Με φλογερά άρθρα ευαισθητοποιούσε για το κρητικό ζήτημα
-Απόγονός του ο γνωστός αντιστασιακός και συγγραφέας
Όταν είδα σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Ομόνοια» που εκδιδόταν στην Αλεξάνδρεια το όνομα Αντώνιος Βιστάκης ξαφνιάστηκα. Ήρθε αμέσως στο νου μου ένας υπέροχος άνθρωπος που δυστυχώς τον ξεχάσαμε κι αυτόν. Έμενε στην οδό Εθνάρχου Μακαρίου δίπλα από το αρχοντικό των Στρατιδάκηδων. Το σπίτι του μάλιστα το κληροδότησε στους Προσκόπους, το Σώμα που υπηρέτησε με εφηβικό ενθουσιασμό μέχρι το τέλος της ζωής του.
Δεν επρόκειτο όμως γι’ αυτόν που είχα υπόψη μου. Η νεκρολογία γράφτηκε Ιανουάριο 1886 αλλά ο Βιστάκις που γνώριζα γεννήθηκε το 1909. Ποιος ήταν όμως ο νεκρός που εκθείαζε η εφημερίδα;
Το σημαντικότερο είναι ότι τη νεκρολογία αναδημοσίευσε η τοπική εφημερίδα «Αρκάδιον». Αν σκεφτούμε με πόση δυσκολία και καθυστέρηση μαθαίνονταν τα νέα εκείνη την εποχή καταλαβαίνουμε ότι η προσπάθεια να υπάρχει η είδηση και στην τοπική εφημερίδα σήμαινε πολλά για την προσωπικότητα του νεκρού.
Ποιος ήταν αλήθεια αυτός ο Αντώνιος Βιστάκις από την Αλεξάνδρεια και είχε φύγει σε ηλικία μόλις 38 ετών;
Μια διάνοια του επιχειρείν
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1848, από πατέρα με μεγάλη αγωνιστική δράση, γόνο ιστορικής οικογένειας και μητέρα το γένος Σαν Τζώρτζιο. Ήταν γαμπρός επ’ αδελφή του Δημητρίου Γ. Λεφάκη, μεγαλέμπορου, διερμηνέα του ιταλικού υποπροξενείου και σημαντικού στελέχους της τοπικής κοινωνίας. Ήταν, καθώς λέγεται, από τους πρωτεργάτες της κατασκευής της προκυμαίας του Ρεθύμνου.
Ο Αντώνιος μετά από τις σπουδές του, μεγάλο προνόμιο για νέο της εποχής, επιδόθηκε στο εμπόριο και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία. Ξεκίνησε από το Ρέθυμνο, αλλά με εύστοχες και μελετημένες επιχειρηματικές κινήσεις επεκτάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και πριν από την επανάσταση του 1878 στο Λονδίνο.
Εκεί μεγαλουργούσε και δεν άργησε να καταξιωθεί σαν μια υπολογίσιμη μονάδα στο χώρο του επιχειρείν. Ζούσε από μακριά τις εξελίξεις στο νησί και ήταν διαρκώς σε ετοιμότητα.
Η είδηση για το νέο ξεσηκωμό ήταν φυσικό να μην αφήσει αδιάφορο τον νεαρό ευπατρίδη. Η πρώτη του σκέψη ήταν να έρθει στο νησί και να πολεμήσει. Οι προγονικές φωνές, καθώς και η μεγάλη αγωνιστική δράση του αγωνιστή πατέρα του, αυτό επέβαλαν στη συνείδησή του. Η τουρκική διοίκηση του νησιού όμως που είχε τον τρόπο να ενημερώνεται για τις διαθέσεις των επωνύμων, εμπόδισε την άφιξή του. Δεν κατάφερε όμως καμιά απειλή και προειδοποίηση για τους κινδύνους που διέτρεχε, να «φιμώσει» την πένα του. Με δυναμισμό και φλογερή από πατριωτικό πάθος γραφή άρχισε να δημοσιεύει άρθρα στις μεγαλύτερες εφημερίδες του Λονδίνου, αναλύοντας τα πάθη της μαρτυρικής πατρίδας του. Είχε αρχίσει μάλιστα να ευαισθητοποιεί την κοινή γνώμη υπέρ της μαρτυρικής νήσου.
