Πόνημα του πρωτοπρεσβύτερου, επικ. καθηγητή Χρ. Αρχαιολογίας και Τέχνης, Χαράλαμπου Κ. Καμηλάκη
Του ΓΙΩΡΓΗ ΕΜΜ. ΜΑΥΡΟΤΣΟΥΠΑΚΗ*
Το πρόσφατο πόνημα (έκδοση, Φεβρουάριος 2020) του πρωτοπρεσβύτερου, επικ. καθηγητή Χρ. Αρχαιολογίας και Τέχνης, Χαράλαμπου Κ. Καμηλάκη, είναι προϊόν επισταμένης επιστημονικής έρευνας διδακτορική διατριβή, με θέμα πρωτότυπο, ιδιαίτερου τοπικού ενδιαφέροντος, άμεσα αναφερόμενο στην ιδιότητά του ως θρησκευτικού λειτουργού και με περιεχόμενο σχετικό με τοπικά ιστορικά και κοινωνικά δεδομένα. Είναι το επιστέγασμα μιας ευδόκιμης ιερατικής, εκπαιδευτικής και κοινωνικής διαδρομής, η -μέχρι τώρα- κορωνίδα της συγγραφικής προσφοράς του.
Πρόκειται για την από κάθε άποψη επιμελημένη έκδοση «Αντώνιος Χατζή Γεωργίου Βεβελάκης. ΡΕΘΥΜΝΙΟΣ ΚΡΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ (1819-1914)», με την οποία ο π. Χαράλαμπος αναδεικνύει το έργο και τα καλλιτεχνικά γνωρίσματα του αγιογράφου Αντωνίου Βεβελάκη, ο οποίος υπήρξε ο σημαντικότερος στο είδος του Ρεθύμνιος δημιουργός της νεότερης εποχής.
Είναι έργο που καταρχήν απευθύνεται σε ειδικούς, σε εξοικειωμένους με την Τέχνη της χριστιανικής ζωγραφικής, σε μελετητές και ερευνητές της, αλλά και στον καθένα φιλότεχνο, θρησκεύοντα ή μη, που ενδιαφέρεται να μυηθεί στα μυστικά της ιδιαίτερης αυτής Τέχνης. Θα έλεγε κανείς ότι η μελέτη του βιβλίου κινητοποιεί το ενδιαφέρον αυτό.
Γνωρίζομε ότι η χριστιανική ζωγραφική, έκφραση της οποίας αποτελεί η αγιογραφία, υπηρετεί εντός του ναού σκοπούς κοσμητικούς, λατρευτικούς και ιστορικούς-αφηγηματικούς, ενώ η συμβολική λειτουργία της συνδέεται με θεολογικά – λειτουργικά σημαινόμενα.
Αντικείμενό της είναι η εικονογράφηση αγίων προσώπων, βιβλικών σκηνών και παραστάσεων με ορισμένη τεχνοτροπία, είτε για την ιστόρηση του εσωτερικού των ναών είτε για την κατασκευή φορητών εικόνων ή τη διακόσμηση χειρογράφων κλπ. Σκοπός του αγιογράφου, κατά τον Β. Φειδά, είναι «όχι η πρόκληση καλλιτεχνικής συγκινήσεως με την κατά το δυνατόν πληρέστερη αξιοποίηση των καλλιτεχνικών μέσων της κοσμικής ζωγραφική… αλλά α) η πνευματική μεταρσίωση των πιστών, σύμφωνα με τα εικονιζόμενα πρόσωπα των αγίων της πίστεως, β) η θρησκευτική διδασκαλία που με τις ιστορούμενες παραστάσεις προσφέρεται ως αυθεντική εξεικόνιση θεμάτων της πίστεως με διδακτικό περιεχόμενο, τα οποία γίνονται «βιβλία» όχι μόνο για τους αγράμματους αλλά και γενικά για όλους τους πιστούς και γ) η προσφορά του γενικότερου για την ανθρωπότητα λυτρωτικού μηνύματος του χριστιανισμού δια μέσου του οργανικού συνόλου του προγράμματος των εικονογραφικών κύκλων στην αγιογράφηση των ναών».
