Δρυγιάδες στέλνουν σβουριχτό το μήνυμα του «πρέπει»
όρθιο να στέκει το χωριό σαν τσι κορφές του πρίνου…
Τ’ Ατσιπόπουλο, Γιάννης Δαλέντζας
Η ιστορία, βέβαια, ανέκαθεν προσέφερε στον άνθρωπο τη δυνατότητα, κοιτάζοντας προς τα πίσω, να βαδίζει με ασφάλεια προς τα εμπρός. Εξού και «όλβιος» (ευτυχής), κατά τον Ευριπίδη, ο γνώστης της ιστορίας. Στη σύγχρονη, όμως, εποχή της παγκοσμιοποίησης αναβαθμίζεται ακόμη περισσότερο η ανάγκη της ιστορικής γνώσης, καθώς προσφέρει τους αναβαθμούς που οδηγούν στην αυτοσυνειδησία και την αυτοάμυνα κατά της μαζοποίησης και της αλλοτρίωσης που απειλούν το άτομο.
Σημαντικότατο ρόλο στην ανάπτυξη ιστορικής συνείδησης διαδραματίζει ειδικότερα η τοπική ιστορία, καθώς οδηγεί από το «μικρό» στο μεγάλο, από το τοπικό στο εθνικό και υπερεθνικό, από το οικείο στο οικουμενικό μέσα από μια σε βάθος και πλάτος ολιστική θεώρηση.
Προέταξα τα προηγούμενα, όχι βέβαια για να «κομίσω γλαύκας εις Αθήνας», αλλά απλώς για να θεμελιώσω «εκ προοιμίου» τον άξιο έπαινο σ’ ένα ακούραστο εργάτη της τοπικής μας ιστορίας, τον επίτιμο Σχολικό Σύμβουλο Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Γεώργιο Εμμαν. Περπιράκη, του οποίου αρκετά δείγματα της ερευνητικής εργασίας του σε θέματα τοπικοϊστορικού (και όχι μόνο) ενδιαφέροντος έχουν γίνει δεκτά ως υποδείγματα… (Το παρενθετικό «και όχι μόνο» έχει να κάνει με τη συμμετοχή του ως αποσπασμένου στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο σε ομάδες συγγραφής διδακτικών βιβλίων του Δημοτικού Σχολείου).
Τελευταίο φανέρωμα της ενασχόλησής του με την τοπική ιστορία και της αγάπης του γι’ αυτή είναι το πολυσέλιδο (448 μεγάλου σχήματος σελίδων) βιβλίο του «ΑΤΣΙΠΟΠΟΥΛΟ – ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», από τις Εκδόσεις «Γραφοτεχνική Κρήτης».
Το βιβλίο αυτό -έργο ωριμότητας του συγγραφέα- αποτελεί μια στέρεη και λαμπερή ογκοψηφίδα στο ψηφιδωτό της τοπικής μας ιστορίας. ένα πολύτιμο δώρο στις νέες γενιές, γιατί τις ταξιδεύει εκεί που δεν μπορούν να πάνε με τα συμβατικά μέσα. ένα σταθερό και απροσπέραστο σημείο αναφοράς για ανάλογες προσπάθειες στο μέλλον. μια κατάθεση ψυχής…
Μετά την τοποθέτηση του ιστορούμενου χωριού -και κωμόπολης πια- στο φυσικό γεωγραφικό του χώρο (Μέρος Α’), παρακολουθείται (Μέρη Β’-Γ’) η ιστορία του στοιχειοθετημένα από κάθε άποψη κατά χρονική περίοδο: Βενετοκρατία (1211-1669), Τουρκοκρατία (1669-1898), Κρητική Πολιτεία (1898-1913) και τα Νεότερα Χρόνια (1913 μέχρι σήμερα). Μεθοδολογικά, είναι αξιοσημείωτο ότι το βιβλίο, κινείται παράλληλα στον άξονα του χρόνου, παραθέτοντας τα στοιχεία του κατά χρονολογική σειρά, και στον άξονα μιας παραγωγικής πορείας. Πιο συγκεκριμένα, προηγείται μια γενική αναφορά στην κάθε ιστορική περίοδο και ακολουθεί η εξειδίκευση στο Ατσιπόπουλο, δημιουργώντας μια σχέση «προθάλαμου – θάλαμου» ή «συγκοινωνούντων δοχείων» μεταξύ Εθνικής-Κρητικής και Τοπικής Ιστορίας-μικροϊστορίας. Ακολουθούν η εξέλιξη του Χωριού σε όλους τους τομείς του πολιτισμού (Μέρος Δ’- Ε’), οι άνθρωποι του χωριού και τα βασικά επώνυμα των Ατσιπουλιανών (Μέρος Στ’) και τα τοπωνύμια του χωριού (Μέρος Ζ’). Το βιβλίο ολοκληρώνεται με ένα επίλογο σοβαρού προβληματισμού για το παρόν και το μέλλον του χωριού και κλείνει με μια πλούσια Βιβλιογραφία.
Αναμφισβήτητα, το πόνημα του Γεωργίου Περπιράκη αποτελεί ένα επίπονο εγχείρημα, πολύ δύσκολο, παράτολμο θα έλεγα, λόγω του πολυδιάστατου αντικειμένου του, αλλά και λόγω της συναισθηματικής, λόγω καταγωγής, σχέσης του συγγραφέα με το συγκεκριμένο τόπο που ιστορεί, μέσα στη μικροκοινωνία του οποίου μάλιστα ζει, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει σε επίπεδο τυχόν αναστολών.