Η έντονη αυτή δράση του στάθηκε μοιραία για τις επιχειρήσεις του που υποχρεώθηκε να διακόψει «κατ’ αίτησιν της Αγγλικής Κυβερνήσεως, και τη συστάσει της εν Λονδίνω Ελληνικής Πρεσβείας…».
Αυτό όμως δεν επηρέασε το πατριωτικό του φρόνημα όσο κι αν οι εξελίξεις δοκίμασαν τις αντοχές του.
Ο Βιστάκις έφυγε από το Λονδίνο και πήγε στην Κύπρο, όπου ανέλαβε τη θέση του Οικονομικού Εφόρου του νησιού. Σύντομα προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα και απέκτησε έναν κύκλο επιφανών που πίστευαν στις ικανότητές του. Όπως ήταν αναμενόμενο και στον τομέα αυτό άφησε φήμη του πλέον έντιμου και συνεπούς κρατικού λειτουργού.
Ο πληθωρικός σε αρετές χαρακτήρας του, επίσης, τον είχε καταξιώσει στην τοπική κοινωνία που τον εκτιμούσε ιδιαίτερα.
Δεν άργησε όμως να κληθεί σε νέα πιο σημαντικά καθήκοντα και να αλλάξει περιβάλλον.
Μακριά από το νησί του
Το 1885, τον κάλεσαν στην Αίγυπτο και του ανέθεσαν την εκτέλεση των οχυρωματικών έργων στα μεσημβρινά μεθόρια της χώρας (Βάδη Χάλφα, Κορόσκου κ.λ.π).
Εκεί ασθένησε από γαστρικό πυρετό. Ταλαιπωρήθηκε για δυο βδομάδες και Γενάρη του 1886 πέθανε εκεί, στην ξένη γη, προκαλώντας με το θάνατό του βαρύ πένθος στους συγγενείς του στο Ρέθυμνο. Ιδιαίτερα η απώλεια αυτή στοίχισε στον Λεφάκη που έτρεφε ιδιαίτερα αισθήματα για τον αδελφό της συζύγου του εκτιμώντας το επιχειρηματικό πνεύμα του και την εξαιρετική του ευστροφία, που μπορούσε να διαχειριστεί με άνεση κάθε πρόβλημα, παρά τη νεαρή του ηλικία. Τον θεωρούσε αδελφό και θρήνησε το χαμό του. Κοντά σ’ αυτόν και η τοπική κοινωνία που ήξερε τη μεγάλη δράση του νεαρού που τιμούσε στο εξωτερικό τον τόπο του.
Η τοπική εφημερίδα «Αρκάδιον» αναδημοσιεύοντας την νεκρολογία από την εφημερίδα της Αλεξάνδρειας «Ομόνοια», προσθέτει μερικές γραμμές συμπαθείας για την οικογένεια του νεκρού, τονίζοντας το νεαρό της ηλικίας του και καταλήγοντας με την ευχή όπως «η ανάμνησις των αρετών των Αντωνίου να χύνη βάλσαμον παρηγορίας εις τας τεθλιμμένας καρδίας των…» (τηρήσαμε την ορθογραφία του κειμένου).
Ο Αντώνιος Βιστάκις δεν θα μπορούσε να λείψει από το μνημειώδες έργο του Γεωργίου Εκκεκάκη «Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη».
Ο αξέχαστος ιστοριοδίφης αξιοποίησε το δημοσίευμα της εφημερίδας «Αρκάδιον» και μια επιστολή Αδέλκη Ι. Ρογκάν προς το Μανό Αστρινό (19-3-1991).
Έτσι γνωρίζουμε έναν ακόμα εξαίρετο Ρεθεμνιώτη που πρόλαβε να αφήσει ένα σημαντικό και αξιομνημόνευτο έργο και μάλιστα εκτός των συνόρων πριν κοπεί το νήμα της ζωής το σε τόσο νεαρά ηλικία, πριν προλάβει να δημιουργήσει οικογένεια.
Αντώνης Βιστάκης ο αντιστασιακός
Είχα προαναφέρει για τον Αντώνιο Βιστάκη που γνώριζα και που το όνομά του κέντρισε το βλέμμα μου όταν ξεφύλλιζα την εφημερίδα «Αρκάδιον», όπου αναφέρει τη νεκρολογία εκείνου του νεαρού σπουδαίου επιχειρηματία.
Πολλές φορές αναζήτησα την ευκαιρία να κάνω ένα αφιέρωμα στον εξαίρετο εκείνο Ρεθεμνιώτη που έκανε αισθητή την παρουσία του από το αιώνια φωτισμένο γραφείο του στο ισόγειο του σπιτιού του, όπου περνούσε ατέλειωτες ώρες ανασκαλεύοντας το αρχείο του. Κι ήταν σπουδαίο αυτό το αρχείο.
Ο ίδιος ήταν ένας μετρίου αναστήματος άνδρας, με σπινθηροβόλο πνεύμα και εύστοχες πάντα παρατηρήσεις.
Από γενιά αγωνιστών
Αυτός ο Αντώνιος Βιστάκης του Νικολάου γεννήθηκε το 1909 στο Ρέθυμνο από την Ευανθία και το Νικόλαο Βιστάκη, ταχυδρομικό, εγγονό του οπλαρχηγού Μιχάλη Βιστάκη.
Η μητέρα του το γένος Μάρκου Παινεσάκη ήταν εγγονή του περίφημου Αγιοβασιλειώτη καπετάνιου Σαββόπωλου (Παύλου Σαββάκη).
Αυτός ο Παύλος γιος του Ευστρατίου Σαββάκη γεννήθηκε στα Σελλιά το 1825 και πέθανε στην Κάνεβο το 1867.
Ήταν κι αυτός γιος αγωνιστή του 1821 και ο ίδιος ξεκίνησε την αγωνιστική του δράση από την επανάσταση του 1858.
Το 1866 είχε γίνει αρχηγός του δυτικού τμήματος της Επαρχίας του και η δραστηριότητα που είχε αναπτύξει ήταν εντυπωσιακή. Δυστυχώς έπεσε και αυτός θύμα μισαλλοδοξίας. Δολοφονήθηκε από μίσος και αντιζηλία στη θέση Κάννεβος κοντά στο χωριό Άγιος Ιωάννης. Αναφέρονται και οι εκτελεστές του αλλά δεν είναι της παρούσης παρόμοιες αναφορές. Μετά το θάνατό του το ελεύθερο ελληνικό κράτος ανέλαβε το οικονομικό κόστος για τη μόρφωση των τριών γιων του και της θυγατέρας του Κατερίνας, συζύγου αργότερα του Μάρκου Παινεσάκη από το Βαφέ Αποκορώνου.
Ο Αντώνης Βιστάκης είχε πολλά να διδαχθεί από το ήθος και το υψηλό πατριωτικό φρόνημα των παππούδων του. Και προσπάθησε να στέκεται πάντα στο ύψος των περιστάσεων τιμώντας τη γενιά του.
Τέλειωσε το Δημοτικό στο Ηράκλειο και το Γυμνάσιο στα Χανιά. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία και πήρε μέρος στο Αλβανικό Μέτωπο και στη Μάχη της Κρήτης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της 75ης επετείου της θρυλικής μάχης ο εξαιρετικός Ρεθεμνιώτης συλλέκτης κ. Δημήτρης Σκαρτσιλάκης, παρουσίασε για μια ακόμα χρονιά στο κοινό ιστορικά ντοκουμέντα μέσα από την έκθεση φωτογραφίας που φιλοξενήθηκε στο Σπίτι του Πολιτισμού.
Ανάμεσα σε κείνο τον ιστορικό πλούτο ήταν κι ένα ειδικό αφιέρωμα στον Αντώνη Βιστάκη και το Δεύτερο Λόχο Πολυβόλων που διοικούσε στη μάχη του Σταυρωμένου.
Για τη δράση του αυτή ο Αντώνης Βιστάκης, είχε παρασημοφορεί και έφερε το βαθμό του έφεδρου ταγματάρχη. Έλαβε και άλλες διακρίσεις. Είχε τιμηθεί συγκεκριμένα με το Χρυσό Σταυρό μετά ξιφών του τάγματος του Γεωργίου του Α’, με τον πολεμικό σταυρό Γ’ τάξεως, το μετάλλιο εκστρατειών Ηπείρου – Μακεδονίας – Κρήτης, το μετάλλιο Εθνικής Αντίστασης 1941-1945, και το μετάλλιο Σώματος Προσκόπων.
Η δράση του στην Εθνική Αντίσταση ήταν σημαντική. Η σεμνότητα του ανδρός δεν μας επέτρεψε να ξέρουμε αρκετά για τη δράση αυτή. Από μαρτυρίες του μεγάλου αντιστασιακού Γιώργη Αγγελιδάκη, έχουμε πληροφορίες για τη δράση αυτή του Βιστάκη που ήταν αρχηγός Εθνικών Ανταρτικών Ομάδων μέχρι το 1945.
Όπως μας έλεγε ο αξέχαστος αντιστασιακός, με το Βιστάκη ήταν το ραντεβού στην Κάνεβο για τη διευθέτηση ενός πολύ σοβαρού θέματος που απασχολούσε τις δυο πλευρές.
Ο Αγγελιδάκης συνοδευόμενος από τους συναγωνιστές του Πέτρο Δουλγεράκη και Θανάση Μαρκογιαννάκη, ξεκίνησε εγκαίρως για να μην αφήσει το Βιστάκη να περιμένει για πολύ. Ήταν Απρίλης του 1944.
Η συντροφιά όμως του Αγγελιδάκη εντοπίστηκε από γερμανικό φυλάκιο εξαιτίας του όπλου που έφερε στον ώμο ο Θανάσης Μαρκογιαννάκης. Ο ήρωας αυτός όταν άρχισαν οι πυροβολισμοί παρότρυνε τους συντρόφους του να φύγουν. Φυσικά ούτε λόγος ότι θα έφερναν σε πέρας την αποστολή του. Ο Βιστάκης θα καταλάβαινε.
Σύντομα έμαθε κι αυτός το συμβάν που κατέληξε με το θάνατο του Μαρκογιαννάκη, που κάλυψε τους συντρόφους του μέχρι να διαφύγουν. Εκείνοι σώθηκαν, εκείνος βρέθηκε από τους Γερμανούς που είχαν πλησιάσει, στο μεταξύ, βαριά τραυματισμένος. Όταν διαπίστωσαν ότι δεν είναι σε θέση να τους δώσει στοιχεία, τον αποτελείωσαν.
Ο Βιστάκης ποτέ δεν αναφέρθηκε στο περιστατικό όπως το συνήθιζε. Ούτε φυσικά για τη μεγάλη του αρετή να γεφυρώνει τα χάσματα, μεταξύ των ομάδων που δημιουργούσαν οι ιδεολογικές θέσεις κάθε μιας.
Η ΕΟΡ έστελνε πάντα το Βιστάκη σε παρόμοιες αποστολές.
Ο Βιστάκης είχε την ιδεολογία του αλλά ποτέ δεν έδωσε αφορμή να κατηγορηθεί για μεροληψία. Τιμούσε ισάξια τους αγωνιστές απ’ όπου κι αν προέρχονταν.
Με την ίδια σιωπή και σκέπαζε κάθε του αντιστασιακή δράση, κάλυπτε και το μεγάλο του κοινωνικό έργο.
Γιατί ποτέ δεν ξέχασε τις υποχρεώσεις του απέναντι στον τόπο του. Σημαντική είναι η δωρεά του στα Σελλιά, όπου παραχώρησε μια μεγάλη έκταση για την ανέγερση Βρεφονηπιακού Σταθμού που εξυπηρέτησε την περιοχή αλλά και τα γύρω χωριά.
Ο Αντώνης Βιστάκης παντρεύτηκε το 1943, τη μαθηματικό Ευαγγελία Ακτουδιανάκη από το Ρέθυμνο.