Η αγιογραφία έχει βαθιές ρίζες στην πολιτιστική παράδοση της Κρήτης, αφού η Κρητική αγιογραφική σχολή υπήρξε κλάδος της παλαιολόγειας καλλιτεχνικής αναγέννησης του 15ου αιώνα με τα δικά της τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά και με σημαντικότατους εκπροσώπους, όπως ο Θεοφάνης ο Κρης, ο Μιχαήλ Δαμασκηνός, ο Εμμανουήλ Τζάνε Μπουνιαλής και άλλοι.
Γράφει ο π. Χαράλαμπος: «η άλωση της Κρήτης από τους Τούρκους ήταν η χαριστική βολή στη λαμπρή παράδοση της Κρητικής ζωγραφικής. Οι καλύτεροι ζωγράφοι εγκατέλειψαν το νησί τους και μετακόμισαν στα Εφτάνησα, στη Ιταλία και σε άλλες περιοχές δεχόμενοι τις επιρροές της Δυτικής ζωγραφικής, δια μέσου των διαφόρων χαρακτικών. Όσοι έμειναν δημιούργησαν εργαστήρια στα μεγάλα κέντρα της Μεγαλονήσου. Αρχές του ΙΘ’ αιώνα λειτουργούσαν δύο σχολεία ζωγραφικής στο Ηράκλειο… Η ζωγραφική, κατά την περίοδο αυτήν, αποτελεί ένα ξέσπασμα και μια νέα έκφραση ψυχής του αγωνιζόμενου Κρητικού λαού να κρατήσει τα πιστεύματά του, λειτούργησε δε σαν αντίσταση πνευματική κατά του Ισλαμισμού και της προσπάθειας αλλοίωσης της πολιτιστικής κουλτούρας του από τον κατακτητή… ο ΙΘ’ αιώνας χαράσσει νέο δρόμο στη θρησκευτική ζωγραφική με δυτικά χαρακτηριστικά στοιχεία».
(σελ. 23)
Συνεχιστής της παράδοσης αυτής θεωρείται ο Αντώνιος Βεβελάκης, αγιογράφος, βασικά, φορητών εικόνων, οι οποίες βρίσκονται σε ναούς της περιοχής του Ρεθύμνου και της Κρήτης αλλά και αλλού (Αθήνα, Σύρος, Νάξος, κ.α.). Το έργο του είναι πλούσιο σε παραγωγή, με ποικιλία θεματική και καλλιτεχνικό ενδιαφέρον, πρόσφορο για μελέτη και έρευνα.
Αναφέρει σχετικά ο π. Χαράλαμπος: «Το έργο του καταπλήσσει, γοητεύει και συναρπάζει. Το συναντήσαμε σε πολλούς τόπους, μεταξύ των οποίων στην Κρήτη, στην Αθήνα, σε διάφορα νησιά, σε ιδιωτικές συλλογές κ.α. Διάσημος, για την εποχή του, ο Αντώνιος Βεβελάκης, υπήρξε πληθωρική προσωπικότητα και σφράγισε ένα σχεδόν αιώνα δράσης και δημιουργίας. Ζωγράφιζε μέχρι τα 90 χρόνια της ζωής του και άφησε εκατοντάδες φορητές εικόνες. (Είναι) συνεχιστής της Μεταβυζαντινής δυτικότροπης αγιογραφίας… με επιδράσεις από τα ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής του, όπως αυτά εκφράζονταν από τα καλλιτεχνικά εργαστήρια του Αγίου Όρους …κρατώντας το άρωμα, το ύφος και το ήθος της Ορθόδοξης Μεταβυζαντινής ζωγραφικής, η οποία, παρά τα πολλά δυτικότροπα στοιχεία, εντυπωσιάζει και συγκινεί μέχρι σήμερα…».
