ΑΠΕΡΓΙΑ ΕΩΣ ΘΑΝΑΤΟΥ

 

Του Σταύρου Κατζουράκη

Θρηνεί ο ουρανός της Τουρκίας, ο Θεός της οργίζεται, η
Δημοκρατία της ασπαίρει κι ο λόγος για τις αθλείς συνθήκες
διαβίωσης των πολιτικών κρατούμενων στις φυλακές της,
χειρότερες κι από κείνες του μεσαίωνος. Κοιτάζει λοξά ο
φυλακισμένος , θάνατος. Λέει πεινώ, πάλι θάνατος. Η πολιτική
εξουσία βάρβαρη, ανελέητη, άδική κατά πάντα ποδοπατεί
εγγυήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα θωρεί και τα θεωρεί
αποχρωματισμένα μπαϊρια, οι θορυβώδεις διεθνείς οργανισμοί
στρέφουν το πρόσωπό τους αλλού. Τα συμφέροντα, τα πολιτικά,
τα οικονομικά, τα στρατηγικά ορίζουνε τςι τύχες των ανθρώπων.
Τα συμφέροντα και τα κέρδη, αυτά τ’ ανθρωποβόρα τελώνια. Και
τα φέρετρα των κρατούμενων πάνε κι έρχονται όμοια με τεράστια
κύματα που δεν ξέρεις τη δύναμή τους, την αρχή και το τέλος τους.
Απεργία πείνας, δεν είναι εργασιακή απεργία, είναι αηδία για την
Εξουσία μια μορφή θυσίας, εθελοθυσίας, η κραυγή για δικαιοσύνη,
για παγκόσμια δικαιοσύνη. Η ευαισθησία στο μεγαλείο της και η
γενναιότητα στο απόγειό της. Όλο τον κόσμο αφορούνε οι πράξεις
αυτές. Δεν έχει φύλο και φυλή ο πόνος κι ο άγιος στεναγμός δεν
έχει, αδερφοί.
Σωπά η υποκριτική Δύση του πολιτισμού και της αιώνιας Άνοιξης,
βουβή κι η Νέμεσις για τα συντελούμενα αποτρόπαια στη γειτονιά
μας, μα το κακό σωπά κι ο ποιητής, εκείνος που ανάβαθα, ανόητα
ή χρησιμικά δεν στιχουργεί. Η φούχτες του δεν έχει πλεον ελπίδα
για να σπείρει μηδέ ο στίχος του καημό. Του τα κατάλυσεν ο
Πλούτος ή ο τρόμος ή η δίψα του για προβολή. Δεν άκουσε ουτ’
ένιωσε το Θεϊκό Αισχύλο, τον ποιητή του πρέποντος.
Εκείνος για τις πανανθρώπινες ιδέες του ξορίστηκε στ’αλαργινά
του κόσμου, ξεψύχησε στ’ακρόποδα της Αίτνας. Ξεψύχησε, μα
έμεινε ο στίχος του για να τον τραγουδάνε οι αιώνες. Εσένα
βραβευμένε ποιητή ποιος θα σε τραγουδεί; Όταν περάσουν δύο
φεγγάρια θα’ χεις τελείως ξεχαστεί. Δεν ξεχνιέται ο στίχος της
επανάληψης: «Της σης λατρείας, την εμήν δυσπραξίαν, ουκ αν

αλλάξαιμ’ εγώ ..». «Με τη σκλαβιά σου δεν θα’ αλλαζα ποτέ τη
συμφορά μου..», δηλώνει ο Προμηθεύς στον Ερμή.
Τη βοήθεια σου εκζητούνε οι αδικημένοι του κόσμου ποιητή. Το
πνεύμα που δεν πολεμιέται με στρατούς και λόγχες αυτό το
πνεύμα τρέμουνε οι Εξουσίες της επιορκίας και του βαρβαρισμού.
Με μια ζωγραφιά πλάθεις μια θεότητα και μ’ ένα στίχο οδηγείς ένα
λαό στο λυτρωμό. Επι σε ελπίζουν οι λαοί κι ο χειμαζόμενος
Τούρκος. Επί σε διανοούμενε καταφύγιο και ποδηγέτη του κόσμου.
Ακουσε το θρήνο και το λυγμό των μανάδων, άκουσε και
πολέμησε, αν αγαπάς την τέχνη σου και το Θεό σου.
Ιουλης ’96 Αισχύλου «Προμηθέας Δεσμώτης», στίχος 966
Τριτη 6 Αυγούστου 1996
Εφημ. «Ρεθεμνιώτικα Νέα»

Αφήστε μια απάντηση