Έτσι γράφτηκε η εποποιία του 1940 στα παγωμένα βουνά

ΑΠΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ

• Νικ. Σαμψών: Χάθηκαν αδέλφια, ξαδέλφια και συγγενείς από το ίδιο χωριό

Έχουμε αναφερθεί σε προηγούμενα αφιερώματα στην ατμόσφαιρα που επικρατούσε το Ρέθυμνο την ημέρα που ανακοινώθηκε η έναρξη του πολέμου.

Ο πόλεμος όμως ήταν και σαν μια πέτρα στα λιμνάζοντα νερά για συγκεκριμένες κατηγορίες όπως οι Ευέλπιδες. Οι οποίοι μάλιστα αντέδρασαν με όλη τη θέρμη της νιότης τους. Οφείλουμε ευγνωμοσύνη στον Αντιστράτηγο ε.α αείμνηστο Παντελή Σαββάκη που με το ημερολόγιό του μπορούμε να φανταστούμε τις στιγμές εκεί στη Σχολή Ευελπίδων λίγο πριν και μετά το άκουσμα ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε πόλεμο με την Ιταλία.

Γράφει σχετικά ο αείμνηστος στρατηγός, ένας ακόμα ήρωας του έπους 1940:

 28 Οκτωβρίου 1940

Πόλεμος! Δευτέρα πρωί. Οι Ευέλπιδες καθισμένοι εις τα γραφεία τους στις μεγάλες αίθουσες των μελετητηρίων της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, αμέριμνοι ασχολούνται, άλλοι μεν με την ολοκλήρωσιν της μελέτης των μαθημάτων της Δευτέρας, άλλοι, με το κεφάλι στηριγμένο στα δύο τους χέρια αναπολούσαν τις ευχάριστες ώρες που πέρασαν τις δυο προηγούμενες μέρες στην «Έξοδο».

Στη δευτέρα κατηγορία ήμουν κι εγώ. Έκανα επιπλέον σχέδια, το πώς θα πέρναγα πιο ευχάριστα την ερχομένη έξοδο, περιλαμβάνοντας εις το πρόγραμμά μου και μια νέα γνωριμία με μία κοπέλα, που είχα κάμει εις ένα πάρτι στο σπίτι του συμμαθητού μου Δημήτρη Κουφαλιτάκη, που γιόρταζε το Σάββατο, κι είχαμε κάμει παρέα την Κυριακή μαζί.

Τα σχέδια, τα προγράμματα και τις αναπολήσεις μου διέκοψε ξαφνικά ένας ασυνήθιστος θόρυβος, ο οποίος εδημιουργείτο από ένα γκρουπ Αξιωματικών εις τον διάδρομο των μελετητηρίων.

Τη στιγμή εκείνη που θα τη θυμάμαι εις όλη μου τη ζωή, μπαίνει ο Αξιωματικός της Υπηρεσίας χλωμός, ταραγμένος, χωρίς το συνηθισμένο του χαμόγελο και ανεβαίνοντας στην έδρα, ενώ εμείς ευρισκόμεθα εις στάσιν προσοχής, μας αναγγέλλει «Η Ελλάς ευρίσκεται από του μεσονυκτίου εις εμπόλεμον κατάστασιν με την Ιταλίαν, κατόπιν ατίμου προκλήσεως των ύπουλων και δειλών Ιταλών. Λεπτομέρεια περί της κηρύξεως του πολέμου και διαταγαί περί του τι θα πράξη έκαστος εξ υμών, θα σας δοθούν εις την αίθουσαν διασκεδάσεως, όπου θα συγκεντρωθή όλη η Τρίτη τάξις των Ευελπίδων».

Εις την τάξιν αυτήν ανήκα κι εγώ. Εις την συγκέντρωσιν αυτή με περίμενε μια δυσάρεστος ανακοίνωσις. Μας ανηγγέλθησαν τα όπλα εις τα οποία βγήκε ο καθένας και εγώ εβγήκα στο Πεζικόν, παρά την επιθυμία μου να βγω στο Πυροβολικό.

Μετά την αναγγελίαν των όπλων, εις τα οποία έβγαινε ο καθένας μας, εξηγήθησαν τα προηγηθέντα μεταξύ Ιταλικής κυβερνήσεως και της δικής μας προ της κηρύξεως του πολέμου. Τα λόγια του Αξιωματικού ηκούσθησαν με νεκρική σιγή και μόλις τελείωσε, το τι έγινε δεν περιγράφεται.

