασμάτων και τα ονόματα τους έγιναν θρύλοι και τραγούδια και προφέρονται με σεβασμό ακόμη και σήμερα. Ανάμεσα στην πρώτη σειρά των ανδρών αυτών φιγουράρει το όνομα του Ανθυπασπιστή Ιωάννη Δαφέρμου.
Η φήμη του έκαμε φτερά, ξέφυγε από τα στενά όρια της Λάρισας όπου υπηρετούσε και πέταξε σε όλη την ορεινή Ελλάδα, ενώ η παρουσία του σκορπούσε αισθήματα εμπιστοσύνης και ασφάλειας στους τρομοκρατημένους κατοίκους. Το όνομα του έγινε συνώνυμο με τον ανδρισμό και την παλικαριά και έχαιρε σεβασμού και εκτίμησης ακόμη και από ληστές. Το παρατσούκλι του ήταν «Ληστοφάγος» γιατί κατάφερε να διαλύσει μερικές από τις πιο σκληρές συμμορίες, να σκοτώσει και να συλλάβει αρκετούς διαβόητους ληστές.
Γεννήθηκε το 1898 και μεγάλωσε στην Αξό του Μυλοποτάμου. Είχε έναν ακόμη αδελφό το Μενέλαο και πέντε αδελφές. Τον πατέρα του έλεγαν Αριστείδη, γι’ αυτό και τον αποκαλούσαν Αριστειδογιάννη. Η οικογένεια του μεγάλη και πολύκλαδη. Φυτώριο εκλεκτών ανδρών, αγωνιστών και επιστημόνων από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι και σήμερα.
Το δημοτικό σχολείο το τελείωσε στο χωριό του και κατόπιν το γυμνάσιο στο Ηράκλειο. Στο μεταξύ όμως πέθανε ο πατέρας του και θέλοντας να βοηθήσει την οικογένεια του κατατάχτηκε στην Χωροφυλακή στις 5 Οκτωβρίου του1916. Μετά την εκπαίδευση του παρέμεινε για λίγο διάστημα στην Κρήτη και κατόπιν πήρε μετάθεση για τη Λάρισα. Ήταν όμορφος νέος, πολύ ψηλός, χειροδύναμος, τίμιος και πάντα ειλικρινής. Προήχθη σε υπενωμοτάρχη τον Αύγουστο του 1918. Δυο χρόνια αργότερα 29 Αυγούστου του 1920 επικεφαλής του αποσπάσματος Αγίας Λάρισας, κυκλώνει έξω από το χωριό τη συμμορία του Δημητρακόπουλου, η οποία τρομοκρατούσε ολόκληρη την περιφέρεια. Ο ίδιος τραυματίζει και συλλαμβάνει τον λήσταρχο ζωντανό, ενώ οι άνδρες του αποσπάσματος σκοτώνουν το ληστή Δαμασιώτη και συλλαμβάνουν τον Μπούφα. Ήταν η πρώτη του μεγάλη επιτυχία.
Το 1922 μετατίθεται στην Κρήτη όπου ολόκληρη ληστοκρατείται. Τον Απρίλιο του 1924 προάγεται σε ενωμοτάρχη και μετατίθεται ξανά στη Λάρισα. Όμως την εποχή εκείνη τα πολιτικά πάθη είναι οξυμένα και λίγο αργότερα το 1926 η κυβέρνηση Πάγκαλου θα τον απολύσει από τη Χωροφυλακή, ως οπαδό των Πλαστήρα-Βενιζέλου. Στις 28 Οκτωβρίου του 1928 η κυβέρνηση Βενιζέλου τον επαναφέρει και πάλι στη χωροφυλακή και ένα μήνα μετά εξοντώνει ο ίδιος ύστερα από καταδίωξη τον διαβόητο λήσταρχο Γκατσαβέλη πυροβολώντας τον στην κοιλιά. Ο ληστής αυτός είχε διαπράξει πολλούς φόνους και απαγωγές και ήταν επικηρυγμένος με το μυθικό ποσό των 800.000 δραχμών. Στις 30 Ιανουαρίου του 1929 διαλύει τη συμμορία επικηρυγμένων των Βελώνη και Μακατού. O Βελώνης ήταν σκληρός και παλιός λήσταρχος. Βαρυνόταν με φόνους και απαγωγές. Στο διάστημα της ληστρικής του πορείας συνεργάστηκε με τους αγριότερους ληστές τον Γκαντάρα και Παπαγεωργίου. Ήταν βέβαιο ότι θα οδηγείτο στο εκτελεστικό απόσπασμα. Δεν πρόλαβε γιατί πέθανε στο νοσοκομείο και ο συνεργός του Μακατός οδηγήθηκε στη φυλακή. Η φήμη του Δαφέρμου ύστερα και από αυτό εκτοξεύεται. Οι εφημερίδες του αφιερώνουν πρωτοσέλιδα και τότε του αποδίδουν το «ΛΗΣΤΟΦΑΓΟΣ». Η αγάπη και η εκτίμηση του απλού κόσμου στο πρόσωπο του είναι πρωτοφανής. Όπου βρεθεί γίνεται αντικείμενο θερμών εκδηλώσεων. Λίγες μέρες αργότερα, 6 του Φλεβάρη του 1929, προάγεται σε ανθυπασπιστή. Tην Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου οι ληστές θα καταφέρουν και πάλι να κόψουν την ανάσα των Ελλήνων.