Αναφέρθηκε προηγουμένως ότι πρόκειται για μια έκδοση πλούσια σε περιεχόμενο, με ποικιλία υλικού, αναγνωστικού και εικονιστικού, με σαφώς οριοθετημένη και υποβοηθητική της μελέτης δομή, στο σύνολο και στα επιμέρους, με υψηλής ποιοτικής στάθμης εκτυπωτικά χαρακτηριστικά. Είναι ένα βιβλίο 832 σελίδων, το οποίο χωρίζεται σε πέντε μέρη και το καθένα από αυτά σε επιμέρους κεφάλαια.
Μετά τον πρόλογο, στο Α’ μέρος γίνεται λόγος για την ιστορική πορεία της Κρήτης μετά την τουρκική κατάκτηση, για τη θρησκευτική ζωγραφική κατά τον ΙΘ’αιώνα, ενώ παραθέτονται και τα βιογραφικά στοιχεία του Αντωνίου Βεβελάκη.
Το Β’ μέρος, το πλέον σημαντικό και ιδιαίτερα εκτεταμένο, είναι αφιερωμένο στην ανάλυση των έργων του αγιογράφου, τα οποία διακρίνονται σε χρονολογημένα και ενυπόγραφα και σε χρονολογημένα ανυπόγραφα αποδιδόμενα σ’ αυτόν. Παρουσιάζονται και αναλύονται 161 ενυπόγραφες εικόνες και 69 ανυπόγραφες.
Το Γ’ μέρος αφορά Προσωπογραφίες, Χαρακτικά, Εικονογραφήσεις βιβλίων και Κειμήλια. Το Δ’ τους αφιερωτές και παραγγελιοδόχους, ενώ σε χωριστό κεφάλαιο σχολιάζονται οι τύποι της υπογραφής του ζωγράφου. Στο Ε’ αναλύονται και ερμηνεύονται η Τέχνη, η τεχνική και η τεχνοτροπία του Βεβελάκη. Ακολουθεί Παράρτημα με κώδικες, κατάστιχα και έγγραφα, βιβλιογραφία, κατάλογος των εικόνων, χαρακτικών και προσωπογραφιών του Βεβελάκη, μαζί με συγκριτικό υλικό και στο τέλος ευρετήριο ονομάτων.
Προειπώθηκε ότι το κύριο μέρος του βιβλίου είναι το Β’, σελ.37-515, όπου γίνεται η περιγραφή και η ανάλυση της κάθε εικόνας ξεχωριστά με παραπομπή στον εικονογραφικό κατάλογο του τέλους. (Να σημειωθεί ότι, αν ήταν εκτυπωτικά δυνατόν η κάθε εικόνα να έχει τυπωθεί δίπλα στο κείμενο που την αναλύει, θα υπήρχε μεγαλύτερη αναγνωστική άνεση, αλλά μάλλον ήταν δύσκολο).
Είναι εντυπωσιακή η παρουσίαση του κάθε έργου, δείγμα της συγκροτημένης μελέτης, της ενδελεχούς έρευνας, του ερευνητικού μόχθου, αλλά και της εγκυρότητας του αποτελέσματος.
Συγκεκριμένα, για κάθε εικόνα αναφέρονται: το θέμα, οι διαστάσεις και το είδος, ο τόπος, η χρονολογία, ο χώρος και η αφιερωτική επιγραφή. Ακολουθεί αναλυτική περιγραφή της και στη συνέχεια παρατηρήσεις – σχόλια του συγγραφέα. Τα σχόλια αυτά αποτελούν την «προσωπική ματιά» του μελετητή, την κριτική ερευνητική του αποτίμηση, ένα από τα κύρια «μέτρα» της όλης βαρύτητας του εγχειρήματος.
Η λεπτομερέστατη περιγραφή αποδίδει τη γενική εικόνα των ιστορούμενων, προσώπων και περιβάλλοντος χώρου, με επιμέρους εστιάσεις στη θέση του σώματος, στα χαρακτηριστικά του προσώπου (-ων), στη στάση ή στην κίνηση της κεφαλής ή άλλων μελών, στα από τα χέρια φερόμενα, στα ενδύματα με την ποικιλία των χρωματισμών, στο ευρύτερο χρωματικό πλαίσιο, σε όλα όσα αναδεικνύουν τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα του έργου. Οι παρατηρήσεις αναφέρονται σε ιστορικές αναφορές, λατρευτικά και συμβολικά στοιχεία, σε τεχνοτροπικές επισημάνσεις, ακόμη και σε κρίσεις σχετικές με τεχνικές αδυναμίες της συγκεκριμένης αγιογραφικής σύνθεσης.
Η ζωγραφική είναι Τέχνη και της εναλλαγής των χρωμάτων και των εντυπώσεων που προκαλεί η αντιθετική ή συνδυαστική συνύπαρξή τους. Αυτό θέλει να τονίσει ο μελετητής του έργου του Βεβελάκη, δίνοντας έμφαση στην περιγραφή του χώρου -φυσικού περιβάλλοντος ή κτίσματος- με τον τονισμό των χρωματικών εναλλαγών που υπάρχουν ανάμεσα στα ιστορούμενα. Η έμφαση στην απόδοση των αποχρώσεων και των διακυμάνσεών τους αισθητοποιεί τον «κόσμο» της εικόνας και δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να οπτικοποιήσει τη σύνθεση στη φαντασία του, πριν την αντιπαραβάλει με την αντίστοιχη στο φωτογραφικό παράρτημα. Η αναλυτική περιγραφή προβάλλει παραστατικά το απεικονιζόμενο γεγονός, αναδεικνύοντας και τη μικρότερη λεπτομέρεια, τη μη ορατή πιθανόν σε πρώτη παρατήρηση, η οποία όμως έχει τη συμβολική ή λατρευτική σημασία της. Εντυπωσιάζει η ακριβής ανάδειξη των εκφραστικών χαρακτηριστικών του κάθε προσώπου, με την οποία γίνεται προσπάθεια να αποδοθεί όχι μόνο η εξωτερική εικόνα του, αλλά και το βάθος της εσωτερικότητας και η ιδιαίτερη απόχρωση του ύφους του. Οι επίμονες αναφορές σε λεπτομερειακού τύπου διαφοροποιήσεις εικόνων της ίδιας θεματικής, φανερώνουν την επιμελή, κοπιώδη μελέτη του ερευνητή.
Από τεχνική άποψη εξετάζονται για κάθε εικόνα δεδομένα, όπως η διάπλαση, η πλαστικότητα και η ιδιοτυπία των μορφών, η συμμετρία των εικονιζόμενων προσώπων και η προοπτική, ενώ επισημάνσεις τεχνοτροπικού χαρακτήρα (ρεαλιστικά, νατουραλιστικά, συμβολιστικά, δυτικόφερτα στοιχεία), παράλληλα με την ανάδειξη της ποικιλίας των χρωματικών διαβαθμίσεων και την ερμηνεία της χρήσης των χρωμάτων, σηματοδοτούν την καλλιτεχνική ταυτότητα του έργου.
Αντικείμενο της ερευνητικής προσπάθειας είναι και η σύγκριση με ομόθεμα έργα παλαιότερων αγιογράφων και η αναζήτηση προτύπων από τα οποία πιθανόν εμπνεύστηκε ο Βεβελάκης. Οι συγκρίσεις αφορούν στην απόδοση των προσώπων και του φυσικού περίγυρου, στις χρωματικές κλίμακες και σε άλλα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά. Ως προς τις επιρροές, γίνεται λόγος για τον εικονογραφικό τύπο της εικόνας που υπήρξε πρότυπο από ζωγράφους και χαράκτες προηγούμενων εποχών, των παλαιολόγειων χρόνων, της μεταβυζαντινής περιόδου, αλλά και από τη δυτική αγιογραφική παράδοση, από την οποία δέχτηκε πολλές επιδράσεις.
Η έρευνα επεκτείνεται και στον σχολιασμό των αποσπασμάτων με βιβλικό περιεχόμενο, τα οποία κρατούν στα χέρια τους τα εικονιζόμενα πρόσωπα σε επιγραφική μορφή ή σελίδες βιβλίων.
Στο Ε’ μέρος (σελ. 563-587) ο π. Χαράλαμπος μελετά την Τέχνη, τεχνική και τεχνοτροπία του Αντωνίου Βεβελάκη συμπερασματικά. Σχολιάζει ευρύτερα τα καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά του αγιογράφου, στα πλαίσια της εποχής του αλλά και των επιδράσεων που δέχτηκε. Αναφέρεται στην εκσυγχρονιστική τάση που διαμορφώνει το αισθητικό του κριτήριο, που ως γνώρισμα έχει την αποδοχή των δυτικότροπων ζωγραφικών προτύπων, παράλληλα με την προσπάθειά του να ενσωματώσει στο έργο του στοιχεία της παραδοσιακής εικονογραφίας. Αναφέρεται στις διαβαθμίσεις της καλλιτεχνικής του εξέλιξης, σε νέα στοιχεία που υιοθέτησε (ελαιογραφία, γεωμετρική προοπτική, γλυκερά πρόσωπα, φωτοσκίαση, κ.α.), στο δυαδικό ύφος του, αλλά και σε αδυναμίες της τεχνικής του με παραδειγματικές επισημάνσεις σε συγκεκριμένε εικόνες. Επισημαίνει την φυσιοκρατική τεχνοτροπία με την ποικιλία των έντονων αντιθετικών χρωματισμών που δίνει συχνά ένα ρομαντικό τόνο στο έργο.
Τα «Συμπεράσματα» στις σελίδες 587-592 παρουσιάζουν τα πορίσματα της ερευνητικής προσπάθειας του συγγραφέα, συνοψίζοντας την αποτίμηση για την καλλιτεχνική προσωπικότητα του Αντωνίου Βεβελάκη, για το περιεχόμενο, τις επιρροές, τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά και τη γενικότερη κοινωνική απήχηση του έργου του.
Η εργασία αυτή είναι αποτέλεσμα ερευνητικού ζήλου και πολύμοχθης προσπάθειας. Ο συγγραφέας με την έρευνά του σε πεδίο «αχαρτογράφητο» κατάφερε να αναδείξει το έργο του σημαντικότερου Ρεθύμνιου θρησκευτικού ζωγράφου της νεότερης εποχής. Όπως λέει ο ίδιος «…η διαχρονική μελέτη του σπουδαίου και σημαντικού έργου του Ρεθύμνιου ζωγράφου, αποτελεί θεμέλιο λίθο για την σπουδή και την αξιολόγηση της νεοελληνικής θρησκευτικής ζωγραφικής στο Ρέθυμνο και όχι μόνο…».
Για τους ειδικούς, λοιπόν, είναι ένα εξαιρετικό «εργαλείο» για περαιτέρω έρευνα, εξειδικευμένη ή ευρύτερη. Για τον απλό ενδιαφερόμενο αναγνώστη είναι καθοδηγητική «ξενάγηση» στα μυστικά μιας Τέχνης παραδοσιακής, που άπτεται της καθημερινότητάς του, αφού ο χριστιανικός ναός, το περιβάλλον και η ατμόσφαιρά του είναι χώρος οικείος, συνδεόμενος με σημαντικές στιγμές της ζωής του, αλλά και με συνήθειες και ήθη του καθημερινού βίου, λατρευτικές ή εθιμικές.
Ο π. Χαράλαμπος γράφει: «Η ενασχόλησή μου με τη μεγάλη προσωπικότητα του ταλαντούχου Ρεθύμνιου ζωγράφου, με γέμισε ενθουσιασμό, θαυμασμό, έκπληξη, πολιτιστικό πλούτο και πνευματική πληρότητα». Είναι βέβαιο ότι και ο αναγνώστης του βιβλίου μελετώντας το θα κινητοποιηθεί πνευματικά, θα κεντριστούν τα καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα και θα εμπλουτισθούν οι πολιτιστικές εμπειρίες του.
* Ο Γιώργης Εμμ. Μαυροτσουπάκης είναι φιλόλογος