Θυμάμαι την κυρία αυτή, που δίδαξε αρκετές γενιές μαθητών, να ασχολείται και με την ποίηση. Αρκετά από τα ποιήματα αυτά μου είχε δείξει κάποιες φορές, που τους είχα επισκεφθεί. Ποιος ξέρει αλήθεια που να βρίσκονται εκείνα τα ποιήματα.
Ο Αντώνης Βιστάκης μας άφησε και μια σημαντική πηγή πληροφοριών για τη γενιά του 40. Ήταν το βιβλίο του «Η Ελληνική Γενιά της δεκαετίας του 1940 από τη σκοπιά του έφεδρου αξιωματικού».
Το έργο του αυτό αναφέρεται σε γεγονότα που χρονικά συμπίπτουν με αρκετά από τα οποία έζησε ο ίδιος, πριν και μετά τη δεκαετία του 40, στην αρχή ως πολίτης και μετά (κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας) ως έφεδρος αξιωματικός. Αργότερα σε στρατιωτική μετεκπαίδευση κατά την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ως διοικητής λόχου προκάλυψης στα Χανιά και μετά την επίθεση των Ιταλών στην Ήπειρο, ως διοικητής εμπόλεμου λόχου στις επιχειρήσεις του μετώπου. Στη συνέχεια ως νοσηλευόμενος στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων και κατά την από αέρα επίθεση των γερμανών ως διοικητής λόχου νεοσυλλέκτων στη Μάχη της Κρήτης.
Οι αναφορές σε γεγονότα, οι δράσεις σωματείων, η πορεία του προσκοπισμού στο Ρέθυμνο είναι από τα κεφάλαια που κάνουν το βιβλίο αυτό πολύτιμη πηγή πληροφοριών.
Και οι αναφορές έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς αρκετές από αυτές είναι προσωπικές αναμνήσεις του συγγραφέα.
Ο αναγνώστης του βιβλίου, ακόμα και αν δεν έχει καμιά σχέση με το Ρέθυμνο, μετά την ανάγνωση έχει μια σαφή εικόνα από την πολιτιστική και κοινωνική ζωή του τόπου στη δεκαετία του 40 και τους μεγάλους ιστορικούς σταθμούς του τόπου την ίδια περίοδο.
Ίσως κάποιες εποχές το βιβλίο αυτό να φαινόταν μια εντελώς υποκειμενική πηγή πληροφοριών. Με την πάροδο των χρόνων όμως και την ωριμότητα που άρχισε να διέπει τις αντιλήψεις των νεότερων γενεών, το βιβλίο αυτό του Αντώνη Βιστάκη κατέχει μια επάξια θέση στα Κρητικά Γράμματα.
Ο Αντώνης Βιστάκης επίσης λάτρευε τον Αθλητισμό και τον Προσκοπισμό.
Πίστευε πολύ στα ιδεώδη αυτά που προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες στην διαπαιδαγώγηση των νέων.
Ο ίδιος πρωτοστατεί σε σπουδαίες πρωτοβουλίες των προσκόπων και δεν διστάζει, καθώς δεν είχε αποκτήσει παιδιά να αφήσει το σπίτι του στο Σώμα Ελλήνων Προσκόπων Ρεθύμνου.
Οφείλαμε μια παρουσίαση και του Ρεθεμνιώτη αυτού που σαν εργολήπτης δημοσίων έργων ήταν πολύ γνωστός, αλλά σαν κοινωνικός παράγων και σπουδαίος αντιστασιακός στην διάρκεια της γερμανικής κατοχής εντελώς άγνωστος.
Πηγές:
«Αρκάδιον»: εφημερίς Ιανουάριος 1886
Γεωργίου Εκκεκάκη: Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη
Κρήτη Αφιέρωμα: τ. 25 σ. 57
Μαρτυρίες Γιώργη Αγγελιδάκη στην Εύα Λαδιά
Θερμές ευχαριστίες στην εκλεκτή συμπολίτισσα συμβολαιογράφο κ. Ιωάννα Παπαδοπετράκη – Στεφανάκη για την πολύτιμη βοήθειά της.