Ένα σπάνιο φυλλάδιο του 1868 για την Ολοκαύτωση του Αρκαδίου

Κατά την καταγραφή της Βιβλιοθήκης Μ.Ι Μανούσακα, συλλογής που δωρίθηκε από την οικογένειά του στη Βιβλιοθήκη της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, εντοπίστηκε ένα μικρό βιβλιαράκι 35 σελίδων ύψους 16 εκ. με τίτλο Das Kloster Arkadi.

  1. Hößling. Das Kloster Arkadi : Gedicht. Athen, 1868

 

 

 

 

ΦΩΤΟ ΓΙΑ ΤΖΕΚΑΚΗ

Το βιβλίο τράβηξε αμέσως την προσοχή μου για δύο λόγους: αναφέρεται στη «δική μας» Μονή Αρκαδίου και έχει εκδοθεί το 1868 δύο μόλις χρόνια μετά τα συγκλονιστικά γεγονότα της 8η Νοεμβρίου. Διαπίστωσα ότι είχε μεν εντοπιστεί και περιληφθεί στα «Κρητικά βιβλία του Γ.Π. Εκκεκάκη, αυτό το πολύτιμο για τις κρητικές σπουδές εργαλείο, δε βρήκα όμως καμιά αναφορά για το συγγραφέα του. Το όνομα Hößlin μαρτυρεί βέβαια ότι πρόκειται για γερμανικό όνομα, όμως δεν μπορούσα να ταυτίσω το συγγραφέα του βιβλίου με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Τελικά έπειτα από κάποια περιπλάνηση βρήκα ότι συγγραφέας του βιβλίου δεν είναι άλλος από τον Κωνσταντίνο Έσσλιν (1844-1920) μια προσωπικότητα που τείνει να ξεχαστεί στις μέρες μας παρά το γεγονός ότι το πέρασμά της άφησε έντονα σημάδια στη ζωή του τόπου, συνυπήρξε στην πολιτική σκηνή με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και είχε τραγικό θάνατο εξαιτίας του εθνικού διχασμού (1916-1923).

 

Ο Κωνταντίνος Έσσλιν (ΚΕ) γεννήθηκε στην Αθήνα το 1844. Πατέρας του ήταν ο Ιούλιος φον Έσσλιν (Julius Heinrich Balthasar von Hößlin, 1802 – 1849) γόνος ιστορικής οικογένειας της Βαυαρίας, τραπεζίτης και μεγαλέμπορος, φίλος του Βασιλιά Λουδοβίκου της Βαυαρίας. Ήταν ανάμεσα στους Βαυαρούς που ήλθαν στην Ελλάδα με τον ερχομό του Όθωνα το 1833. Στην Ελλάδα, όπου εγκαταστάθηκε πια μόνιμα, ο Ιούλιος Έσσλιν δημιούργησε οικογένεια που οι γόνοι της ζουν ως τις μέρες μας. Παντρεύτηκε τη Χριστίνα Χατζηαποστόλου, κόρη του Έλληνα προξένου στη Σμύρνη και απέκτησε τρία παιδιά. Τον Αριστείδη, που έγινε πολιτικός μηχανικός και παντρεύτηκε τη Μαρία Νοταρά, εγγονή του Γεωργίου Καραϊσκάκη, τον Κωνσταντίνο, το συγγραφέα μας, και το Φερδινάνδο. Ο Κωνσταντίνος, ο συγγραφέας μας, σπούδασε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου εκπόνησε και τη διδακτορική του διατριβή, συνέχισε τις σπουδές του στα Πανεπιστήμια Λειψίας, Μονάχου Ζυρίχης και Βρυξελών. Με την επιστροφή του στην Αθήνα άνοιξε δικηγορικό γραφείο. Το 1868, διορίστηκε πρωτοδίκης στην Τρίπολη και αργότερα στον Πύργο. Σύντομα, όμως, παραιτήθηκε και επέστρεψε στην δικηγορία, αρχικά στην Ερμούπολη της Σύρου, απ’ όπου καταγόταν η μητέρα του, και στη συνέχεια στην Αθήνα.

 

XILIADES TOYRKOI

Das Kloster Arkadi

 

 

Το 1868, λίγο μετά τις νομικές σπουδές του και την έναρξη της επαγγελματικής του καριέρας, ο Κωνσταντίος Έσσλιν εκδίδει το βιβλίο του για το Αρκάδι. Είναι μόλις 25 ετών. Το γράφει στην πατρική του γλώσσα, τη γερμανική (η μητρική του είναι η ελληνική). Ένα βιβλίο που φλέγεται από αγάπη στην πατρίδα και την ελευθερία και εξυμνεί τον έρωτα (θα μιλήσουμε αναλυτικότερα στο αυριανό μας άρθρο).

 

 

Ήρωας στον πόλεμο του 1897 (μάχη της Λαμίας)

 

 

Ο πόλεμος του 1897 τον βρίσκει Νομάρχη Φθιώτιδος και Φωκίδος. Είναι παρών στη μάχη της Λαμίας συμμετέχει στην αγωνιώδη προσπάθεια να εμποδίσει την είσβολή του τουρκικού στρατού στην πόλη. Μέσα στον πανικό της ήττας είχε το κουράγιο να πάρει λευκή σημαία και να παρουσιαστεί στον Τούρκο Αρχιστράτηγο, τον περίφημο Ετέμ Πασά, και τελικά να τον πείσει να ανακόψει την προέλασή του προς νότο, μέχρι να φτάσει η σχετική ειδοποίηση από την Υψηλή Πύλη για την υπογραφή της ανακωχής. Μετά τη λήξη του πολέμου, παραιτήθηκε από τη θέση του Νομάρχη και επανήλθε στη δικηγορία. Η πόλη αναγνώρισε τον ηρωισμό του και του αφιέρωσε κεντρικό της δρόμο.

 

 

Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων

 

 

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1910, τη χρονιά που εμφανίστηκε στην ελληνική πολιτική σκηνή ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Έσσλιν εκλέχθηκε με μεγάλη πλειοψηφία πρόεδρος της Α’ Αναθεωρητικής Βουλής. Υπάρχουν πληροφορίες ότι ο βασιλιάς Γεώργιος συζήτησε την περίπτωση να του αναθέσει το σχηματισμό κυβέρνησης, αλλά τελικά επέλεξε τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Έσσλιν ήταν δημόσια τοποθετημένος υπέρ του αναθεωρητικού χαρακτήρα της Βουλής, όπως και ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Με την νομική του συγκρότηση διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναθεώρηση του Συντάγματος.