Ο διαβόητος λήσταρχος Τζατζάς θα ακινητοποιήσει με τη συμμορία του και θα ληστέψει εκατόν είκοσι περίπου άτομα παραθεριστές που επιστρέφουν από το πανέμορφο Περτούλι στα ορεινά Τρίκαλα. Στόχος του η απαγωγή των παιδιών των πάμπλουτων οικογενειών του Αναστάσιου Αβέρωφ (ένα από τα δύο ήταν ο κατοπινός αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Ευάγγελος έφηβος τότε) καθώς και τα παιδιά των Ραπταίων που είχε στο παρελθόν απαγάγει ο Γιαγκούλας και ήταν αυτά η αφορμή να σκοτωθεί στον Όλυμπο. Θα σταθεί όμως άτυχος, γιατί ενώ η πληροφόρηση του είναι σωστή, από καθαρή σύμπτωση δεν θα είναι εκεί, ούτε οι μεν, ούτε οι δε. Θα πιάσει όμως πέντε ομήρους και μεταξύ αυτών ένα Ενωμοτάρχη ένα γιατρό και το βουλευτή Σωτήρη Χατζηγάκη (παππού του πρώην υπουργού Γεωργίας) και θα ζητήσει λύτρα 5.000.000. Ολόκληρη η Ελλάδα συγκλονίζεται. Το κράτος αδύναμο, διασύρεται για άλλη μια φορά και το Υπουργικό Συμβούλιο συνεδριάζει εκτάκτως. Τις επόμενες μέρες χωροφύλακες, στρατιώτες, εύζωνοι ακόμη και ιππικό εξαπολύονται στο κυνήγι του Τζατζά. Ύστερα από εννιά μέρες οι όμηροι θα αφεθούν ελεύθεροι χωρίς να καταβληθούν τα λύτρα.
Το κυνήγι των ληστών θα διαρκέσει ως το Μάρτη. Τότε τα αποσπάσματα του Δαφέρμου του Βαρδουλάκη και άλλα θα τους κυκλώσουν στο Μικρό Κεσερλή και θα τους εξοντώσουν. Το τίμημα όμως θα είναι βαρύ. Η απώλεια του Ληστοφάγου Δαφέρμου συγκλονίζει το πανελλήνιο. Εκτός των άλλων άφησε τέσσερα μικρά ορφανά. Στη Λάρισα το πένθος είναι βαρύ. Χιλιάδες λαού κατακλύζουν το Μητροπολιτικό Ναό και τους γύρω δρόμους που θα διέλθει η νεκρική πομπή. Συγκινητικοί επικήδειοι λόγοι ακούστηκαν και πλήθος στεφάνια κατατέθηκαν. Οι εφημερίδες του αφιέρωσαν και πάλι πρωτοσέλιδα και σε συνέχειες για μέρες θα δημοσιεύουν τα κατορθώματα του. Όλοι ήθελαν να σπεύσουν για να του αποδώσουν το ύστατο χαίρε…
Στον Άνδρα που έδωσε τη ζωή του για το ιδανικό της ασφάλειας του κοινωνικού συνόλου.
Στον ήρωα που με τους αγώνες και τη θυσία του πέρασε στο χρυσό πάνθεο των αθανάτων της Ελληνικής Αστυνομίας ογδόντα χρόνια μετά, καταθέτω τα παραπάνω ως ελάχιστο φόρο τιμής. Ας είναι πάντα ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει.
ΙΩΑΝΝΗΣ Κ. ΚΟΥΝΔΟΥΡΑΚΗΣ
Πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Ν. Ρεθύμνης
http://www.rethnea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου