ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ ΜΑΥΡΑΚΗΣ

Ο δάσκαλος, ο συγγραφέας, ο ιστορικός ερευνητής

 

συνέντευξη στην Αθηνά Πετρακάκη

Οι αναμνήσεις του Αλκιβιάδη Μαυράκη είναι αναμφίβολα συνυφασμένες με την
τοπική μας ιστορία. Έτσι ζητήσαμε από τον κ. Μαυράκη να θυμηθεί… και να μας
μεταφέρει εικόνες που έμειναν αναλλοίωτες στη μνήμη του.
Γεννήθηκα στα Περιβόλια Ρεθύμνου τον Ιούλιο του 1935. Οι προσωπικές μου
αναμνήσεις στην πρώτη πενταετία της ζωής μου όπως είναι φυσικό είναι μηδαμινές.
Η πρώτη μου ιστορική ανάμνηση ξεκινά από το τέλος του 1940 όπου στη γειτονιά
μου έφθασε η είδηση του θανάτου ενός στρατιώτη συγχωριανού μας τη Δημήτρη Α.
Λαγουδάκη που πολεμούσε στην Αλβανία. Θυμάμαι την απέραντη θλίψη και την οδύνη
της οικογένειας του νεκρού και όλων εμάς των γειτόνων του που συμμετείχαμε στο
πένθος τους. Στις αρχές του 1941, θυμάμαι τους Ιταλούς αιχμαλώτους να είναι πεζοί, που
τους είχαν φέρει στην Κρήτη και τους οδηγούσαν έφιπποι 'Έλληνες στρατιώτες στην
περιοχή των Ασωμάτων Αμαρίου και στη Μεσαρά. Οι Ιταλοί αυτοί έμειναν μέχρι το
Μάιο του 1941 που οι Γερμανοί κατέλαβαν την Κρήτη, οπότε οι Ιταλοί έμειναν
ελεύθεροι και ενεργούσαν σαν στρατός κατοχής. Τότε οι ίδιοι πειναλέοι όπως ήταν,
λεηλάτησαν την περιοχή Ρεθύμνου αλλά και του Ηρακλείου. Σε αυτή τη λεηλασία
συγχρόνως βοήθησαν και Έλληνες «πλιατσικολόγοι» που αποτέλειωσαν τη ληστρική
επιδρομή σε ό,τι είχε μείνει όρθιο από τη λαίλαπα του πολέμου και από τους
βομβαρδισμούς.
Την ίδια εποχή μέχρι και τον Απρίλιο του 1941 τακτικά έφθανε στο χωριό μας μια
θλιβερή είδηση που αφορούσε το θάνατο ή τον τραυματισμό κάποιου συγχωριανού μας
που πολεμούσε στα βουνά της Βορείου Ηπείρου δηλαδή της Αλβανίας. Συγκεκριμένα
γρήγορα έφθασε η είδηση του θανάτου του Περβολιανού γιατρού Μάρκου Μπριλάκη και
του στρατιώτη Μανόλη Γιακουμιδάκη καθώς και ο τραυματισμός του Δημήτρη Τσορβά.
Έτσι σιγά-σιγά φτάνομε στο Μάιο του 1941. Όλο εκείνο το σκηνικό της Μάχης της
Κρήτης το θυμάμαι έντονα με κάθε λεπτομέρεια και τίποτα δεν μπορεί να ξεφύγει από το
μυαλό μου από όσα είδα και έζησα εκείνες τις τρεις πρώτες ημέρες της επικής μάχης.
Θυμάμαι το βόμβο των αεροπλάνων που έρχονταν από τα Χανιά και βομβάρδιζαν
συνεχώς και ανηλεώς την περιοχή μας. Από τη Βιό μέχρι τα Μυσίρια και σε μια μόνο
μέρα, την πρώτη μέρα της εισβολής, οι Γερμανοί έριξαν τρεις χιλιάδες βόμβες.

Όλο αυτό τον τιτάνιο αγώνα εγώ και η οικογένειά μου τον παρακολουθούσαμε από
τον πρόχειρο κρυψώνα που είχε ετοιμάσει ο πατέρας μου ανάμεσα στα αγριοκυπάρισσα
που ήταν στο όριο του περιβολιού μας και συνόρευε με την αμμώδη παραλία του
αιγιαλού.
Μετά το γενικό βομβαρδισμό ακολούθησε η ρίψη αλεξιπτωτιστών. Όλη η εικόνα
ήταν ένα πανέμορφο αλλά και φοβερό θέαμα. Αμέτρητα αεροπλάνα διέσχιζαν τον αέρα
και έριχναν τις τεράστιες μεταξένιες ομπρέλες που στην κατάληξή τους είχαν το Γερμανό
στρατιώτη ή κάποιο κιβώτιο με πολεμικό υλικό.
Από εκεί είδαμε και τη γερμανική περίπολο που γυρνούσε στα σπίτια και σε όλες
τις γειτονιές και μάζευε ότι εύρισκε ζωντανό μπροστά του ανεξαρτήτως φύλου ή ηλικίας.
Όλους όσους οι Γερμανοί «έπιαναν» τους οδηγούσαν στα κέντρα συγκεντρώσεως που
είχαν στα Μυσσίρια, όπου την επόμενη μέρα προέβησαν στην εκατόμβη των νεκρών
στην περιοχή της Άμμου των Μυσσιρίων.