 

 

Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου

 

 

Στην επίσημη ιστοσελίδα του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών διαβάζουμε τα εξής: Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο ήταν δεκαπενταμελές και απαρτίσθηκε από καταξιωμένους νομικούς, οι περισσότεροι των οποίων είχαν πλούσιο συγγραφικό έργο, άλλοι ήταν καθηγητές της Νομικής Σχολής, άλλοι πρώην δικαστές και άλλοι πολιτευόμενοι. Πρόεδρος: Κωνσταντίνος Έσσλιν (1844-1920), διακεκριμένος αστικολόγος, υπέρμαχος της συνταγματικής αναθεώρησης, πρόεδρος του πρώιμου Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών του 1893, πολιτευόμενος από το 1881 και μετέπειτα βουλευτής Αττικής και πρόεδρος της αναθεωρητικής Βουλής του 1910.

 

 

Ο Κωνσταντίνος Έσσλιν και η Κρήτη

 

 

Η υπόθεση του κρητικού ζητήματος και η έκρηξη της επανάστασης του 1866 συγκίνησε αμέσως το νεαρό Έσσλιν και την οικογένειά του. Ο αδελφός του Φερδινάνδος ήταν 25 ετών όταν κατέβηκε στην Κρήτη ως εθελοντής με την έναρξη της επανάστασης του 1866 και σκοτώθηκε στη μάχη του Βαφέ. Το ποίημά του για το Αρκάδι το γράφει σε ηλικία 25 ετών, και μόλις δύο χρόνια μετά το θάνατο του αδελφού του στη μάχη του Βαφέ στα Χανιά. Το «DAS KLOSTER ARKADI» είναι η πιο αψευδής μαρτυρία για τον πατριωτισμό και την αγάπη του Έσσλιν προς την Κρήτη και την Ελλάδα.

 

Η τραγική κατάληξη της επανάστασης το 1869 και η απώλεια του αδελφού του δεν τον αποθαρρύνει. Εξακολουθεί να αγωνίζεται για τη δικαίωση του αγώνα του κρητικού λαού. Στρατεύεται από τους πρώτους στις τάξεις της Εθνικής Εταιρείας που έχει ως κύριο στόχο της να πιέσει την κυβέρνηση Δεληγιάννη να αποστείλει στην Κρήτη στρατό για την απελευθέρωσή του νησιού, πίεση που κατέληξε στον ατυχή Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Σήμερα βέβαια γνωρίζομε ότι το αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών ήταν ολέθριο, αφού η χώρα δεν ήταν έτοιμη για ένα τόσο επικίνδυνο εγχείρημα. Λέμε επίσης ότι η Εθνική Εταιρεία ήταν μια εθνικιστική οργάνωση που έκανε ζημιά. Τι θα πρέπει όμως: να καταδικάζεται η αγάπη για την πατρίδα ή να στιγματίζεται ο λαϊκισμός και η ανευθυνότητα αυτών που έχουν την πολιτική ευθύνη και καπηλεύονται τα αισθήματα του λαού για να διασφαλίσουν την πολιτική τους κυριαρχία;

 

 

Ο Εθνικός Διχασμός και το τραγικό του τέλος

 

 

Τα δραματικά αλλά και θλιβερά γεγονότα του Εθνικού Διχασμού του 1916, τα λεγόμενα Νοεμβριανά, που έληξαν με την είσοδο της Ελλάδος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων βρίσκουν το Έσσλιν στην παράταξη των ηττημένων, των αντιβενιζελικών. Η εμφύλια σύρραξη είναι ανελέητη. Οι νικητές εξορίζουν τους αρχηγούς της άλλης μεριάς τον Δημήτριο Γούναρη, το Βίκτωρα Δούσμανη, τον Ίωνα Δραγούμη, τον Ιωάννη Μεταξά, το Σπύρο Μερκούρη, το Γεώργιο Πεασμαζόγλου κ.ά. στην Κορσική. Ανάμεσά τους είναι και ο Κωνσταντίνος Έσσλιν που βρίσκει την ευκαιρία να συνδεθεί με τον Ίωνα Δραγούμη και να κερδίσει τη φιλία του. Σε κάποιον που του ανέφερε ότι ο Έσσλιν πάσχει από παραφορά ο Ίων θα απαντήσει:  «Ο Έσσλιν πάσχει από παραφορά τιμιότητος και πατριωτισμού».

 

Μετά την εξορία, στις 11 Ιουνίου 1919, παραπέμφθηκε μαζί με τους άλλους αντιβενιζελικούς σε δίκη από έκτακτο στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε θάνατο για τη συμμετοχή στα Νοεμβριανά, δηλαδή τα γεγονότα του 1916 που σηματοδοτούν επίσημα πια την έναρξη του εθνικού διχασμού. Η απόφαση ακυρώθηκε στη συνέχεια, αλλά ήταν πλέον αργά. Στις 30 Ιανουαρίου του 1920 ο Κωνσταντίνος Έσσλιν θα αφήσει την τελευταία του πνοή στο Δημοτικό Νοσοκομείο της Αθήνας, όπου είχε μεταφερθεί λόγω της επιδείνωσης της υγείας του.

 

Τελικά τον Κωνσταντίνο Έσσλιν, όπως και τους άλλους ένθεν και ένθεν πρωταγωνιστές, θα πρέπει να τους κατανοήσουμε μέσα από το κλίμα του αρμαγεδδώνα των εμφύλιων παθών, όπου κανείς τους δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Αναλογιζόμενοι τα τραγικά αποτελέσματα αυτού του διχασμού που επιβιώνουν ως τις μέρες μας, αναρωτιόμαστε, αλήθεια, αν έχει νόημα πια η ποσόστωση των ευθυνών τους.

 

Για τον Κωνσταντίνο Έσσλιν ένα συμπέρασμα παραμένει αδιαμφισβήτητο και ακλόνητο η τιμιότητα και ο πατριωτισμός του. Το τίμημα που πλήρωσε στο τέλος της ζωής του για τη συμμετοχή του στον εθνικό διχασμό ήταν δυσανάλογα βαρύ.

 

 

 

Στο χθεσινό φύλλο είδαμε τα σχετικά με τη ζωή και τη δράση του Κωνσταντίνου Έσσλιν συγγραφέα του σπανίου φυλλαδίου για το Αρκάδι, που εκδόθηκε μόλις δυο χρόνια πριν από τα γεγονότα του Ολοκαυτώματος. Στο σημερινό δημοσίευμα θα ασχοληθούμε με το ίδιο το βιβλίο.