Φωνές, ζητωκραυγές και βρισιές εναντίον των Ιταλών διά τον άνανδρον, ύπουλον, και άτιμον τρόπον, με τον οποίο επροκάλεσαν την Ελληνικήν Κυβέρνησιν διά να την ωθήσουν μέχρι πολέμου, εγέμισαν την ατμόσφαιρα όλης της Σχολής. Οι Ευέλπιδες ΙΙΙ, εξερχόμενοι της «αίθουσας διασκεδάσεως», έδιδαν εντύπωσιν χειμάρρου με δαιμονισμένο θόρυβο, ο οποίος ξεχύθηκε και εγέμισε όλη την Σχολή. Η Σχολή τώρα είχε χάσει, τη συνηθισμένη της όψιν, η οποία εκαθορίζετο από τη ζωή των Ευελπίδων, οριζομένη με ακρίβεια δευτερολέπτων στην εντέλεια κάθε των εργασίαν. Στη Σχολή σήμερα έβλεπες άλλους να μεταφέρουν κιβώτια, άλλους να κάνουν ουρές, για να πάρουν λεπτά, ή να παραδώσουν ρουχισμό, βιβλία, κλπ.

Τελικώς, το μεσημέρι μας εδόθηκαν τα Φύλλα Πορείας, εις τα οποία εγράφετο το πού θα πήγαινε και σε ποια Μονάδα θα παρουσιασθεί έκαστος. Εγώ επήγαινα στη Θεσσαλονίκη.

Μετά τρίωρον άδεια που θα μας επιτρέπετο να αποχαιρετήσομεν τους οικείους μας, ήτο η διαταγή άπαντες να συγκεντρωθούν εις την Πλατείαν της Σχολής, όλοι να επιβιβασθούν των αυτοκινήτων, διά την μετάβασιν εις Σιδηροδρομικόν Σταθμόν Λαρίσης, προς επιβίβασιν εις τους Σιδηρόδρομους.

Η επιστροφή των Ευελπίδων ΙΙΙ από την τρίωρον άδεια κοντά, τίποτα σχεδόν δεν είχε μεταβάλει τον ενθουσιασμόν των και τις ζητωκραυγές των, κατά την συγκέντρωσιν εις την πλατείαν μετά την έξοδο.

Μόνο μερικοί, οι οποίοι είχαν τα σπίτια τους εις την Αθήνα, ήσαν αποτραβηγμένοι από τους άλλους και με μάτια κάπως κόκκινα από το κλάμα ήσαν απορροφημένοι στις σκέψεις τους.

Οι πρόσφατες εικόνες του αποχαιρετισμού, με τους δικούς τους δικούς των, ήσαν ακόμα όπως εφαίνετο -ζωηρές εις την σκέψιν τους και με δυσκολία οι άλλοι φίλοι τους, τους παρέσυραν εις τα γκρουπ των άλλων, οι οποίοι τραγουδούσαν διάφορα εμβατήρια.

Τότε ήμουν μόλις 20 ετών παιδί και οι σκέψεις που απασχολούσαν το μυαλό μου -όπως είναι επόμενον- δεν μπορούσαν να ήταν παρά παιδιάστικες. Θυμάμαι ότι είχα μια κρυφή χαρά το ότι άφηνα τη μονότονη ζωή της Σχολής, για να αρχίσω μια ζωή δράσεως και μάλιστα δράσεως πολεμικής, η οποία, αν έκρινα από τας ασκήσεις μάχης θα πρέπει να μην ήταν και πολύ άσχημη.

Στη χαρά αυτή ήρχετο η ανάμνησις του σπιτιού μου και μ’ έκανε και μένα σκεφτικό, αναλογιζόμενος το τι θα εγίνετο εκείνη τη στιγμή σπίτι μου. Φανταζόμουν τον Πατέρα μου στενοχωρημένο διότι εγώ θα πήγαινα στον πόλεμο και τη Μητέρα μου να του δίνη κουράγιο, ενώ στην πραγματικότητα σ’ εκείνη θα έπρεπε κάποιος να της δώσει. Η αδελφή μου ήρχετο συνεχώς στη σκέψη μου και τη φανταζόμουν να κλαίει σε ένα δωμάτιο, χωρίς να λέει σε κανένα τίποτα.