– Μαθητής δημοτικού και γυμνασίου
Μετά τον πόλεμο του '40 ἠλθε η απελευθέρωση. Εγώ πήγα στο δημοτικό σχολείο.
Το σχολικό έτος 1942-43 δεν λειτούργησε κανένα σχολείο στην Κρήτη. Την πρώτη μου
τάξη την έκανα στο ναό του Αγίου Νικολάου, γιατί οι Γερμανοί είχαν επιτάξει την
μεγάλη αίθουσα του Σχολείου για δική τους εξυπηρέτηση. Το σχολικό έτος 1947-48 είχα
τελειώσει την τετάρτη τάξη του δημοτικού.
Σε μια σχολική χρονιά πέρασα δυο τάξεις. Όπως και προηγούμενα έχω αναφέρει,
το 1942-43 τα παιδιά που φοιτούσαν τότε σε δημοτικό και στο γυμνάσιο για να μην
χάσουν ηλικιακά μια χρονιά το υπουργείο Παιδείας αποφάσισε και σε ένα σχολικό έτος
τα παιδιά πέρασαν δυο σχολικές τάξεις. Έτσι εγώ από το Μάιο του 1947 μέχρι τον
Οκτώβριο του 1947 φοίτησα την τετάρτη τάξη και από 10 Οκτωβρίου 1947 έως τον
Ιούνιο του 1948 φοίτησα στην πέμπτη και την επόμενη χρονιά το σχολείο λειτούργησε
πια κανονικά. Εδώ θέλω να σημειώσω ότι την πέμπτη και την έκτη τάξη του δημοτικού
σχολείου τις έκανα στο 4ο Δημοτικό Σχολείο του Ρεθύμνου δηλ. στο επονομαζόμενο
«Τούρκικο». Στην πέμπτη τάξη είχα δασκάλα μου την Άννα Λιλιτάκη, ενώ δάσκαλο στην
έκτη είχα τον Μανώλη Μαραγκουδάκη.
Μετά το δημοτικό έδωσα προφορικές και γραπτές εξετάσεις για να «μπω» στο
γυμνάσιο. Τελείωσα το γυμνάσιο το 1954 και έδωσα εξετάσεις στην Παιδαγωγική
Ακαδημία του Ηρακλείου. Τότε δεν υπήρχαν πανελλήνιες εξετάσεις. Τελείωσα μετά
διετία δηλαδή το 1956. Ακολούθησαν 4 χρόνια δύσκολης ζωής. Μεροκάματο σε κάθε
είδους χειρονακτική εργασία. Ενδιάμεσα ο στρατός για δυο χρόνια.

– Δάσκαλος στις Σίσες
Εδώ θέλω να σημειώσω γιατί το θεωρώ σημαντικό ότι το 1956-57 υπηρέτησα ως
δάσκαλος στο δημοτικό Σχολείο Σισών Μυλοποτάμου για ένα τετράμηνο. Οκτώβριος
1956 Ιανουάριος 1957. Μετά διορίστηκε δάσκαλος και πήρε κανονικά τη θέση του
σχολείου.
Εγώ δεν είχα κανονικό διορισμό. Είχα μόνο μια απόφαση του επιθεωρητή (Γ.
Βασιλάκης) που με τοποθετούσε στο σχολείο. Πήγα δάσκαλος στις Σίσες Μυλοποτάμου.
Πρώτη μου φορά άκουγα το όνομα του χωριού. Οι κάτοικοι με δέχτηκαν με
χειροκροτήματα γιατί άλλοι δάσκαλοι δεν ήθελαν να πάνε επειδή το χωριό ήταν
απομακρυσμένο και απομονωμένο. Χρειάζονταν τρεις ώρες ποδαρόδρομος από Γενί
Γκαβέ μέχρι το χωριό, φυσικά χωρίς δρόμο.
Οι εμπειρίες μου από τον πρωτογονισμό του χωριού, μου έμειναν και θα μου
μείνουν αξέχαστες. Θυμάμαι όπως είχα κάμει μια μικρή έρευνα ότι τουλάχιστον το 80%
των γυναικών του χωριού, δεν είχαν δει ποτέ αυτοκίνητο.
Ο κόσμος όμως ήταν καλοσυνάτος και πολύ φιλόξενος. Εγώ τις καθημερινές έκανα
το δάσκαλο σε 75 τουλάχιστον παιδιά και την Κυριακή έκανα τον ψάλτη στην εκκλησία.
Κάθε Τετάρτη και Σάββατο το απόγευμα που δεν είχαμε σχολείο καθαρίζαμε τα σοκάκια
του χωριού από τα χαλίκια που ήταν ξηλωμένα ή ρέμπελα ανάμεσα στα ριζιμιά χαράκια
του δρόμου. Τόσο κακόβολα ήταν όλα τα στενά του χωριού που χωρίς φακό το βράδυ,
ειδικά για τους ξενομπάτες, ήταν αδύνατο να κυκλοφορήσεις. Τα Χριστούγεννα του 1956
τα πέρασα στο χωριό. Αφ' εσπέρας είπαμε τα κάλαντα με τα παιδιά. Μαζεύαμε χρήματα
και… αυγά. Ο σκοπός ήταν με τα χρήματα που θα μαζεύαμε να κάνομε ένα
αποχωρητήριο στο σχολείο. Μαζέψαμε αρκετά χρήματα. Τα αυγά πάνω από 100 τα
βγάλαμε στη λοταρία, για να αυξήσομε την είσπραξη. Με τα χρήματα αυτά και ίσως και
με κάποια κρατική ή καλύτερα νομαρχιακή βοήθεια κτίστηκαν αποχωρητήρια στο
σχολείο.
Εκείνη την εποχή που εγώ ήμουν εκεί οι περισσότερες γυναίκες και άνδρες
εργάζονταν προσπαθώντας να ανοίξουν το δρόμο. Το ανδρικό ημερομίσθιο ήταν 18
δραχμές ενώ οι γυναίκες έπαιρναν μόλις 14 δραχμές. Είχαν ένα εργοδηγό που
ονομαζόταν Κουμιώτης. Ήταν Ρεθεμνιώτης (από το Σφακάκι) αλλά έμενε εκεί και τους
καθοδηγούσε στην εργασία. Εκείνη την εποχή προσπαθούσαν να κάμουν δρόμο πάνω
στο βουνό βάζοντας συνεχώς φουρνέλα για τη διάνοιξη των βράχων. Και όπως έπεφταν
οι πέτρες και τα χαράκια έμεναν επί τόπου και αποτελούσαν το πλάτωμα του δρόμου.
Έτσι δημιούργησαν τη μεγάλη στροφή (την Κούρμπα) πάνω στο βουνό. Για να το
πετύχουν αυτό είχαν κάνει αμέτρητα μεροκάματα. Είχαν νικήσει τη φύση με απλά μέσα,
όμως η χαρά τους για το επίτευγμά τους αυτό δεν κράτησε πολύ. Ένα χειμωνιάτικο