 

Το Kloster Arkadi είναι μια ποιητική δημιουργία, Gedicht -ποίημα το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας του. Περιλαμβάνει 655 στίχους. Από λογοτεχνική άποψη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως επικολυρικό ποίημα που δεν είναι καθόλου άμοιρο λογοτεχνικών αρετών. Συνδυάζει το έπος του Αρκαδιού με το λυρισμό της σχέσης δύο ερωτευμένων Ελλήνων, του εξισλαμισμένου εξωμότη Αχμέτ και της χριστιανής χωριανής του Ειρήνης, που ύστερα από χρόνια χωρισμού συναντούνται στο μοναστήρι, στις δραματικές ώρες του αρκαδικού δράματος. Ο ένας έχει τουρκέψει και πολεμά ανελέητα τους συμπατριώτες του, έμπιστος και πρωτοπαλίκαρο του Μουσταφά, κι η άλλη ταλαντεύεται ανάμεσα στο μίσος για τον προδότη και τη μνήμη της ερωτικής τους σχέσης, που δεν έχει καταλαγιάσει παρά τα χρόνια που πέρασαν. Τα δύο δράματα, η τραγωδία των πολιορκημένων και ο αδιέξοδος έρωτας των δύο νέων, πορεύονται παράλληλα και φτάνουν ταυτόχρονα στην αποκορύφωσή τους, στην κάθαρση, στο χαλασμό της ανατίναξης. Ιστορία και μύθος συναντιούνται δημιουργικά. Ο συγγραφέας αποδίδει με αριστοτεχνικό τρόπο την ψυχολογία, τη συμπεριφορά των χριστιανών προς τους εξωμότες που εγκατέλειψαν την πίστη τους και έγιναν μουσουλμάνοι, όσο και την ψυχολογική αντίδραση των τελευταίων προς τους πρώην ομόθρησκούς τους. Στην άφθονη σε ντοκουμέντα και αφηγήσεις φιλολογία του αρκαδικού δράματος, το βιβλίο δίνει με δραματικούς τόνους αυτή την επί πλέον διάσταση. Μας θυμίζει δηλαδή ότι στο Αρκάδι κάποιοι από το στρατό του Μουσταφά ήταν εξισλαμισμένοι ρωμιοί, που ενδεχομένους ήταν συγχωριανοί με τους πολιορκημένους, μιλούσαν την ίδια διάλεκτο, τα κρητικά, πήγαιναν πριν τον πόλεμο, παρέα στα χωράφια τους ή έπαιζαν χαρτιά στο ίδιο καφενείο του χωριού. Κοντολογίς, εκτιμούμε ότι το Kloster Arkadi δεν είναι ένα κοινότυπο πατριωτικό έργο. Αντίθετα, κρύβει αξιοπρόσεκτη λογοτεχνική και μυθοπλαστική αξία. Η αφήγηση δεν είναι μονότονη και επίπεδη, κλιμακώνεται αριστοτεχνικά μέχρι το τελικό της δραματικό τελείωμα και περιλαμβάνει, συναρπαστικούς στη δραματικότητά τους διαλόγους και άφθονες ποιητικές σκηνές και εικόνες.

 

Από το άλλο μέρος το «Kloster Arkadi» είναι ένα πολιτικό βιβλίο. Το λέει καθαρά στον πρόλογο που παραθέτουμε πιο κάτω. Η έκδοση του βιβλίου αυτού στα γερμανικά και μάλιστα με γοτθικούς τυπογραφικούς χαρακτήρες, εντάσσεται στην προσπάθεια ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης πάνω στο κρητικό ζήτημα της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Στόχος του είναι να συγκινηθούν οι ευρωπαϊκοί λαοί και η Αμερική από τα βάσανα και τη δυστυχία του χριστιανικού πληθυσμού της Κρήτης, ώστε με τη σειρά τους να ασκήσουν πίεση στις κυβερνήσεις τους, να μεταβάλλουν την πολιτική τους απέναντι στο κρητικό ζήτημα. Πολιτική που ευνοούσε την Τουρκία. Χαρακτηριστικές για το θέμα αυτό είναι οι αναφορές που γίνονται στον πρόλογο του «Kloster Arkadi», τον οποίο παραθέτουμε αυτούσιο.

 

«Μετά την ατυχή έκβαση της μάχης του Βαφέ, όπου 400 εθελοντές πολέμησαν γενναία εναντίον του στρατού του Μουσταφά, αλλά τελικά υποχρεώθηκαν να παραδοθούν, στους πολλαπλάσια περισσότερους αντιπάλους τους, όλες οι τουρκικές και φιλοτουρκικές εφημερίδες έκαναν λόγο για την πτώση της Κρήτης.

 

Την ώρα που οι κυβερνήσεις επευφημούσαν και τα έθνη (οι λαοί) πενθούσαν -έφτασαν τα νέα για την καταστροφή του Αρκαδιού. Το μοναστήρι και οι άνθρωποι που το υπεράσπιζαν προτίμησαν να ανατιναχθούν παρά να πέσουν στα χέρια του βάρβαρου εχθρού, στέλλοντας ένα ηχηρό μήνυμα στον κόσμο ότι η επανάσταση ήταν ακόμα ζωντανή και ότι μόνο κάτω από τα ερείπια της Κρήτης θα μπορούσε να σβήσει. Ευρώπη και Αμερική έστειλαν χρήματα, τρόφιμα, οπλισμό και εθελοντές. Φάνηκε προς στιγμή ότι τα ανθρωπιστικά αισθήματα είχαν συγκινήσει ακόμα και τις καρδιές εκείνων που κυβερνούσαν. Μα, δυστυχώς, στην πραγματικότητα δε συνέβαινε αυτό. Παρ’ όλ’ αυτά η Κρήτη συνεχίζει να μάχεται και τα έθνη δε θα σταματήσουν να τη βοηθούν και στο μέλλον για το δίκαιο αγώνα της. Το ποίημά μου είναι μια περιγραφή των τελευταίων ημερών του Αρκαδιού, έχοντας εντάξει σ’ αυτή την ιστορία του Αχμέτ και της Ειρήνης. Αθήνα, Νοέμβριος του 1868».

 

Έχομε λοιπόν ένα ιστορικό ποίημα με κεντρικό θέμα τα γεγονότα του Αρκαδίου.

 

Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι ενώ γίνεται αναφορά στη μάχη του Βαφέ, ο συγγραφέας δεν κάνει λόγο για το θάνατο του αδελφού του. Παράλειψη χαρακτηριστική του ήθους του…

 

 

H KRHTH DEN PEUAINEI

 

Περίληψη του έργου

 

 

Μετά την περιγραφή της ερήμωσης που επικρατεί στην Κρήτη μετά τη μάχη του Βαφέ (στ. 1-80), ο Τουρκικός στρατός πλησιάζει το Αρκάδι. Φτάνει στο μοναστήρι απόγευμα. Οχυρώνει τις θέσεις του και ετοιμάζεται για τη μάχη της επομένης. Στο στ. 126 γίνεται λεπτομερής περιγραφή του τουρκικού στρατού και των διαφόρων φυλών που τον απαρτίζουν Αρναούτες οι πιο άγριοι πολεμιστές με αρχηγό τους τον εξωμότη Αχμέτ, κεντρικό ήρωα του έργου), Φελλάχοι, Αιγύπτιοι, Άραβες, Τσερκέζοι κλπ. Καθώς ο Πασάς αναπαύεται στη σκηνή του προετοιμαζόμενος για τη μάχη της επομένης, διατάσσει να παρουσιαστεί ο Αχμέτ (στίχ. 133-204). Ο Αχμέτ είναι εξωμότης Έλληνας από την Κρήτη. Έμεινε ορφανός χάνοντας τον πατέρα του σε μια μάχη με τους Τούρκους. Η μίζερη ζωή και φτώχεια της ορφάνιας τον κάνουν να γίνει εξωμότης και να εξελιχθεί σε αμείλικτο διώκτη των συμπατριωτών του. Το όνειδος, η περιφρόνηση και οι ύβρεις των χωριανών του για τον εξωμότη τον μεταβάλλουν σε ακόμα φανατικότερο πολεμιστή. Η ζωή του έχει χάσει οποιοδήποτε νόημα. Μένει μόνο το μίσος και η αγάπη για πόλεμο και χρήμα. Ο Μουσταφάς αποστέλλει τον Αχμέτ στο Μοναστήρι για να ζητήσει την παράδοσή του. Ο Αχμέτ πηγαίνει παρά τη θέλησή του. Δε θέλει την ειρήνη, προτιμά τον πόλεμο. Μπαίνοντας αγέρωχα στην αίθουσα αναγνωρίζει πολλά πρόσωπα γνωστών του. Με υπεροπτικό ύφος μεταφέρει το μήνυμα του Πασά. Ο ηγούμενος αρνείται να παραδώσει το μοναστήρι και τον αποπέμπει με τρόπο αψύ. Ο Αχμέτ φεύγει βρίζοντας και απειλώντας. Στην αυλή καθώς αποχωρεί οι χριστιανές γυναίκες καμαρώνουν την κορμοστασιά και την άγρια ομορφιά του και εκφράζουν τη ζήλεια τους γι’ αυτήν που έχει κερδίσει την καρδιά του (στ.315-327). Ξαφνικά τα μάτια του πέφτουν στην Ειρήνη τη συγχωριανή του. Αυτή που ήταν ο μεγάλος νεανικός του έρωτας. Η Ειρήνη τον αναγνωρίζει με τη σειρά της. Σαστίζει.. Ταράσσεται. Από τη μια η μνήμη της νεανικής αγάπης, από την άλλη το μίσος και η οργή για τον εξωμότη που άφησε την πίστη του και τους δικούς του και πρόδωσε τα αισθήματά της. Στο τέλος η Ειρήνη δεν αντέχει και πέφτει λιπόθυμη. Ο Αχμέτ σκύβει, τη σηκώνει τρυφερά, την ασπάζεται και προσπαθεί να τη συνεφέρει. Η Ειρήνη ανοίγει τα μάτια της, τον βλέπει και οργισμένη τον διώχνει (στ. 347). Η διήγηση ακολούθως επιστρέφει στο στρατόπεδο και τις ετοιμασίες των Τούρκων. Τώρα όμως η συμπεριφορά του Αχμέτ έχει αλλάξει. Δε θέλει τον πόλεμο. Το μυαλό του είναι στη Ειρήνη που είναι κλεισμένη στο μοναστήρι.  Παρακαλεί τον Πασά να αναβάλει την επίθεση. Ο Πασάς τον ακούει και στέλνει νέα ειρηνευτική πρόταση (στ. 369) η οποία επίσης αποκρούεται. Αρχίζει η μάχη (στ. 377) που σταματά μόνο με τη δύση του ήλιου. Τη νύχτα, ενώ όλοι κοιμούνται, η Ειρήνη προσεύχεται γονατιστή και παρακαλεί την Παναγία να της δώσει δύναμη να νικήσει τα αισθήματά της για τον Αχμέτ (στ. 409-436). Ακολούθως η διήγηση μεταφέρεται έξω από το μοναστήρι στο στρατόπεδο των Τούρκων (στ. 437 και εξής). Την ίδια ώρα που η Ειρήνη προσεύχεται στο ναό, ο Αχμέτ πλησιάζει έφιππος τα τείχη, πεζεύει κάθεται κάτω από ένα βελανίδι κι εκεί με τη συνοδεία του μαντολίνου του αρχίζει να τραγουδά με δάκρυα και πάθος τον έρωτά του. Η διήγηση εδώ μας θυμίζει το τραγούδι του ερωτευμένου Ερωτόκριτου κάτω από το παράθυρο της Αρετούσας. Η Ειρήνη τον ακούει όμως δεν κάμπτεται. Συνεχίζει την προσευχή της στην Παναγία ζητώντας με θέρμη δύναμη να νικήσει τα αισθήματά της (στ. 461) Ακολουθεί μια συνομιλία ανάμεσα στον Αχμέτ και την Ειρήνη. Της ζητά να τον λυπηθεί και να μην αποκρούσει την αγάπη του. Η συνομιλία διακόπτεται από τον αχό του πολέμου που έχει ξαναρχίσει νωρίς την αυγή. Προτού όμως χωρίσουν ακούγεται αχνά μια αινιγματική φράση: «την απάντηση μου θα στη δώσω αύριο…, (στ. 476)». Η μάχη μαίνεται (στ. 478-529). Καμιά βοήθεια δεν έρχεται για τους Χριστιανούς που αρχίζουν να κλονίζονται… Η διήγηση επιστρέφει ξανά στο ναό, όπου βρίσκονται γυναίκες και παιδιά. Προσεύχονται και απεγνωσμένα ζητούν από το Θεό βοήθεια (στ. 521). Ακολούθως αναφέρεται ο θάνατος του Δημακόπουλου… Ο συγγραφέας τον βάζει να πεθάνει από το ξίφος του Αχμέτ. Ο θάνατος του σηματοδοτεί το τέλος της αντίστασης του μοναστηριού (στ. 549). Ο Αχμέτ υψώνει την ημισέληνο πάνω στο τείχος του Αρκαδιού και εμψυχώνει τους Τούρκους για την τελική επίθεση. Οι Τούρκοι μπαίνουν στο μοναστήρι. Ακολουθεί πανδαιμόνιο (στ. 567 κ.ε.). Μέσα στην κοσμοχαλασιά, ο Αχμέτ εντοπίζει την Ειρήνη, που ακόμη προσεύχεται στο ναό. Η Ειρήνη τον βλέπει και προσπαθεί να ξεφύγει. Ο Αχμέτ την φτάνει και την αγκαλιάζει… Η Ειρήνη αισθάνεται τα χέρια του άπιστου γύρω από τα χέρια της -«the heathen’s arms around her» και κλαίει σπαρακτικά. Ο Αχμέτ την παρακαλεί να τον ακολουθήσει (στ. 595). Ξαφνικά τα μάτια της πέφτουν στο μαχαίρι που γυαλίζει στη μέση του Αχμέτ. Το αρπάζει και το βυθίζει στο στήθος του. Ο Αχμέτ πέφτει ξεψυχώντας. Στην τελευταία του αναπνοή μια λέξη ακούγεται αχνά: Ειρήνη… Ακολουθούν τα τελευταία δραματικά γεγονότα της Μονής με τη μοιραία έκρηξη που βάζει την τελική σφραγίδα στο δράμα. Το έργο κλείνει με την εικόνα του Άγιου Δισκοπότηρου που χρυσό αναδύεται πάνω από τα ερείπια του Ναού. Σημείο πως ο Σωτήρας δε θα εγκαταλείψει το λαό του και πως η ελευθερία δε θα αρχίσει να έλθει.

 

Ο Κωνσταντίνος Έσσλιν στα 25 του χρόνια στο ξεκίνημα της φιλόδοξης πολιτικής του καριέρας, που όπως είδαμε χθες είχε δραματική κατάληξη, μας δίνει ένα δροσερό ποιητικό βιβλίο όπου βασικός πρωταγωνιστής είναι ο Έρωτας. Ο έρωτας προς την πατρίδα και την ελευθερία και ο έρωτας για τη ζωή. Το Αρκάδι είναι η σκηνή όπου ξεδιπλώνει τη δράση του ο βασικός αυτός πρωταγωνιστής. Και οι δύο έρωτες, ο έρωτας των πολιορκημένων για την πατρίδα και την ελευθερία και ο έρωτας του εξωμότη για την αγαπημένη του καταλήγουν στο θάνατο. Ένας θάνατος όμως που είναι απαραίτητος για να ξεπηδήσει η ζωή:

 

 

Η μετάφραση

 

 

Λίγα, τέλος, λόγια για τη μετάφραση του βιβλίου, αποσπάσματα του οποίου θα δημοσιευτούν στο αυριανό φύλλο. Το βιβλίο είναι γραμμένο στη γερμανική γλώσσα και μάλιστα τη γοτθική της μορφή που είναι απρόσιτη στον γράφοντα.

 

Παρακάλεσα λοιπόν τη φίλη κυρία Μόνικα Mccardy να μεταφράσει το βιβλίο. Συνεργαστήκαμε κατόπιν με βασικό εργαλείο την Αγγλική για τη μεταφορά του κειμένου στην Ελληνική. Την ευχαριστώ θερμά. Η βοήθειά της ήταν πολύτιμη και ουσιαστική. Χωρίς αυτή τη βοήθεια η εργασία αυτή δε θα είχε προχωρήσει. Η μεταγραφή του ποιήματος από την αρχική του γοτθική μορφή είναι εξ ολοκλήρου έργο δικό της.

 

H κυρία Monica Mccardy γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γερμανία. Σπούδασε γλώσσες σε πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και απασχολήθηκε επαγγελματικά ως μεταφράστρια, διερμηνέας και διευθύντρια Σπουδών στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών στο Πανεπιστήμιο του Ulster της Βορείου Ιρλανδίας. Τόσο η Μόνικα, όσο και ο σύζυγός της κ. Alan W. Murphy, από την Ιρλανδία, γνώρισαν και αγάπησαν την Κρήτη, το τοπίο, την ιστορία και τους ανθρώπους της. Τα τελευταία δώδεκα χρόνια περνούν τον περισσότερο χρόνο τους στο σπίτι τους στην Καρέ Ρεθύμνου, που είναι και δικό μου χωριό από την πλευρά της μητέρας μου. Έχουν ενσωματωθεί πλήρως στην κοινωνία του χωριού. Είναι ιδιαιτέρως αγαπητοί από όλους τους χωριανούς. Συμμετέχουν σε όλη την κοινωνική ζωή του χωριού, τα πανηγύρια, τις εορτές, τις ευχάριστες μα και τις δυσάρεστες στιγμές. Εκεί έρχονται κάθε χρόνο οι φίλες της και οι οικογένειες των παιδιών από τη Γερμανία και περνούν τις διακοπές μαζί τους. Η Μόνικα και ο Άλαν δεν είναι απλώς φίλοι της Κρήτης, είναι κομμάτι της. Και μάλιστα από τα πιο ωραία.

 

Μετάφραση: ΜΟΝΙΚΑ MCCURDY – ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΖΕΚΑΚΗΣ

Ετοιμασίες πολέμου

89 Από μακριά διακρίνονται τα τείχη του Αρκαδιού.

90 Στέκοντα όρθια, αιώνες τώρα.

91 Στους ειρηνικούς καιρούς καταφύγιο.

93 Τώρα, ώρα πόλεμου, οχυρό.

99 Οι Τούρκοι σταματούν, ο ήλιος δύει.

100 Οι καμπάνες ακούγονται από τη μεριά της πύλης.

104 Οι τουρκικές δυνάμεις αναπαύονται. Θα επιτεθούν,

105 Προτού οι πρώτες ηλιαχτίδες ροδίσουν απαλά τα σύννεφα.