Αυτές τις σκέψεις τις έκανα, διότι ήξερα την ιδιοσυγκρασία έκαστου και είδα και πώς αντέδρασε ο καθένας τους, όταν τον Σεπτέμβριον του 1940 είχαν ξαφνικά ανακληθεί οι άδειες της θερινής περιόδου των Ευελπίδων και είχα φύγει κι εγώ από το χωριό μου, Σπήλι Ρεθύμνης, όπου παραθέριζα με την οικογένειά μου, ανακόπτοντας την άδεια.

Όσο ήμουν απορροφημένος στις σκέψεις μου αυτές, ένα κόμπος ανέβαινε στο λαρύγγι μου, ώσπου στο τέλος ξέσπασε σ’ ένα βούρκωμα των ματιών μου.

Από την κατάσταση αυτή με απέσπασε ο φίλος μου ο Δημήτρης, ο οποίος μου είπε ότι έξω από τη Σχολή ήλθε η παρέα η χθεσινή, για να μας αποχαιρετήσει.

Πήγα κι ευτυχώς ήταν όλοι τους χαρούμενοι κι έτσι πήρα κι εγώ εν μέρει, το συνηθισμένο μου χαρούμενο ύφος.

Εκείνη την ώρα έκαμαν την εμφάνισίν τους Ιταλικά αεροπλάνα και διαταχθήκαμεν όλοι οι Ευέλπιδες να εγκαταλείψωμεν τη Σχολή και να σκορπίσωμεν εις το παρακείμενον δασύλλιον.

Για μας ήταν ό,τι εχρειάζετο εκείνη τη στιγμή και περισσότερο για μένα, που με τα αστεία, τα γέλια και τα σχέδια, τα οποία η παρέα μας βοηθούσε να κάμωμεν για μάχες, για νίκες κλπ. πέρασε κάπως η κατάστασις που μου είχε δημιουργήσει η ανάμνησις του σπιτιού μου.

Μετά την λήξιν του συναγερμού έγινε ο αποχαιρετισμός, που για μένα επί αρκετό καιρό μετά, ήταν στην ανάμνησίν μου και κατά τη γνώμη μου, ήταν ένα από τα μεγάλα κακά που μπορούσε να μου κάμει ο πόλεμος!

Η επιβίβασις στα αυτοκίνητα κι η μετάβασίς μας εις τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Λαρίσης έδιδε την εντύπωσιν ότι πηγαίναμε σε πανηγύρι.

Άμα νύκτωσε έγινε η επιβίβαση στο Σιδηρόδρομο, για να μας μεταφέρει στη Θεσσαλονίκη.

Το γεγονός της επιβιβάσεως ήταν το πρώτο που μου έκαμε να φέρω στη μνήμη μου τις ιστορίες που είχα ακούσει από τον πατέρα μου για μεταφορές στρατευμάτων κατά τον Μικρασιατικό Πόλεμο και για τη μαρτυρική πολλές φορές κατάσταση των μεταφερομένων.

Έτσι και στη δική μας την περίπτωση τώρα. Είχαμε στριμωχτεί σε κάθε βαγόνι, τόσοι που μόλις και μετά βίας κατορθώναμε να πατάμε χάμω. Όρθιοι και στριμωγμένοι περάσαμε όλη την πρώτη νύκτα της πρώτης ημέρας του πολέμου, χωρίς να κοιμηθούμε και έτσι εφθάσαμε στη Θεσσαλονίκη τας πρωινάς ώρας της επομένης.

Έτσι πέρασε η πρώτη μέρα της κηρύξεως του πολέμου, η μέρα που μου μένει ζωηρά στη μνήμη μου, με όλες τις λεπτομέρειες των γεγονότων που έλαβαν χώραν κατά αυτήν, διότι μου άλλαξε ριζικά τον τρόπο της ζωής. Από την μονότονη ζωή του Ευέλπιδος, μπήκα στην τρικυμισμένη και πλήρη πρωτοβουλίας ζωής του Αξιωματικού, εν καιρώ πολέμου. Από την παιδιάστικη ζωή στη ζωή του ανδρός και μάλιστα του ηγήτορος. Από την ανεύθυνον και εύκολη ζωή στη γεμάτη ευθύνας έναντι του εαυτού μου κι έναντι των άλλων, τους οποίους θα είχα υπό τας διαταγάς μου.