βράδυ του Δεκέμβρη με βροντές, βροχές και καταιγίδες επήλθε το μοιραίο. Ήταν η ώρα
που στα καφενεία άναβαν τα «λουξ» και στα σπίτια τους τις λάμπες και τους λύχνους.
Ξαφνικά ένας δυνατός κρότος συντάραξε όλο το χωριό. Μια άσπρη σκόνη παρά τη
βροχή φάνηκε ψηλά στο πλάι του βουνού. Όλοι φοβηθήκαμε. Αλλά ο πιο έμπειρος έλυσε
την απορία. «Έπεσε η Κούρμπα» είπε και σχεδόν ένα δάκρυ φάνηκε στην άκρη των
ματιών του! Έτσι η προσπάθεια άρχισε πάλι από την αρχή. Εγώ έφυγα από το χωριό και
το άφησα όπως πάντα, χωρίς δρόμο. Πόσες ακόμα ιστορίες μπορώ να διηγηθώ και να
αραδιάσω για τη ζωή και την ιστορία αυτού του τόπου. Έφυγα γιατί ήλθε ο διορισμένος
δάσκαλος. Πέρασαν τα χρόνια. Αργότερα ο νέος εθνικός δρόμος Ρέθυμνο-Ηράκλειο
πέρασε και αγκάλιασε όλο το χωριό.

– Έτσι πέρασαν τα χρόνια…
Πέρασαν ακριβώς τέσσερα χρόνια. Διορίστηκα το Φεβρουάριο του 1960.
Τοποθετήθηκα στο νεοσύστατο δημοτικό σχολείο Καλανδαρές Μυλοποτάμου. Επειδή
όμως αυτό το σχολείο υπήρχε μόνο στα χαρτιά χωρίς να υπάρχει ούτε ίχνος οργάνωσης,
γι' αυτό τοποθετήθηκα ή καλύτερα αποσπάστηκα στο 2/θέσιο δημοτικό σχολείο
Σκουλουφίων για να αντικαταστήσω το διευθυντή του σχολείου Νίκο Περάκη που πήρε
άδεια για να υποβληθεί σε κάποια εγχείρηση. Εντωμεταξύ ιδρύθηκε το σχολείο στις
Ρούπες Μυλοποτάμου όπου τα παιδιά των Ρουπών φοιτούσαν στο 2/θέσιο δημοτικό
σχολείο Σκουλουφίων. Έτσι τα παιδιά των Ρουπών αποχώρησαν από τα Σκουλούφια μαζί
με το δάσκαλό τους κ. Νίκο Παπουτσιδάκη. Εγώ τελικά έμεινα μόνος στα Σκουλούφια
να τελειώσω τη σχολική χρονιά με όλα τα παιδιά λειτουργώντας ως μονοθέσιο σχολείο.
Στο τέλος της σχολικής χρονιάς αποχώρησα από το σχολείο ενώ και πάλι
διαδραματίστηκαν έντονες εικόνες συναισθηματισμού από την ολότητα των κατοίκων
του χωριού. Το επόμενο σχολικό έτος 1961-62 επειδή και πάλι υπήρχε αδυναμία
λειτουργίας του δημοτικού σχολείου Καλανδαρέ αποσπάστηκε στο δημοτικό σχολείο
Άδελε στη χηρεύουσα θέση του Πέτρου Βασιλακάκη. Εκεί συνυπηρέτησα με την
αξιόλογη και δραστήρια συνάδελφο Μαρία Παπαδάκη-Κατικά αφού εγώ ανέλαβα τις
τάξεις της δευτέρας-πέμπτης-έκτης, ενώ η κ. Μαρία ανέλαβε τις υπόλοιπες.
Εκεί είχα πολλούς μαθητές που είχα την ευκαιρία και την τιμή να τους διδάξω τον
έντιμο βίο της ζωής την ηθική και τη χριστιανική αγάπη καθώς και κατά γράμμα τη
διδασκαλία και την ύλη ως το αναλυτικό πρόγραμμα όριζε. Πολλοί από τους μαθητές και
τις μαθήτριές μου εκείνης της σχολικής χρονιάς πέτυχαν μεγάλες επιδόσεις και προόδους
στον επιστημονικό κοινωνικό και επαγγελματικό τομέα και πολλούς-ες από αυτούς
συναντώ ακόμη και σήμερα και μου εκφράζουν την αγάπη τους και το σεβασμό τους
κάτι αυτό ενδόμυχα μου περιποιεί μεγάλη χαρά και αγαλλίαση ότι δηλαδή τόση
προσπάθεια απέδωσε καρπό πολλαπλάσιο του επιδιωκόμενου.

Το επόμενο σχολικό έτος δηλαδή 1962-63 λειτούργησε επιτέλους το δημοτικό
σχολείο Καλανδαρές. Η σχολική περιφέρεια του σχολείου περιλάμβανε δυο οικισμούς.
Τον οικισμό της Καλανδαρές που ήταν και η έδρα της κοινότητας και του σχολείου και
τον οικισμό του Καλαμά. Και οι δυο οικισμοί ή καλύτερα και τα δυο χωριά βρίσκονταν
σε διαρκή διένεξη. Μήλον της έριδος μια πηγή νερού που βρίσκονταν στα όρια των δυο
οικισμών και ο κάθε οικισμός ενεργούσε για το ίδιον όφελος. Τελικά τα δυο χωριά με την
μεσολάβηση του επιθεωρητή Γεωργίου Βασιλάκη του προέδρου της κοινότητας
Νικολάου Σταυρουλάκη, των εκπροσώπων του Καλαμά καθώς και με τη δική μου
συμβολή και παρουσία που εκφράζετο σε καθημερινή βάση υπήρξε μια πρώτη επαφή και
συμφωνία. Οι κάτοικοι του Καλαμά έστειλαν τα παιδιά τους στην Καλανδαρέ και έτσι το
σχολείο λειτούργησε για μια τριετία με τον οριακό αριθμό 13-14 μαθητές.
Μετά το σχολείο καταργήθηκε λόγω έλλειψης μαθητών. Εν τω μεταξύ στη
διάρκεια της τριετίας που λειτούργησε το σχολείο με υποδειγματικό τρόπο και οι
κάτοικοι των δυο οικισμών ξαναβρήκαν την παλιά τους φιλία ο πρόεδρος της κοινότητας
και ολόκληρο το κοινοτικό συμιβούλιο έκαμαν πρόταση στην Νομαρχία και ζητούσαν
την ανακήρυξή μου ως επίτιμος δημότης της κοινότητας Καλανδαρέ.
Στη συνέχεια ο νομάρχης Ρεθύμνης, Β. Βαρδάκης, με την αρ. πρωτ. 21765/1961
απόφαση της Νομαρχίας Ρεθύμνης «Ανακηρύσσει τον Αλκιβιάδη Μαυράκη επίτιμο
δημότη της κοινότητας Καλανδαρές Μυλοποτάμου για την προσφορά του στο κοινωνικό
πολιτιστικό έργο της περιοχής».
Μετά από το δημοτικό σχολείο της Καλανδαρέ μετατέθηκα στο δημοτικό σχολείο
των Πρασών Ρεθύμνης. Εκεί παρέμεινα μέχρι το σχολικό έτος 1969-70 τότε επί
επταετίας το σχολείο έκλεισε λόγω μικρού αριθμού μαθητών και εγώ μετατέθηκα στην
Αττική. Τοποθετήθηκα για ένα σχολικό έτος στο 6/θέσιο δημοτικό σχολείο νέας
Κηφισιάς. Εκεί έμεινα για ένα σχολικό έτος το 1970-71. Αμέσως όμως ζήτησα μετάθεση
και επιστροφή στην Κρήτη γιατί όπως λέει και ο ριμαδόρος ποιητής δεν ημπορούσα να
θωρώ την Κρήτη απού το χάρτη!
Με την επιστροφή μου στο Ρέθυμνο το επόμενο έτος τοποθετήθηκα στο μονοθέσιο
δημοτικό σχολείο της Μέσης Ρεθύμνης. Εκεί υπηρέτησα μια τριετία. Στο διάστημα αυτό
και επειδή υπήρξε η περίοδος επαναφοράς της νομιμότητας στους Δήμους και κοινότητες
μέχρι την αποκατάσταση των αιρετών διοικήσεων, υπήρξε μια χρονική περίοδος ο
παλιότερος δημόσιος υπάλληλος της περιοχής αναλάμβανε ως πρόεδρος του κοινοτικού
συμβουλίου μέχρι της πλήρους αποκατάστασης των αιρετών διοικήσεων. Έτσι με την
διαταγή της νομαρχίας Ρεθύμνου αρ. Πρωτ. 16066/3-10-1974 το κοινοτικό συμβούλιο
της Κοινότητας Μέσης συγκροτήθηκε Αλκιβιάδης Μαυράκης πρόεδρος, Δημήτριος Ξε-
καλάκης Αντιπρόεδρος, Εμμανουήλ Καλλέργης, Σύμβουλος, Δημήτριος Ξεκαλάκης
Σύμβουλος και Στυλιανός Βασιλείου Σύμβουλος.

Η όλη δραστηριότητα του κοινοτικού μας συμβουλίου περιορίστηκε στη
διατήρηση της έννομης τάξης στην φροντίδα και την εκτέλεση της αλληλογραφίας με τη
Νομαρχία ή άλλη Αρχή και τέλος η δική μου προσωπική πρωτοβουλία ήταν να
ανακαινίσουμε τον νεκροταφειακό Ναό Άγιο Γεώργιο καθώς και να δημιουργήσουμε νέο
οστεοφυλάκιο γιατί το παλιό ήταν σε… ανεκδιήγητη μορφή και παρουσία.
Δημιουργήσαμε λοιπόν μια τριμελή επιτροπή με πρόεδρο τον υποφαινόμενο και μέλη
τον γραμματέα της κοινότητας Γιάννη Σταθάκη και τον επίσης έντιμο και σεβάσμιο
κάτοικο του χωριού, τον Σταύρο Λίτινα. Η επιτροπή αυτή προέβη σε ένα έρανο μεταξύ
των απανταχού Μεσανών με προσφορά χρημάτων ή ελαιολάδου.
Πράγματι ο έρανος απέβη καρπερός. Επισκευάσαμε ριζικά τον νεκροταφειακό ναό,
κτίσαμε νέο οστεοφυλάκιο και οριοθετήσαμε το χώρο του νεκροταφείου. Αργότερα ο
νεκροταφειακός χώρος μεγάλωσε με νέα δωρεά γης από εύπορο κάτοικο του χωριού το
Δασκαλάκη.
Αυτή μου τη δραστηριότητα ενθυμούμαι την οποία ονομάζω κορωνίδα της
προσφοράς μου ως προέδρου στην κοινότητα Μέσης Ρεθύμνης.
Με την με αριθμό 9/1-2/8/1975 απόφαση του ΝΥΣΔΕ Ν. Ρεθύμνης μετατέθηκα
στο 10° 2/θέσιο Δημοτικό Σχολείο Ρεθύμνης δηλαδή στο Δημοτικό Σχολείο Πλατανέ
Ρεθύμνης. Εκεί υπηρέτησα επί 12 χρόνια περίπου. Όταν πήγα στο σχολείο ήταν διθέσιο.
Δηλαδή είχε δυο δασκάλους και δυο αίθουσες διδασκαλίας. Όταν έφυγα το 1986 είχε 13
δασκάλους και περίπου άλλες τόσες σχολικές αίθουσες. Παρά το ότι στα χρόνια αυτά ο
διευθυντής του σχολείου δεν είχε την ευθύνη της ανέγερσης νέων αιθουσών παραταύτα
γίνεται αντιληπτό ότι κάθε στιγμή υπήρχαν ερωτήματα και παρεμβάσεις στα κτηριακά
θέματα και πάντοτε, ο εκάστοτε διευθυντής του σχολείου έπρεπε να είναι «εν
εγρηγόρσει» για κάθε ενέργεια ή ακόμη και δράση.
Το 1987 μετατέθηκα στο 6° 12/θέσιο Δημοτικό Σχολείο Ρεθύμνης και το επόμενο
σχολικό έτος 1988 τοποθετήθηκα ως διευθυντής του νεοσύστατου τότε 14ου 6/θέσιου
Δημοτικού Σχολείου Ρεθύμνης. Στο σχολείο αυτό παρέμεινα μέχρι το Φεβρουάριο του
1992 οπότε και συνταξιοδοτήθηκα. Να σημειώσω ότι από 10-1-1989 είχα ορισθεί ως
εκπρόσωπος των διδασκάλων στη Δημοτική Επιτροπή Παιδείας. Στη θέση αυτή
παρέμεινα μέχρι της παραιτήσεως μου το Φεβρουάριο του 1992.
Επιθυμώ να σημειώσω ότι η περίοδος της διευθυντικής μου υπηρεσίας στο 14°
Δημοτικό Σχολείο υπήρξε λίαν επιτυχής και εν πολλοίς υποδειγματική.
Παρά του ότι το σχολείο στεγάζετο σε παράπηγμα και είχε έντονη στενότητα
χώρου, εν τούτοις είχε πλούσια σχολική δράση. Ήταν το μόνο σχολείο που εξέδιδε
σχολική εφημερίδα με την επωνυμία «Φεγγαρο-φως» πλούσια σε ποσοτικό λεξιλόγιο,
συγχρόνως και πληροφορίες οι οποίες έχουν γενικότερη σημασία στην ιστορία και την
κοινωνική ζωή του τόπου μας.

– Τι σας οδήγησε να ασχοληθείτε με την ιστορία του τόπου μας και από που
αντλείτε τις πηγές σας;
Ύστερα από τις ιστορικές εμπειρίες που από την παιδική μου ηλικία απέκτησα και
αφού έμαθα από πρώτο χέρι δηλαδή από την ίδια τη ζωή τη σύγχρονη ιστορία του τόπου
μας, όταν λίγο μεγάλωσα έψαξα να βρω άλλες ιστορικές μαρτυρίες για την παλιότερη
ιστορία μας. Όμως τίποτε και πουθενά δε βρήκα. Γι’ αυτό από τότε άρχισα να
καταγράφω στα χαρτιά και στο μυαλό μου, ιστορίες και διηγήσεις των συγχωριανών μου
και με θρησκευτική ευλάβεια συλλέγω και φυλάσσω το κάθε τι που αφορούσε τον τόπο
που γεννήθηκα, που έζησα και ένοιωσα τα πιο έντονα και μαύρα συναισθήματα της
πείνας, της φτώχειας, της ανυπαρξίας και ό,τι άλλο συνεπάγεται στην ανθρώπινη
απαξίωση. Και μάλιστα όλα αυτά τα έμαθα στην παιδική μου ηλικία. Για να μη χαθεί
λοιπόν άλλη μια σπουδαία ιστορική περίοδος του τόπου μας, αποφάσισα ο ίδιος να
καταγράψω -χωρίς να υπολογίσω το οικονομικό κόστος- όσα μπορούσα, γιατί καλώς
γνωρίζω ότι η ιστορία που δεν καταγράφεται μέσα σε 50 χρόνια, είναι ως μη γενόμενη.
Κάλεσα όμως και τους άλλους όσους μπορούν και έχουν τη δυνατότητα στο λόγο
και στη γραφή να μην απεμπολήσουν αυτή την υποχρέωση, αλλά να ασχοληθούν και να
καταγράψουν όχι μόνο την ιστορία του τόπου μας αλλά και τα άλλα στοιχεία που
αναφέρονται στην πολιτιστική μας κληρονομιά και αυτά είναι τα ήθη τα έθιμα, οι
παραδόσεις και ό,τι μπορεί να αναφερθεί με την περίφημη και μοναδική ντοπιολαλιά της
Κρήτης μας. Ευτυχώς από ό,τι βλέπω το κάλεσμα δε πήγε «στράφι». Πολλοί μορφωμένοι
αλλά και απλοί άνθρωποι των χωριών έδωσαν το παρόν και ακολούθησαν τη δική μου
προτροπή. Να είναι σίγουροι ότι όσοι έγραψαν έστω και ένα μικρό πόνημα για την
ιστορία του τόπου μας, αυτή θα είναι και η καλύτερη κληρονομιά που θα αφήσουν στην
κοινωνία μας για να μείνει το όνομά τους εσαεί στην αιωνιότητα.

– Έχετε προσφέρει πέντε βιβλία στο Ρέθυμνο, με επίκεντρο τη ζωή και την
ιστορία των Περβολιανών, να περιμένουμε και συνέχεια στο συγγραφικό σας έργο;
Θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω με απλές γραμμές και με μεγάλη συντομία το
περιεχόμενο των βιβλίων.
Βιβλίο 1 ο : Περιβόλια Ρέθυμνου Το συναξάρι του τόπου.
Περιλαμβάνει 411 μεγάλες σελίδες. Κυκλοφόρησε το 1995 και κάλυψε όλο το
φάσμα των Περιβολίων σε ιστορικό-κοινωνικό και πολιτιστικό περιεχόμενο. Έγινε το
πραγματικό συναξάρι του τόπου.

Βιβλίο 2 ο : Λεύκωμα ιστορικής και φωτογραφικής μνήμης Περιβολίων-
Μυσσιρίων Ρεθύμνου
Περιλαμβάνει 120 σελίδες. Γράφτηκε για λογαριασμό του Περβολιανού Συλλόγου
της Αθήνας και περιλαμβάνει φωτογραφίες ιστορικής και φωτογραφικής μνήμης. Στο
πρόλογο του αναφέρω κατά λέξη: «Το βιβλίο αυτό θα είναι ένα σημαντικό ερευνητικό
στοιχείο για όσους μελλοντικά θελήσουν να ερευνήσουν την ιστορία του τόπου μας, σε
κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο για τη συγκεκριμένη περιοχή. Είναι η τεχνική
αντίσταση στην φθορά της μνήμης, που ο καταλύτης χρόνος πάντα δημιουργεί».
Το βιβλίο αυτό (συγγραφή) το πρόσφερα δωρεάν στο Σύλλογο της Αθήνας ο
οποίος το διαχειρίστηκε οικονομικά προς ίδιον όφελος.
Βιβλίο 3°: Τ’ απομεινάρια της Λαϊκής μας παράδοσης
Το βιβλίο αυτό είναι χρηματοδοτούμενο από το συγγραφέα. Έχει 128 σελίδες και
είναι ένας ανθόκηπος της πολιτιστικής μας παράδοσης. Δεισιδαιμονίες – δοξασίες
–παρατηρήματα – ευχές – κατάρες – όρκοι καθώς και ασθένειες ζώων και πτηνών
συμπληρώνουν το πλούσιο υλικό της λαϊκής μας παράδοσης.
Αρχίζει με λαϊκές παροιμίες γραμμένες σε κρητικό ιδίωμα. Συνεχίζει με λέξεις και
φράσεις που έχουν εκλείψει από το κρητικό λεξιλόγιο και συνεχίζει και δικαιολογεί με
πραγματικές ιδιοκατασκεύαστες ιστορίες, για το πώς γεννήθηκαν τα λαογραφικά αυτά
στοιχεία, στη ζωή του Κρητικού.
Με άλλα λόγια είναι ένα βιβλίο μνημειώδες και μνημιακό για την εν γένει
πολιτιστική μας παράδοση, που όμως δεν έτυχε της ανάλογης αναγνώρισης, από τους επί
τούτο συγκροτημένους φορείς της πολιτείας.
Βιβλίο 4 ο : Λεύκωμα ιστορικής και φωτογραφικής μνήμης Περιβολίων-
Μυσσιρίων-Πλατανέ Ρεθύμνης
Το βιβλίο αυτό είναι -θα έλεγα- μια επανέκδοση του δεύτερου βιβλίου επαυξημένη
και βελτιωμένη με πολλά ιστορικά στοιχεία. Αναφέρεται και στους τρεις οικισμούς του
Ρεθύμνου δηλαδή Περιβόλια – Μυσσίρια και Πλατανέ με πολλά ιστορικά στοιχεία για
την κάθε περιοχή, με πρωτογενή στοιχεία ιστορίας και πολιτιστικής παράδοσης. Έχει
αμέτρητες φωτογραφίες ανθρώπων της περιοχής που έφυγαν από τη ζωή, γιατί θέλω οι
νεκροί αυτοί να διατηρηθούν όσο γίνεται περισσότερο στη μνήμη των ανθρώπων. «Οι
νεκροί πεθαίνουν μόνο όταν, οι άνθρωποι παύσουν να τους θυμούνται». Αντίδοτο σ'
αυτόν τον κανόνα, είναι η έκδοση αυτού του βιβλίου.
Βιβλίο 5°: Οδοιπορικό ιστορίας και ζωής του Ναού του Αγίου Γεωργίου
Περιβολίων Ρεθύμνης

Το πέμπτο και τελευταίο βιβλίο μου είναι αφιερωμένο στην ιστορία του Ναού του
Αγίου Γεωργίου Περιβολίων. Περιλαμβάνει 255 σελίδες. Το πρώτο μέρος αναφέρεται σε
ό,τι ιστορικό υπάρχει γύρω από τη ζωή του Ναού, από της κτήσεώς του μέχρι σήμερα και
με ονομαστική αναφορά όλων των ιερέων που υπηρέτησαν στην ενορία των Περιβολίων,
σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Το δεύτερο μέρος είναι αφιερωμένο στην
αποκάλυψη των τάφων των Τεσσάρων Νεομαρτύρων από τις Μέλαμπες που μαρτύρησαν
στο Ρέθυμνο και τάφηκαν στα Περιβόλια.
Όσα αναφέρονται στο βιβλίο για την ανακομιδή των Λειψάνων των Αγίων, είναι
πέρα για πέρα αληθινά, τεκμηριωμένα με κάθε λεπτομέρεια και πλήθος ανάλογων
φωτογραφιών. Κάθε προσπάθεια που έγινε για να απαξιώσει τα ιστορικά γεγονότα όπως
εγώ τα αναφέρω και πρώτος το κοινοποίησα στη Ρεθεμνιώτικη κοινωνία έπεσε στο κενό.
Στο βιβλίο αυτό είναι γραμμένη η αυθεντική ιστορία της ανεύρεσης των τάφων των
Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων.
Στο ερώτημα αν θα υπάρξει συνέχεια στο συγγραφικό μου έργο η απάντηση είναι
ευθέως αρνητική. Οι λόγοι πολλοί και σοβαροί. Πρώτα γιατί ο φθοροχθόρος χρόνος
αποδυναμώνει σταδιακά τις όποιες σωματικές και πνευματικές μου δυνάμεις. Δεύτερο
είναι το οικονομικό βάρος που είναι τεράστιο για τις συνταξιοδοτικές μου απολαβές και
όταν μάλιστα υπάρχει η σίγουρη… θέση, ότι από πουθενά δεν πρόκειται να υπάρξει η
παραμικρή οικονομική ενίσχυση αφού η πώληση τέτοιων βιβλίων με περιεχόμενο
ιστορικό-πολιτιστικό ή θρησκευτικό δεν έχουν καμιά ελπίδα, ούτε αυτής της ηθικής
συμπαράστασης.
Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι έκλεισα τον κύκλο των κατά νου αναζητήσεων
μου για αποθεραπεία των επιθυμιών μου. Είναι σαφές και θέλω να το καταστήσω
σαφέστερο ότι εγώ δημοσιογραφώ μόνο όταν υπάρχει -σύμφωνα με την άποψή μου-
συγκεκριμένος και σοβαρός λόγος, ή όταν θέλω να προτείνω κάτι ή τέλος πάντων να
εκφράσω την άποψή μου για κάτι που το θεωρώ πολύ σημαντικό.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη συγγραφή κάποιου βιβλίου. Για όσα βιβλία μέχρι τώρα
έχω γράψει η αιτία είναι ότι είχα μια εσωτερική παρόρμηση και μια ανείπωτη επιθυμία
που τίποτε δεν μπορούσε να υπάρξει ως αρνητικό αντίδοτο που να μπορεί να με
σταματήσει ή να πλαγιοδρομήσει τις αποφάσεις μου.
Όταν πιστεύω ότι κάτι είναι σωστό και δίκαιο, το υποστηρίζω μετά πάθους μέχρι
να αποδείξω στους απέναντι ότι ήταν σε λάθος δρόμο.
– Πέρα από τη συγγραφή των βιβλίων σας, κάνετε συχνά παρεμβάσεις –
προτάσεις είτε μέσω του τύπου, είτε με την κατάθεση αυτών στους αρμόδιους
φορείς, που αφορούν προτάσεις για τη διάσωση και προβολή της ιστορίας του
τόπου. Υπάρχει ανταπόκριση;

Η απάντηση είναι ευθέως αρνητική. Ίσως τις πρώτες ημέρες που γίνεται η πρόταση
να υπάρχει κάποια κινητικότητα των αρμόδιων που αφορά η πρόταση αλλά μετά και πάλι
η απόλυτος σιγή. Επί του προκειμένου πρέπει να γνωρίζουν όλοι, ότι οι αρμόδιοι
αξιολογούν το ποιος κάνει την πρόταση. Αν ο προτείνων είναι άσημος και χωρίς πολιτική
ή άλλη εξουσία τότε «πέρα βρέχει». Αν ο ερωτών είναι επώνυμος υπάρχει μια κάπως
καλύτερη αντιμετώπιση. Αλλά είναι γνωστό ότι οι επώνυμοι δεν κάνουν προτάσεις.
Αυτοί -αν χρειαστεί- λειτουργούν αυτόβουλα και πράττουν τα κατά βούληση.
Σήμερα πάνω σ’ αυτό το θέμα θέλω να κάμω μια εξαίρεση. Στην τελευταία και κατ'
επανάληψη πρότάσή μου την οποία εγγράφως κοινοποίησα στις αρμόδιες αρχές και
αφορά την τοποθέτηση ομοιώματος μια μπουρμπάδας σε ορισμένη θέση στο Αρκάδι
που να συμβολίζει αυτή που έριξε την κεντρική δυτική πύλη του Αρκαδιού και
ακολούθησε το μεγάλο μακελειό και τελικά την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης κλπ.
οφείλω λοιπόν να ομολογήσω ότι βρήκα ανταπόκριση από το Δήμο Αρκαδίου. Μελετά
την πρότασή και πιστεύω ότι θα έχομε αίσιο τέλος.
– Πως σας αντιμετωπίζουν οι συντοπίτες σας και πως εκλαμβάνουν την
προσφορά σας;
Στην πλειοψηφία τους όλοι είναι αδιάφοροι. Θυμάμαι το Γενάρη του 2004 που είχε
προκύψει το θέμα της… αρπαγής του χώρου του Ηρώου του Παχλά. Μόνο δυο
Περβολιανοί μου συμπαραστάθηκαν. Όλοι οι άλλοι ήταν ή αρνητικοί ή αδιάφοροι. Μαζί
με αυτούς τους δυο που μου συμπαραστάθηκαν κάναμε καταγγελία κατά παντός
υπευθύνου στην εισαγγελέα Ρεθύμνου στις 20-1-04 η οποία ποτέ δεν εκδικάστηκε!
Αφορούσε την καταπάτηση του χώρου. Ύστερα από όλα αυτά και φυσικά μετά από τόσα
χρόνια και εγώ κουράστηκα. Τα παράτησα. Δεν τα κυνηγώ πια. Εξάλλου αυτά -ειδικά για
τον Παχλά- ήταν υποχρέωση πρωταρχικά του Δήμου. Ύστερα της Αρχαιολογίας. Επίσης
της Στρατιωτικής Διοίκησης του Ρεθύμνου αφού κάποιος ιδιώτης οικειοποιήθηκε
δημόσιο χώρο. Όμως όλα πέρασαν στο «ντούκου» και σιγά – σιγά όλα παγιοποιήθηκαν.
Με τις υγείες μας λοιπόν!
– Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάποια πράγματα στα Περιβόλια, ποια θα ήταν
αυτά και γιατί;
Τώρα τίποτε πια δεν θα μπορούσε να αλλάξει. Οι λόγοι είναι πολλοί και
ουσιαστικοί.
Οι κάτοικοι των Περιβολίων σήμερα είναι ένα συνονθύλευμα ανθρώπων που έχουν
διαφορετικά ενδιαφέροντα και διαφορετικούς στόχους ζωής.
Η παγκοσμιοποίηση των λαών και η μετακίνηση των ανθρώπων από Ανατολή σε
Δύση, έχει ριζικά αλλοιώσει όχι μόνο το τυπικό στοιχείο αλλά και αυτή την ελληνικότητα
των κατοίκων. Τώρα κανείς δεν ξέρει ποιος είναι ο διπλανός σου. Και ούτε καν μπορείς

να συνεννοηθείς μαζί του. Το πουλάκι όπως λέμε, πέταξε! Κάθε ένας και προ παντός οι
φιλήσυχοι έχουν κρυφτεί στο καβούκι τους!
Η αλλαγή και η μεταστροφή των κατοίκων σε κοινωνικές ομάδες που να μπορούν
να συνεργάζονται θεωρείται πια κάτι μάλλον αδύνατο. Καλό είναι οι εναπομείναντες
Περιβολιανοί και όλοι οι άλλοι φιλήσυχοι κάτοικοι να βρουν ένα κοινό παρονομαστή
συνεννόησης και να εγκαταλείψουν τους παλικαρισμούς που είναι ένα κατάλοιπο που
συνεχίζεται από τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Να συσπειρωθούν όλοι υπό ένα φορέα (ας
είναι ο Πολιτιστικός Σύλλογος, ας είναι ο Δήμος, ας είναι η Εκκλησία ή όποιος άλλος
νομικός φορέας) και να παίρνουν αποφάσεις που όλοι να τις τηρούν και να τις
αποδέχονται. Ο διαμελισμός και ο κατακερματισμός των δυνάμεων είναι ό,τι το
χειρότερο για μια προοδευτική κοινωνία.
Η τελευταία συμβουλή και νομίζω είναι καθολική επιθυμία όλων μας, είναι να
ενεργήσει ο Δήμος ή το Κράτος γενικότερα και να δραστηριοποιηθεί πάραυτα, να γίνει
ρυμοτομικό σχέδιο στην περιοχή των Μυσσιρίων εννοώ στα «Λιβάδια» για να μην έχομε
ύστερα από λίγα χρόνια το ίδιο πρόβλημα και σ' αυτή την μέχρι σήμερα «παρθένα»
περιοχή.
Και επειδή όπως όλοι γνωρίζομε μετά ευχολόγια και τις προσδοκίες τα προβλήματα
δεν επιλύονται, γι’ αυτό ας μεριμνήσουν τάχιστα οι αρμόδιοι να σώσουν την περιοχή
αλλά και την ίδια την πόλη του Ρεθύμνου. Ίδωμεν.

ΑΘΗΝΑ ΠΕΤΡΑΚΑΚΗ

ΣΑΒΒΑΤΟ 7 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009
Εφημερίδα «Ρέθεμνος»

Αφήστε μια απάντηση