116 Οι Αρναούτες κείτονται άτακτα στους σάκους τους

122 Κοιτάζουν τα όπλα τους που δεν αφήνουν ποτέ

125 Η ημισέληνος κυματίζει περήφανα στον άνεμο.

127 Ο Πασάς είναι στη σκηνή, θέλει να του στείλουν τον Αχμέτ,

132 Τον πιο ατρόμητο από τους άνδρες του.

 

 

Η ιστορία του Αχμέτ και της Ειρήνης

 

 

135 Είναι κρητικός. Γεννήθηκε Χριστιανός,

136 Όμως διάλεξε την πίστη που του έδωσε όπλα και χρήμα.

141 Δε θυμάται πια τα παιδικά του χρόνια.

142 Τη μέρα που έφεραν σπίτι τον πατέρα του.

143 Πάνω σε ένα αιματοβαμμένο φορείο,

145 Δε θυμάται το κλάμα της μάνας του,

146 Όταν κατέβαζαν τον πατέρα του στο μνήμα.

147 Έχει ξεχάσει πια τις πατρικές συμβουλές.

149 Είχε αφήσει το νησί χρόνια πριν.

150 Ακολούθησε το στρατό του Σουλτάνου,

154 Τι τον τραβούσε πια για να γυρίσει πίσω στο σπίτι του;

157 Μόνη του ηδονή να οδηγεί τους άνδρες στη μάχη.

160 Μόνο μια οπτασία της νιότης του παρέμενε στην καρδιά του ακλόνητη.

164 Το όραμα είχε όνομα: Ειρήνη.

165 Το μίσος των συμπατριωτών του, δεν τον ένοιαζε,

166 Ένας μόνο ήταν ο πόνος του.

167 Η περιφρόνηση που διάβαζε στα μάτια της,

168 Στα όμορφα μάτια του κοριτσιού που είχε αγαπήσει.

177 Καρφί μπηγμένο μέσα του,

17 Ένοιωθε την αγάπη μα και την περιφρόνησή της,

178 Σ’ αυτόν που είχε προδώσει το λαό του.

189 Ο προδότης δε χαιρετά τη γη των πατέρων του,

193 Είναι ο πιο άγριος στον πόλεμο, ατρόμητος,

196 Διασχίζει τη φάλαγγα του εχθρού

197 Περιφρονώντας το χαλάζι τις σφαίρες γύρω του,

198 Σαρκάζει προκλητικά τον εχθρό,

 

 

Ο Αχμέτ μαντατοφόρος του Πασά

 

 

205 Ο Πασάς διατάσσει τον Αχμέτ να πάει μήνυμα στο Μοναστήρι.

209 Του Αχμέτ δεν αρέσει η αποστολή. Προτιμά τον πόλεμο από τη ειρήνευση.

212 Μα ο Πασάς επιμένει. Θέλει απάντηση πίσω.

213 Θα παραδοθεί το μοναστήρι; Ή θα βαφούν οι τοίχοι του με αίμα;

218 Η λευκή σημαία στο δεξί του χέρι τον προστατεύει.

221 Η πύλη ανοίγει. Οδηγείται στον Ηγούμενο,

235 Οι αρχηγοί είναι εκεί.

239 Ο Αχμέτ ρίχνει μια άγρια ματιά γύρω-

240 Ξεχωρίζει γνωστά πρόσωπα.

245 Αυτοί δεν μπορούν να τον αναγνωρίσουν.

253 Με περήφανα λόγια ο Αχμέτ

255 «Πηγαίνετε να πέσετε στα πόδια του Πασά,

256 Χαιρετήστε τον ως αρχηγό σας,

257 Αλλιώς …» – Αυτά είναι τα λόγια του,

258 Τα συνοδεύουν βρισιές – «Μα τον Προφήτη!

259 »Αύριο τα κανόνια θα βροντήξουν,

260 »Και θα φωτίσουν με τις λάμψεις τους το μοναστήρι.

261 »Τα ετοιμόρροπα τείχη δε θα σας σώσουν

278 »Σεβαστείτε αυτούς που σας εμπιστεύτηκαν.

282 »Σεις θα έχετε ανοίξει τους τάφους τους».

 

 

Η απάντηση του ηγούμενου

 

 

291 Βαθιά σιωπή βασιλεύει στην αίθουσα

293 «Γεννηθήτω το θέλημα του Κυρίου και Πατέρα μας!

294 »Είμαστε αποφασισμένοι να πεθάνουμε,

295 »Παρά να παραδώσουμε το μοναστήρι –

296 »Στα χέρια του Θεού είναι οι ζωές μας».

297 Τα θαρραλέα λόγια του ηγουμένου αντηχούν στην αίθουσα,

298 Κι όλοι αυτοί που δίσταζαν πριν

299 Ξαναβρίσκουν το πρωτινό τους θάρρος:

301 Όλοι είναι συμφωνούν: «Να πολεμήσουν και να πέσουν με το Θεό».

 

 

Η αποχώρηση του Αχμέτ

 

 

306 Αυτός φεύγει, φωνάζοντας υστερικά,

307 «Θα γυρίσω αύριο,

308 »Όταν τα τείχη σας θα έχουν γίνουν θρύψαλα

310 »Οι πλούσιοι θησαυροί του ναού σας θα γίνουν λάφυρό μου.

313 «Έξω από το μοναστήρι Οθωμανέ,

314 »Όσο ακόμα σε προστατεύει η λευκή σημαία».

315 Στην αυλή οι γυναίκες και τα παιδιά τον κοιτάζουν.

319 Οι άνδρες, ζηλεύουν την παλληκαριά του

321 Οι γυναίκες απoθαυμάζουν την κορμοστασιά του.

 

 

Η συνάντηση

 

 

328 Ξαφνικά τα μάτια του σταματούν στην Ειρήνη.

329 Αναγνωρίζονται. Πρόσωπά και καρδιές φωτίζονται.

333 Αυτή τρέμει. Αναγνωρίζει τον εξωμότη. Αυτόν που την πρόδωσε-

337 Κλείνει τα μάτια της, Ταλαντεύεται. Λιγοθυμά.

338 Ο εξωμότης πέφτει στο πλευρό της

340 Ζεστά δάκρυα ξεπηδούν ρυάκι από τα μάτια του,

341 Βλέπουν το φοβερό άνδρα να φιλά τρυφερά το χέρι της.