Αναμφισβήτητα, επίσης, το βιβλίο αυτό θα λειτουργεί ως μία κιβωτός της τοπικής ιστορίας μας, ως μια πηγή ετερογνωσίας και αυτογνωσίας, ως ένα ανάχωμα αντίστασης στη φθορά του χρόνου. Τώρα, αν τυχόν κάποια στοιχεία δεν «πρόλαβαν» να μπουν στην κιβωτό ή αποκλείστηκαν από αυτήν, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το παρελθόν το προσεγγίζουμε όχι μόνο με βάση τη λογική αξιολόγηση των στοιχείων που έχουμε στη διάθεσή μας, αλλά και με βάση -όσο ελάχιστη κι αν είναι αυτή- τη συναισθηματική διάθεσή μας απέναντι σ’ αυτά, που επηρεάζει την οπτική μας γωνία. Σημασία έχει η επίγνωση της α-λήθειας αυτής. Δίκαια, λοιπόν, ο ίδιος συγγραφέας επιλογικά «παραδίδοντας στην κρίση του αναγνώστη, ζητά την επιείκειά του για τις τυχόν παραλείψεις αλλά και τη βοήθειά του για να εκλείψουν».
Πιστεύω, όμως, ότι ο συγγραφέας προσέγγισε τα ανώτερα δυνατά όρια του θετικού συγγραφικού αποτελέσματος που θα μπορούσε να πετύχει ένα μονοπρόσωπο συγγραφικό υποκείμενο, ένα βιβλίαθλο. Θα έλεγα ότι μας άνοιξε διάπλατα την πανέμορφη και συμβολική παλιά ατσιπουλιανή θύρα του εμπροσθόφυλλου και μέσα από τα «δωμάτια» και τις φωτογραφίες του βιβλίου του μας ξενάγησε με ιεροτελεστικό σεβασμό στο ιστορικό χωροχρόνο του χωριού του, με ένα τρόπο που σίγουρα μας αφήνει να αισθανόμαστε «πιο πλούσιοι με όσα κερδίσαμε στο δρόμο», κατά τον καβαφικό στίχο. Η ιστορική γέφυρα του Ατσιποπούλου, που εικονίζεται στο οπισθόφυλλο, εκτός από την πικρή γεύση, μας αφήνει ως επίγευση το γεφυροποιό ρόλο του συγγραφέα και του βιβλίου του προς το παρελθόν. Άξιος ο έπαινος στο σχεδιαστή του εξωφύλλου Χρήστο Μοσχόπουλο.
Το βιβλίο εκτός από τον ενημερωτικό/γνωστικό στόχο ανταποκρίνεται και στο διδακτικό, ιδιαίτερα σημαντικό σε μια εποχή με προτυπικά ελλείμματα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στο Α’ Μέρος του βιβλίου προτάσσεται το ποίημά «Τ’ Ατσιπόπουλο», του ασυμβίβαστου αντιστασιακού λαϊκού λογοτέχνη Γιάννη Μάρκου Δαλέντζα, που αποτελεί ένα ιστορικό ηρωικό περίγραμμα του συμβολοποιημένου χωριού, ένα μηνυματικό συνταίριασμα τοπικής ιστορίας και φύσης.
Παίρνοντας συνειρμικά αφορμή από αυτό, θα ήθελα στο σημείο αυτό να πω ότι ο Γεώργιος Περπιράκης είναι όχι μόνο «διά βίου» διδασκόμενος αλλά και «διά βίου» δάσκαλος: Σπούδασε και μάλιστα αρίστευσε κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Υπηρέτησε ως δάσκαλος της τάξης και ως δάσκαλος των δασκάλων (Σχολικός Σύμβουλος και Επιμορφωτής στο Περιφερειακό Επιμορφωτικό Κέντρο Ηρακλείου, το γνωστό συντομογραφικά Π.Ε.Κ.). Η συνταξιοδότησή του τον έθεσε εκτός σχολικής τάξης, αλλά όχι και εκτός των τάξεων των πνευματικών ανθρώπων της δημιουργικής προσφοράς, όπως το συγκεκριμένο βιβλίο, από το οποίο δεν εισέπραξε ούτε ένα… υπέρπυρο, για να θυμηθούμε και την ετυμολογία του επιθέτου του. Διδάσκει όμως και με ένα άλλο τρόπο: ως «ποτέ από το χρέος μη κινών». Και μια μαρτυρία υπέρ αυτού είναι το ότι δεν εγκατέλειψε τη συγγραφή του βιβλίου, παρά τις όποιες παράλληλες αντιξοότητες, με εντονότερη την απώλεια του πολυαγαπημένου του αδελφού Χαρίλαου στην πιο ώριμη στιγμή κοινωνικής του δράσης. (Το τελευταίο το αναφέρω, γιατί ένα βιβλίο δεν είναι απλώς το χαρτί και το περιεχόμενό του. είναι και η ιστορία της συγγραφής του, δηλαδή η ιστορία του συγγραφέα του).
Καταληκτικά θα έλεγα ότι ο συγγραφέας με το βιβλίο του αυτό αναδεικνύεται, «λόγω και έργω», σε ένα από τους Δρυγιάδες των στίχων που προέταξα στο παρόν δημοσίευμα.
Γιώργος Φρυγανάκης
g_frygan@hotmail.com