Από την ειρήνη στον Πόλεμο!

29-10-40 έως 7-11-40

Την επομένη της αφίξεώς μας εις την Θεσσαλονίκη επαρουσιάσθην εις Γ’ Ανωτέρα Στρατιωτική Διεύθυνσιν και ετοποθετήθην εις ένα Λόχον του Εμπέδου, ως Διμοιρίτης, μαζί με δύο άλλους συμμαθητάς μου.

Διά πρώτη φορά ανελάμβανα διοίκησιν και μάλιστα το τμήμα μου αποτελείτο από αγυμνάστους δηλαδή άνδρας άνω των 30 νέων.

Το γεγονός αυτό είχε μια περίεργη αντίδραση στο ψυχολογικό μου κόσμο και μου εφαίνετο παράξενο το ότι ελεγόμουν ηγήτωρ και η κάθε κουβέντα ήτο διά τους άλλους Διαταγή!

Δούλευα μέχρις υπερκοπώσεως, διότι σαν αρχαιότερος και επειδή ο Διευθυντής του Λόχου ήτο Υπ/γος επιστρατευθείς, μόλις προ διημέρου είχα και τη δουλειά του Λοχαγού ουσιαστικά αναλάβει.

Δεν θα απόφευγα την υπερκόπωσιν εάν έπειτα από εν δεκαήμερον δεν ήρχετο διαταγή τοποθετήσεώς μου από Γ’ Ανωτ. Στρατ. Αξιωματικών εις Διεύθυνσιν Αυτοκινήτων. Εκεί ανέλαβα Υπηρεσίαν βοηθού του Διευθυντού και κάπως ξεκουράσθηκα και επιπλέον μου εδόθη ο καιρός να ασχοληθώ και με την ιδιωτική μου ζωή ας πούμε και να περάσω και λίγο την ώρα μου, όπως επέβαλε η ηλικία μου. 

 

7-11-40

Την ημέρα αυτή έγινε η Ορκωμοσία μας ως Ανθυπολοχαγοί.

Η τελετή απλή, καθαρώς στρατιωτική, όπως επέβαλε το, υπό των περιστάσεων πρόγραμμα έλαβε χώρα εις το προαύλιον του 50ου Συντάγματος.

Τώρα πλέον είμεθα ανθυπολοχαγοί, οι οποίοι δεν εκωλύοντο από τίποτα διά να μεταβούμεν στο Μέτωπον.

8-11-40

Ένα γκρουπ από Αξιωματικούς συναδέλφους αποφασίσαμεν να υποβάλωμεν αναφορά, ζητώντας να μεταβούμεν αμέσως εις το Μέτωπον.

Η σκέψις ότι θα ερρίπτοντο οι Ιταλοί στη θάλασσα και θα… τελείωνε ο πόλεμος και εμείς θα μέναμε απειροπόλεμοι, ενώ οι άλλες τάξεις που είχαν βγει προηγουμένως θα είχαν ιδέα τι εσήμαινε πόλεμος, μας έκανε έξω φρενών και η ανυπομονησία μας κάθε μέρα μεγάλωνε.

Στη σκέψη αυτή αν προσθέσετε και τον ενθουσιασμό μας και την επιθυμίαν μας να λάβωμεν και ‘μεις μέρος εις την ένδοξον προέλασιν του Στρατού μας, μπορείτε να εξηγήσετε το γιατί την επομένην της ορκωμοσίας μας υποβάλαμεν τας αναφοράς μεταβάσεώς μας στο Μέτωπον.

Η V Μεραρχία Κρητών στην Αλβανία το 1941

Από τις ηρωικότερες συμμετοχές στον πόλεμο ήταν αυτή της V Μεραρχία Κρητών. Είναι πολύτιμα τα συμπεράσματα από την έρευνα του Αντιστρατήγου ε.α κ. Νίκου Σαμψών που αναφέρει στο απόσπασμα που μας ενδιαφέρει τα εξής:

Στις αρχές του 1941 η V Μεραρχία Κρητών, που συγκροτήθηκε από τρία Συντάγματα, το 14ο Χανίων, το 44ο Ρεθύμνου και το 43ο Ηρακλείου, μεταφέρθηκε στον κεντρικό τομέα του μετώπου στην Αλβανία για ενίσχυση του Β’ Σώματος Στρατού. Ανέλαβε την επιχείρηση κατάληψης των ορεινών όγκων Τρεμπεσίνας και Σεντέλι για να διευκολυνθεί η προώθηση του Ελληνικού Στρατού προς το Τεπελένι.

Η επιχείρηση άρχισε στα τέλη του Ιανουαρίου 1941 κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες καιρού και εδάφους. Αρκετό χιόνι, μεγάλα υψόμετρα, χαμηλές θερμοκρασίες, δυσκολίες ανεφοδιασμού σε τρόφιμα και πυρομαχικά, ανεπαρκής εξοπλισμός και εκπαίδευση σε ορεινό αγώνα και η αριθμητική υπεροχή των Ιταλών, ήταν οι εχθροί των Κρητικών. Οι μεγάλοι σύμμαχοί τους ήταν η ψυχή τους, η γενναιότητά τους και η πίστη στο δίκαιο του αγώνα τους. Έτσι κατάφεραν να εκτελέσουν την αποστολή τους.

Κατέλαβαν την Τρεμπεσίνα και το Σεντέλι αλλά η νίκη τους ήταν «Πύρρειος». Οι απώλειες της Μεραρχίας ήταν 7.700 νεκροί, εξαφανισθέντες, τραυματίες, και παγόπληκτοι. Το 44ο Σύνταγμα του Ρεθύμνου, που κατέλαβε το ύψωμα Πούντα Νόρντ (υψ. 1647 ) του όρους Σεντέλι, άφησε στο πεδίον της μάχης περισσότερους από 300 νεκρούς.

Σε αυτή την τιτάνια προσπάθεια χάθηκαν αδέλφια, εξαδέλφια και συγγενείς από τα ίδια χωριά, που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του πυρός. Πολλές μάνες θρήνησαν τα παιδιά τους και τα δάκρυα στέρεψαν στα μάτια τους εκείνο τον τρομερό χειμώνα στις αρχές του 1941.

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις πεσόντων Ρεθεμνιωτών είναι οι παρακάτω:

  1. Βαβουράκης Ανδρέας του Στυλιανού, Κοξαρέ
  2. Βαβουράκης Κων/νος του Στυλιανού, Κοξαρέ
  3. Βαβουράκης Σπύρος του Στυλιανού, Κοξαρέ
  4. Βαβουράκης Στυλιανός του Δημητρίου, Άγιος Ιωάννης
  5. Βαβουράκης Ευριπίδης του Αρτεμίου, Άγιος Ιωάννης
  6. Βαβουράκης Κων/νος του Ανδρέου, Άγιος Ιωάννης
  7. Βαβουράκης Σπύρος του Εμμανουήλ, Άγιος Ιωάννης
  8. Βρέντζος Γεώργιος του Εμμανουήλ, Ανώγεια
  9. Βρέντζος Δημάρατος του Εμμανουήλ, Ανώγεια
  10. Βρέντζος Γεώργιος του Δημητρίου, Αξός
  11. Γαγάνης Ιωάννης του Ελευθερίου, Ατσιπόπουλο
  12. Γαγάνης Γεώργιος του Ελευθερίου, Ατσιπόπουλο
  13. Γουμενάκης Γεώργιος του Ιωάννου, Ακούμια
  14. Γουμενάκης Κων/νος του Ιωάννου, Σελιά
  15. Γουμενάκης Αντώνιος του Μιχαήλ, Ακούμια
  16. Δακανάκης Εμμανουήλ του Γεωργίου, Ανώγεια
  17. Δακανάκης Κων/νος του Γεωργίου, Ανώγεια
  18. Καλοειδάς Δημήτριος του Γεωργίου, Μέρωνας
  19. Καλοειδάς Χρήστος του Ιωάννου, Μέρωνας
  20. Κεφαλογιάννης Κλέαρχος του Γεωργίου, Ανώγεια
  21. Κεφαλογιάννης Αντώνιος του Γεωργίου, Ανώγεια
  22. Κεφαλογιάννης Μενέλαος του Ιωάννου, Ανώγεια
  23. Κλάδος Αντώνιος του Σταύρου, Γαράζο
  24. Κλάδος Νικόλαος του Εμμανουήλ, Γαράζο
  25. Κλάδος Μιχαήλ του Βασιλείου, Λειβάδια
  26. Κουτελιδάκης Βασίλειος του Σταύρου, Γερακάρι
  27. Κουτελιδάκης Παναγιώτης του Σταύρου, Γερακάρι
  28. Κουτελιδάκης Μιχαήλ του Χαραλάμπου, Γερακάρι
  29. Κουτελιδάκης Πολυζώης του Μιχαήλ, Γερακάρι
  30. Μιχελιουδάκης Γεώργιος του Ιωάννου, Άγιος Μάμας
  31. Μιχελιουδάκης Ιωάννης του Αντωνίου, Άγιος Μάμας
  32. Μιχελιουδάκης Δημήτριος του Κων/νου, Λούτρα
  33. Μιχελιουδάκης Κων/νος του Ιωάννου, Αβδελά
  34. Μυστράκης Ελευθέριος του Μιχαήλ, Ατσιπόπουλο
  35. Μυστράκης Σπύρος του Ιωάννη, Ατσιπόπουλο
  36. Νικηφόρος Εμμανουήλ του Κων/νου, Ζωνιανά
  37. Νικηφόρος Ευάγγελος του Εμμανουήλ, Αξός
  38. Ουρανός Ιωάννης του Γεωργίου, Ερφοί
  39. Ουρανός Κων/νος του Δημητρίου, Ερφοί
  40. Παπαδάκης Γεώργιος του Βασιλείου, Δοξαρό
  41. Παπαδάκης Γεώργιος του Στυλιανού, Επισκοπή
  42. Παπαδάκης Ελευθέριος του Αντωνίου, Κεραμέ
  43. Παπαδάκης Εμμανουήλ του Γεωργίου, Αμνάτος
  44. Παπαδάκης Ιωσήφ του Χαραλ,. Αγγελιανά
  45. Παπαδάκης Κων/νος του Μύρωνος, Βάτος
  46. Παπαδάκης Μάρκος του Γεωργίου, Δαμοβόλος
  47. Παπαδάκης Ναπολέων του Κων/νου, Άρδακτος
  48. Σταγάκης Γεώργιος του Ιωάννου, Κούμοι
  49. Σταγάκης Ευάγγελος του Ιωάννου, Κούμοι
  50. Σταυριανάκης Νικόλαος του Στυλιανού, Δρίμισκος
  51. Σταυριανάκης Παντελής του Ιωάννου, Δρίμισκος
  52. Ταξάκης Ανδρέας του Γεωργ., Φουρφουράς
  53. Ταξάκης Μιχαήλ του Ανδρ,. Φουρφουράς
  54. Φλουρής Εμμανουήλ του Χαρ., Θεοδώρα Μυλ.
  55. Φλουρής Ιωάννης του Εμμ., Θεοδώρα Μυλ.
  56. Φουντουλάκης Αθανάσιος του Αλεβ., Νίθαυρη
  57. Φουντουλάκης Γαβριήλ του Εμμ., Γεράνι
  58. Φουντουλάκης Κων/νος του Νικολ., Θρόνος
  59. Φουσταλιεράκης Ανδρέας του Εμμαν., Μαλάκι
  60. Φουσταλιεράκης Κων/νος του Εμμαν., Μαλάκι

Είναι σημαντική αυτή η εργασία γιατί δεν αρκεί μια γενική αναφορά στους ήρωες εκείνους που έχασαν και τη ζωή τους στο βωμό της πατρίδας Χάρις στην έρευνα και αξιολόγηση των στοιχείων του κ. Σαμψών, μπορούμε επώνυμα να τους αναφέρομε ανάβοντας το κερί της ευγνωμοσύνης στη μνήμη τους.

Πηγές:

Παντελή Σαββάκη: Η πορεία μου στο μέτωπο (Ευχαριστούμε θερμά την οικογένειά του, ιδιαίτερα τη νύφη του κ. Μαρία Σφακιανάκη, φιλόλογο, για την παραχώρηση του πολύτιμου ημερολογίου του, και τον Ανώτερο Αξιωματικό ε.α της ΕΛ.ΑΣ κ. Βασίλη Αποστολάκη για την επιμέλεια).

Θερμές ευχαριστίες και στον Αντιστράτηγο ε.α κ. Νίκο Σαμψών για την παραχώρηση υλικού από τις ιστορικές του έρευνες προκειμένου να εμπλουτίσουμε το αφιέρωμά μας.

 

Αφήστε μια απάντηση