342 Συνέρχεται. Ανοίγει τα μάτια της: «Ειρήνη», της ψιθυρίζει –

343 «Φύγε», φωνάζει αδύναμα, «φύγε από μένα, ύαινα!».

345 «Πάρτε τον από μένα».

 

 

Η επόμενη μέρα

 

 

356 Η νέα μέρα ξεμυτίζει. Οι άπιστοι δε φαίνονται.

359 Ησυχάζουν στο στρατόπεδό τους

363 Τι τους έκανε να πνίξουν τη οργή τους;

366 Ο Αχμέτ! Ο Πασάς άκουσε την παράκλησή του,

368 Να αναβάλουν την επίθεση.

369 Νέος μαντατοφόρος καταφτάνει:

370 «Ο Πασάς θα σας επιτρέψει

371 »να αποχωρήσετε με τις γυναίκες και τα παιδιά,

372 »με τα όπλα και την τιμή σας ατσαλάκωτη.

373 «Σκεφτείτε το καλά. – Θα έχετε καιρό μέχρι αύριο

377 Ο ήλιος βυθίζεται, ο ήλιος σηκώνεται».

 

 

Η μάχη αρχίζει

 

 

381 Το στρατόπεδο βρίσκεται σε αναβρασμό – όλοι είναι ξύπνιοι.

382 Λόγχες αστράπτουν,

383 Καβαλάρηδες κινούνται

385 Οι τακτικοί προετοιμάζονται,

386 Οι μηχανικοί ελέγχουν τα κανόνια.

387 Να είναι έτοιμα, για το πανηγύρι που ξεκινά.

389 Οι Αρναούτες ξεχωρίζουν, Κυκλώνουν την πλαγιά.

391 Ακούγεται βροντή κεραυνού.

392 Μπροστά ο Αχμέτ, ο ατρόμητος πολεμιστής.

393 Δεύτερη βροντή κεραυνού. Οι καρδιές κτυπούν δυνατά

395 Οι σφαίρες πέφτουν βροχή.

397 Το τουρκικό ιππικό καλπάζει ακάθεκτο.

399 Επιχειρεί να υψώσει την ημισέληνο στην πύλη.

403 Το μοναστήρι κρατάει, ο εχθρός αποκρούεται.

405 Η σελήνη ακίνητη πάνω, φωτίζει χλωμά τη μάχη.

408 Η σάλπιγγα καλεί το στρατό πίσω στις σκηνές του.

 

 

Η προσευχή της Ειρήνης

 

 

409 Νύχτα πια. Στο μοναστήρι κοιμούνται

410 Όλοι εκτός από την Ειρήνη.

411 Στην εκκλησία τα καντήλια φωτίζουν αχνά,

414 Η Ειρήνη γονατίζει μπροστά στο ιερό.

416 Σμίγει τα χέρια της παρακλητικά.

417 «Γλυκιά, πανάμωμη μητέρα του Θεού,

418 »Δώσε μου πίσω τη γαλήνη

423 »Το βλέμμα του αναστατώνει την καρδιά του παιδιού σου.

425 »Πάναγνη μητέρα του Θεού, δώσε μου τη δύναμη να αντισταθώ

429 »Κάνε να μην ακούν τα αυτιά μου τα γλυκόπικρα του λόγια,

430 »Εκείνα που τραγουδά τις νύχτες

431 »Κάνε τα μάτια μου να μη θωρούν την ομορφιά του

432 »Σκλήρυνε την καρδιά μου!».

433 Το φως του φεγγαριού διαπερνά

434 Το γυαλί των παραθύρων της εκκλησίας,

436 Στεφανώνει την κορυφή της προσευχόμενης γυναίκας.

 

 

Συνομιλία μέσα στη νύχτα

 

 

437 Ένας καβαλάρης περιπλανάται στη νύχτα.

438 Σταματά. Δένει το άλογο σ’ ένα πλατάνι.

442 Έχει σύντροφο το μαντολίνου του.

443 Τραγουδά με πάθος. Στίχους αγάπης,

445 Το τραγούδι της νιότης τους.

447 «Τολμάς, Αχμέτ, να συλλογιέσαι, αυτήν που ατίμασες;

449 Τα δάκρυά σου είναι που τρέχουν ποτάμι;

451 Εσύ, ο ήρωας, ο δυνατός πολεμιστής, –

453 «Έλα σε μένα», καλεί ο άπιστος.

454 »Λυπήσου τον πόνο μου,

455 »Φλόγες πάθους καίνε τα στήθη μου.

456 Αλλοίμονο! Η Ειρήνη δεν έχει καρδιά ν’ ακούσει,

465 »Η χώρα μου ρίχνει ποτάμι τις βρισιές στο πρόσωπό μου.

466 »Κανένας δεν συμπαθεί τον εξωμότη,

467 Ειρήνη, δώσε μου την αγάπη σου, σε ικετεύω!».

468 «Μητέρα του Θεού, βοήθησέ τη δούλη σου,

469 »Κάνε να μην ακούν τ’ αυτιά μου.

470 »Κοίταξε -στέκεται έρημος-

471 »Ω Παναγία μου, δεν μπορώ να βαστάξω το μαρτύριο»

472 Ακούγεται κραυγή σαν βρυχηθμός. «Στα όπλα!».

476 «Την απάντησή μου θα σου τη δώσω αύριο!» ακούγεται μια φωνή.

479 Ο θόρυβος από τις οπλές του αλόγου του χάνεται.

 

 

Η μάχη συνεχίζεται

 

 

480 Βοήθεια δεν έρχεται για το στρατό των Χριστιανών,

482 Μέρες και βδομάδες περνούν

483 Τα τείχη είναι ετοιμόρροπα.

484 Ο κόσμος κακοπαθεί. Γενναίοι πολεμιστές τραυματισμένοι

485 Κείτονται ανήμποροι στα κρεβάτια τους.

488 Ο Μουσταφάς στρατολογεί νέες δυνάμεις.

493 Οι Τούρκοι συσπειρώνονται. Ανασυγκροτούν τις δυνάμεις τους,

494 Στο μυαλό τους είναι μόνο φόνος και λάφυρα.

496 Προτού ακόμα τα σύννεφα βαβούν από τον πρωινό ήλιο,

497 Πύρινος θάνατος ξεχύνεται από τα κανόνια.

499 Όλα δείχνουν προς την τελική καταστροφή.

500 Οι Αρναούτες με τα ξίφη γυμνά, ορμούν ακάθεκτοι.

508 Ο στρατός των Χριστιανών ετοιμάζεται.

511 Θέλει να δώσει την τελική ηρωική μάχη και να πεθάνει με τιμή.

512 Σπαθιά βγάζουν σπίθες, τουφέκια συντρίβονται,

513 Στη γη πεσμένοι σύντροφοι και εχθροί

515 Το αίμα φτιάχνει ρυάκια,

517 Ένα βόλι κτυπά το σταυρό της πύλης. Τον ρίχνει κάτω κομμάτια

519 Και τότε οι Χριστιανοί καταλαβαίνουν. Η ελπίδα χάθηκε.

521 Στην εκκλησία γυναίκες και παιδιά.

523 «Κύριε, βάλε ένα τέλος σ’ αυτή την καταιγίδα,

528 »Μη μας αφήσεις να πέσουμε στα χέρια του εχθρού.

529 »Λυπήσου μας!».

530 Εκκλησία και κελιά γεμίζουν. Βροντές, καπνός, λύσσα.

532 Μόνο οι λάμψεις των πυροβόλων φωτίζουν το τοπίο,

533 Βόλια; άγγελοι θανάτου, πετούν τριγύρω.

534 Μετά μια κραυγή! Θεέ μου, – οι Οθωμανοί μπαίνουν! Ω, Κύριε,

535 Οι Χριστιανοί υποχωρούν –

536 Κόκκινες σημαίες υψώνονται στα τείχη.

537 Ακόμα και οι πιο γενναίοι χλομιάζουν.

542 Ο Δημακόπουλος πέθανε. Πολεμούσε γενναία με τη λόγχη του,

543 Μέχρι που βρέθηκε μπροστά του ο εξωμότης.

544 Τρύπησε το στήθος του ήρωα και έτρεξε ξανά

546 Αρπάζει την ημισέληνο από τα χέρια του σημαιοφόρου

548 Σαν αγριεμένο λιοντάρι πατά σε αίματα και κορμιά σκοτωμένων,

549 Τη στήνει πάνω στο τείχος. Η εκδίκηση του εξωμότη!

550 «Εμπρός, εμπρός άνδρες» φωνάζει, «Κοιτάξτε

551 »Οι Χριστιανοί υποχωρούν». Οι Τούρκοι ορμούν ακράτητοι.

555 Χριστιανοί αντιστέκονται μαζεμένοι γύρω από την Εκκλησία,

557 Μένουν όρθιοι, γενναίοι απέναντι στον κίνδυνο.

558 Η ντροπή είναι ο μόνος τους φόβος.

560 Οι Αλβανοί με τον Αχμέτ μπροστά προχωρούν.

561 Ο λαός τρομαγμένος υποχωρεί προς τον πίσω πύργο,

565 Παρακαλούν τον ουρανό να στείλει σωτηρία.

 

 

Η τελευταια συναντηση

 

 

567 Μόνο η Ειρήνη έχει μείνει γονατισμένη μπροστά στο ιερό.

568 Οι Αρναούτες επελαύνουν βλαστημώντας και λεηλατώντας

571 Ο Αχμέτ δεν είναι μαζί τους; Ψάχνει να βρει το θησαυρό του.

572 Τη βλέπει μέσα στο σκοτάδι γονατισμένη

575 Τον διακρίνει κι αυτή και τρέχει να κρυφτεί.

579 Μα μάταια. Δεν μπορεί να ξεφύγει. Είναι αδύναμη

580 Τα πόδια της τρέμουν.

581 Νιώθει τα χέρια του άπιστου γύρω της

583 «Μην κλαις, ζωή μου ακριβή,

584 »Δώσε μου την αγάπη σου την πρωτινή»,

588 Προσπαθεί να ελευθερωθεί από τα χέρια του,

595 Τα μάτια της πέφτουν πάνω στο μαχαίρι,

Αυτό που κρέμεται από τη μέση του.

596 Είναι σανίδι σωτηρίας – απλώνει το χέρι της

597 Αρπάζει το αστραφτερό λεπίδι,

598 Το καρφώνει με δύναμη στο στήθος της ακριβής της αγάπης.

601 Σωριάζεται και ξεψυχά σαν το πρόβατο που το σφάζουν,

602 Στην τελευταία του πνοή μια λέξη βγαίνει αχνά: «Ειρήνη!».

 

 

Ο Αρμαγεδδώνας

 

 

603 Και να!! Μέσα από τους ήχους και τις λάμψεις των πυροβόλων

604 Οι τοίχοι συντρίβονται. Η στέγη καταρρέει.

617 Γυναίκες, γέροι, παιδιά γονατισμένοι,

618 Ευλαβείς μοναχοί, αποφασισμένοι να πεθάνουν,

619 Νεαρές παρθένες που δε θέλουν ατίμωση,

620 Γενναίοι πολεμιστές που ζητούν να περισώσουν την τιμή τους –

622 Όρθιος ανάμεσα στο λαό του, Υψώνει το Σταυρό.

 

1623 Δίνει την τελευταία ευλογία του, Πλησιάζει το μπαρούτι.

626 Καπνός σηκώνεται. Κεραυνοί βροντούν.

627 Συντρίμμια και κορμιά σκορπίζονται τριγύρω

629 Φόβος σφίγγει τους ζωντανούς.

630 Άλογα πέφτουν και σηκώνονται αλαφιασμένα.

633 Ο βοριάς γδέρνει τη γη,

634 Μαδάει τα φύλλα από τα δένδρα,

635 Παγώνει χείμαρρους και ρυάκια. –

636 Ρίχνει λευκό σεντόνι πάνω από τα πτώματα.

637 Πασπαλίζει το ερειπωμένο μοναστήρι.

638 Νύχτες πολλές τα κορμιά, κείτονται άταφα.

 

 

Ελπίδας χαραυγή

 

 

642 Κοίταξε! Τι είναι αυτό που αντιφεγγίζει αστραφτερές ακτίνες

643 Έξω από τα ερείπια, μέσα από το αίμα και τα κορμιά;

644 Είναι το Άγιο Δισκοπότηρο του Ιερού Ναού

646 Προμήνυμα λύτρωσης. Το αίμα τους δε χύθηκε ματαίως.

653 Ο χειμώνας ήταν ένα εφιαλτικό όνειρο, Η άνοιξη έρχεται.

652 Το δένδρο της λευτεριάς ανθίζει.

 

Μιχάλης Τζεκάκης  πρώην διευθυντής

της Δημόσιας και της Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση